O μπεν Αλί εγκατέλειψε τη χώρα την Παρασκευή υπό το βάρος της εξέργεσης στους δρόμους της Τυνησίας
Τύνιδα
Ένα κεφάλαιο κλείνει για την Τυνησία με την επεισοδιακή αποχώρηση του Ζεν ελ Αμπιντίν μπεν Αλί, προέδρου της χώρας τα τελευταία 23 χρόνια, υπό το βάρος της εξέγερσης που ξεκίνησε στους δρόμους της χώρας από τα μέσα του Δεκεμβρίου.Ο μπεν Αλί, στρατιωτικός καριέρας που ακολούθησε την οδό του... «εκδημοκρατισμού με το σταγονόμετρο», έφυγε αεροπορικώς από τη χώρα την Παρασκευή ενώ στην Τυνησία οι αρχές είχαν κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Ο τέως πρόεδρος θεωρείτο στο εξωτερικό αποτελεσματικό ανάχωμα απέναντι στους ισλαμιστές, παρά τις -συχνά ήπιες- επικρίσεις που δεχόταν για τη βραδύτητα με την οποία προχωρούσε ο εκδημοκρατισμός της χώρας και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο 74χρονος Μπεν Άλι είχε εκλεγεί για πέμπτη συνεχόμενη φορά στην προεδρία της Τυνησίας το 2009, με ποσοστό που άγγιζε το 90% των ψήφων, μολονότι οι εκλογές αυτές δέχτηκαν σφοδρή κριτική από την αντιπολίτευση.
Στις 7 Νοεμβρίου 1987, όταν ο Μπεν Άλι διαδέχτηκε τον ασθενή Χαμπίμπ Μπουργκίμπα, τον πατέρα της ανεξαρτησίας της χώρας, όλοι οι Τυνήσιοι, συμπεριλαμβανομένων και των ισλαμιστών, χαιρέτισαν την αλλαγή που έγινε «χωρίς βία και αίμα», αν και ορισμένοι δεν δίστασαν να την χαρακτηρίσουν «ιατρικό πραξικόπημα».
Οι υποστηρικτές του τον θεωρούσαν σωτήρα της χώρας, αναγνωρίζοντάς του ότι έθεσε τις βάσεις για τη φιλελευθεροποίηση της οικονομίας και την καταστολή του ισλαμιστικού κόμματος Ενάχντα.
Mόλις ανέλαβε την εξουσία, ο Μπεν Άλι κατήργησε την ισόβια προεδρία που είχε καθιερώσει ο Μπουργκίμπα και περιόρισε το χρονικό διάστημα του προέδρου της χώρας σε μόνο τρεις θητείες. Ακολούθησε τη λεγόμενη κοινωνική πολιτική αλληλεγγύης, δημιουργώντας ένα ειδικό ταμείο για τους φτωχούς και αναπτύσσοντας ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και ευνοϊκών πολιτικών για τις γυναίκες.
Ταυτόχρονα όμως, το καθεστώς του σκλήρυνε, καταστέλλοντας κάθε αντιπολίτευση απ' όπου και αν προερχόταν, είτε από την Αριστερά είτε από τους ισλαμιστές, που συλλαμβάνονταν κατά χιλιάδες τη δεκαετία του 1990. Επέβαλε επίσης περιορισμούς στον Τύπο και στα συνδικάτα, που καταγγέλλονταν από τους πολιτικούς αντιπάλους του, οι οποίοι, στην πλειονότητά τους, ζούσαν εξόριστοι.
Ο Μπεν Άλι ήταν στρατιωτικός καριέρας. Γεννήθηκε στο Χαμάμ Σους και φοίτησε στην Ειδική Στρατιωτική Σχολή του Σεν-Σιρ, στη Γαλλία και την Ανωτάτη Σχολή Πληροφοριών και Ασφάλειας των ΗΠΑ. Πολύ γρήγορα απέκτησε το βαθμό του στρατηγού και το 1984 διορίστηκε αρχικά υφυπουργός Εθνικής Ασφάλειας και κατόπιν υπουργός Εσωτερικών. Τρία χρόνια αργότερα αναλαμβάνει την πρωθυπουργία, μέχρι την ανατροπή του Μπουργκίμπα.
Δηλώνοντας υπέρμαχος του εκδημοκρατισμού «χωρίς βιασύνες», το 1994 εισήγαγε τον πλουραλισμό σε «μικρές δόσεις» και πέντε χρόνια αργότερα οργάνωσε τις πρώτες πολυκομματικές εκλογές στην ιστορία της Τυνησίας, τις οποίες κερδίζει με ποσοστό 99,4%. Το 2002 ωστόσο οργανώνει δημοψήφισμα τροποποιώντας το σύνταγμα ώστε να διεκδικήσει και πάλι την προεδρία μετά τη λήξη της τρίτης θητείας του. Στις εκλογές του 2004 επανεκλέγεται με ποσοστό 94,48% και το 2009 διεκδικεί και κερδίζει την πέμπτη θητεία του, με ποσοστό 89,62%.
Οι οργανώσεις για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατήγγειλαν το καθεστώς του ως αυταρχικό, ιδίως μετά την καταστολή από το στρατό, το 2008, των ταραχών που ξέσπασαν με αφορμή την υψηλή ανεργία και το νεποτισμό στη χώρα.
Η αρχή του τέλους για τον μπεν Αλί ήταν η αυτοπυρπόληση ενός ανέργου πτυχιούχου στα μέσα Δεκεμβρίου, όταν η αστυνομία του απαγόρευσε να πουλάει φρούτα στο δρόμο χωρίς άδεια. Ο θάνατος του νεαρού πυροδότησε μια σειρά κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων που επεκτάθηκαν μέχρι και την πρωτεύουσα Τύνιδα και οδήγησαν τελικά στην έξωση του Μπεν Άλι. Τα καθήκοντά του ανέλαβε προσωρινά ο πρωθυπουργός της χώρας Μοχάμεντ Γανούσι.
πληροφορίες από ΑΠΕ/Γαλλικό