Η σημερινή Ευαγγελική Περικοπή αναφέρεται στα θαύματα της θεραπείας δύο τυφλών και ενός δαιμονισμένου κωφάλαλου από τον Ιησού Χριστόν.
Η Εκκλησία μας με την αναφορά της στα θαύματα του Χριστού μας τονίζει ότι μόνον μέσω του Ιησού γνωρίζουμε τον αληθινόν Θεό, που μας λυτρώνει από την αμαρτία και το θάνατο.
Το θαύμα προκαλεί θαυμασμό και κατάπληξη. Η πίστη μας ενισχύεται για να ακολουθήσουμε στη ζωή μας τον Ιησού Χριστό, το παράδειγμα των μαθητών του και τη ζωή των αγίων μας.
Ο σκοπός ενός θαύματος είναι πάντοτε σωτηριολογικός. Για παράδειγμα μια διάσωση από ένα επικείμενον κίνδυνο, όπως ήταν η διάβαση των Εβραίων διά μέσου της Ερυθράς θάλασσας, ή όπως στη σημερινή Ευαγγελική Περικοπή, που έχουμε τη θεραπεία ασθενών ανθρώπων.
Ο κύριος σκοπός ενός θαύματος είναι η φανέρωση της δυνάμεως του Θεού για να πιστέψουμε και να σωθούμε. ΄Ετσι το θαύμα κατανοείται ως ένα γεγονός που ανάγεται στη σφαίρα του Θεού.
Το θαύμα λοιπόν, είναι οι ηλιακτίδες της δόξας του Θεού που φωτίζουν και καλυτερεύουν τη ζωή μας και κατά συνέπεια τη κοινωνία μας. ΄Ετσι αν το θαύμα έχει τόση μεγάλη σημασία στη ζωή μας, πολύ μεγαλύτερη σημασία έχει το πρόσωπο του Ιησού που επιτελεί τα θαύματα, ως ο αληθινός και μοναδικός Θεός, που μπορεί να μας λυτρώσει και να μας οδηγήσει στην αιώνιον ζωή.
Στο πρόσωπο του Χριστού εκπληρώνεται η προφητεία του προφήτου Ησαΐα: «Αυτός τας ασθενείας ημών έλαβε και τους νόσους εβάσταξεν.» Επίσης το όνομα του Χριστού «Ιησούς» μεταφραζόμενο από την Εβραϊκή του προέλευση σημαίνει: «Κύριος σώζει».
Η εκπλήρωση της αποστολής του Ιησού Χριστού έχει λυτρωτικό χαρακτήρα για τον άνθρωπο και εντάσσεται στο όλο σχέδιον της εν Χριστώ θείας οικονομίας για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Το πρόσωπο και το έργο του Χριστού κατανοούνται πληρέστερα μόνο μέσα στα πλαίσια του σχεδίου αυτού. Η διδασκαλία του Χριστού για τη σωτηρία του ανθρώπου επισφραγιζόταν συνήθως με θαύματα, που αναδεικνύουν τη θεία δύναμη και τον λυτρωτικό χαρακτήρα του όλου έργου του Χριστού.
΄Οταν ο γέρων Συμεών την ημέρα της Υπαπαντής πήρε στις αγκάλες του τον Ιησούν ως Βρέφος, προφήτευσε ότι θα αποτελέσει σημείον αντιλεγόμενον. Οι ευσεβείς άνθρωποι θα τον ακολουθήσουν και θα σωθούν. Οι ασεβείς θα τον αρνηθούν και θα τον σταυρώσουν, οδηγώντας τους εαυτούς τους στο δρόμο της απωλείας.
΄Ετσι και στη σημερινή Ευαγγελική Περικοπή, με τα θαύματα που επιτελεί ο Ιησούς, βλέπουμε άλλους να τον υμνούν και να τον δοξάζουν και άλλους, όπως τους Φαρισαίους, να τον δυσφημούν, να τον κατηγορούν και να τον συκοφαντούν.
Ενώ το θαύμα της θεραπείας των τυφλών έγινε ενώπιον όλων, μόνο οι τυφλοί πνευματικά Φαρισαίοι απέρριψαν την αγιαστική δύναμη του Θεού. ΄Αλλωστε επανειλημμένα ο Χριστός είχε ονομάσει τους Φαρισαίους ως μωρούς και τυφλούς. Με τη στάση τους φάνηκε όλη η κακία που φώλιαζε μέσα τους. Νόμιζαν ότι με τη παρουσία του Χριστού εθίγοντο τα συμφέροντά τους, με την έννοια ότι ο λαός θα ξέφευγε πλέον από τον έλεγχόν τους. Γι’ αυτό ζηλεύουν και φθονούν τον Χριστόν. Η προκατάληψή τους, τους τυφλώνει, βλέποντας τα πάντα με εμπάθεια, με κακία και καχυποψία.
Πίσω ακόμη κι από τις πιο θεάρεστες πράξεις βλέπουν ελατήρια σκοτεινά, ύποπτα κι αμαρτωλά. Είναι γι’ αυτό που συνήθως όποιος διακατέχεται από προκατάληψη εξελίσσεται σε διώκτη. ΄Οπως ακριβώς συνέβη με τους Φαρισαίους, που στο τέλος με το Συνέδριόν τους και τις ενέργειές τους κατάφεραν να σταυρώσουν τον Χριστόν.
΄Ετσι στα πρόσωπα των Φαρισαίων και των κάθε συκοφαντών υπάρχει ένας συνδυασμός κακίας, ζήλιας, προκατάληψης και εμπάθειας, που στην πραγματικότητα αποτελούν εκείνα τα στάδια που οδηγούν στη ψυχική τύφλωση.
Αυτή η ψυχική τύφλωση οδηγεί στη συνέχεια στη διαστρέβλωση της αλήθειας, στη παραποίηση της πραγματικότητας και στη κατασυκοφάντηση του καλού, και κατά συνέπεια στη κατασυκοφάντηση όσων εκπροσωπούν αξίες και ιδανικά. Τους φθονούμε και τους υποθάλπτουμε συνέχεια γινόμενοι δυστυχώς όργανα του διαβόλου.
Βλέπουμε, λοιπόν, τους Φαρισαίους στη σημερινή Ευαγγελική Περικοπή να προσπαθούν να συκοφαντήσουν τον Χριστόν και να διαστρεβλώσουν την αλήθεια για τα δύο θαύματα, που έκανε πριν λίγο ενώπιον όλων με τη θαυματουργική θεραπεία των δύο τυφλών και του κωφάλαλου δαιμονισμένου.
΄Αρχισαν οι Φαρισαίοι με κακία και πονηρόν τρόπο να λένε για το Χριστό ότι με τη δύναμη των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια. Οι Φαρισαίοι αποκαλούν τον Αρχηγό του Φωτός αρχηγόν του σκότους. Αποκαλούν τον Θεόν διάβολον.
Στα Ευαγγέλια επανειλημμένα φαίνεται η αντίδραση των Φαρισαίων στο έργο του Χριστού, ερμηνεύοντας τα θαύματά του αρνητικά. Δεν τολμούσαν να τα αρνηθούν, αλλά τα παρερμήνευαν, επιδιώκοντας να αποπροσανατολίσουν το λαό, απομακρύνοντάς τον από τον Ιησούν.
Οι Φαρισαίοι περιορίζονται τελικά να χύνουν φαρμάκι από τα χείλη τους κατηγορώντας τον Χριστό ότι με τη δύναμη των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια.
΄Οταν συκοφαντείται ο Χριστός είναι αναμενόμενο να συκοφαντείται και να βλασφημείται και η Εκκλησία του. Ο Κύριος αγνοεί τους Φαρισαίους. Περιέρχεται πόλεις και χωριά. Κηρύττει το Ευαγγέλιον και θεραπεύει «πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ» Αυτή ήταν η πορεία των Αποστόλων. Αυτή ήταν η πορεία των αγίων μας.
΄Οπως μας λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος οι συκοφαντίες είναι σαν τα άχυρα. ΄Οπως τα άχυρα προς στιγμή σκεπάζουν τα αναμμένα κάρβουνα, έτσι και οι συκοφαντίες θα καούν, όπως τα άχυρα, και η αλήθεια θα λάμψει, όπως η φωτιά.
Φαίνεται τελικά ότι αιτία της συκοφαντίας είναι το ατομικό συμφέρον ή το συμφέρον μιας ομάδος σε βάρος των πολλών. ΄Ενας συμφεροντολόγος συκοφαντεί τους άλλους που βρίσκονται επικεφαλής ή στο κύκλο του με απώτερον σκοπόν να αμαυρώσει τη προσωπικότητα του στη συνείδηση των άλλων μέχρι να τον εξοντώσει για να επωφεληθεί και να αναδειχθεί αυτός. Στη πραγματικότητα αυτός ο χαρακτήρας συμπεριφοράς εκφράζει έναν άπιστον άνθρωπον, ελεεινόν και τρισάθλιον, που ξεχνά την πρόνοια του Θεού και το αποτέλεσμα είναι συνήθως η αυτοκαταστροφή του με ένα αναπάντεχο κτύπημα από τη ζωή που ανοίγει μια πληγή, που δεν κλείνει ποτέ της.