Στη Ευαγγελική Περικοπή αυτής της Κυριακής η Εκκλησία μας αναφέρεται σε ένα από τα σημαντικά θαύματα του Ιησού Χριστού, στη θεραπεία του εκ Γενετής τυφλού. Το γεγονός μάλιστα ότι ο Χριστός από πηλόν δημιουργεί νέον οφθαλμόν στον ταλαιπωρημένο τυφλό αποδεικνύει τη πίστη της Εκκλησίας μας για τη Θεότητα του Χριστού και μάλιστα ότι ο Θεός – Πατέρας δημιούργησε τα πάντα διά του Υιού του.Πολλά είναι τα αξιόλογα στοιχεία της σημερινής Ευαγγελικής Περικοπής. Πέραν από τη σημασία της διδασκαλίας της Αγίας Γραφής για την Θεότητα του Χριστού που ήρθε στο κόσμο για να μας σώσει από την αμαρτία και το θάνατο, αξίζει να σταθούμε σε δύο στοιχεία που έχουν σχέση με την εποχή μας και μάλιστα με την αδιαφορία και την ανευθυνότητα που συναντούμε μερικές φορές στους ανθρώπους που αναμένουμε να προστατεύουν ηθικά τα παιδιά και την ευρύτερη κοινωνία.
Οι άνθρωποι αυτοί που θα αναφερθούμε είναι οι γονείς και οι άνθρωποι της Εκκλησίας. Χωρίς να σημαίνει ότι πάντοτε όλοι οι γονείς κι όλοι οι άνθρωποι της Εκκλησίας συμπεριφέρονται όπως τους σημερινούς γονείς και τους Φαρισσαίους της σημερινής Ευαγγελικής Περικοπής, υπάρχουν και περιπτώσεις όμως που δεν διαφέρουν απ’ αυτούς.
Έτσι βλέπουμε σήμερα τους γονείς του εκ γενετής τυφλού αντί να δοξάζουν και να ευχαριστούν τον Θεό για τη θεραπεία του υιού τους, φοβούμενοι τις συνέπειες να ομιλήσουν με θάρρος για την αλήθεια του θαύματος του Χριστού, αρνούνται επίμονα για να μη διωχθούν από την Συναγωγή. Στη πραγματικότητα στη διαγωγή των γονέων του τυφλού της Ευαγγελικής Περικοπής βλέπουμε ανάγλυφες τις εκδηλώσεις ενός απαράδεκτου καιροσκοπισμού, που θυσιάζει την αλήθεια στη πρόσκαιρη σκοπιμότητα με μια συμπεριφορά που ευχαριστεί τους ισχυρούς του κόσμου τούτου.
Όταν ο εκ γενετής τυφλός, με το θαύμα του Ιησού Χριστού, άνοιξε τα μάτια του κι αντίκρυσε το φως της ημέρας, με τη θαυματουργική ενέργεια του Θεού έγινε ο καλύτερος μάρτυρας της Θεότητας του Χριστού. Γνωρίζοντας καλά ο ίδιος την άσχημη κατάσταση που βρισκόταν προηγουμένως, εκτίμησε ιδιαίτερα το δώρο του Θεού, δηλαδή την υγεία του, την θαυματουργική θεραπεία του.Γι’ αυτό χωρίς να φοβάται καθόλου τις απειλές των πανίσχυρων Φαρισσαίων, όχι μόνο τους είπε με θάρρος την αλήθεια για το πρόσωπο του Χριστού, αλλά ειρωνεύθηκε και την απιστία τους και την κακία τους που απόβλεπαν στην απόρριψη του θαύματος του Ιησού Χριστού. Αντίθετα όμως με τον θεραπευθέντα τυφλό, οι γονείς του ενώ γνώριζαν όσο και εκείνος την αθεράπευτη κατάσταση των ματιών του, είδαν το θαύμα του Χριστού με κριτήριο το προσωρινό ατομικό τους συμφέρον. Μπροστά στο φόβο του διωγμού των Φαρισσαίων έλεγαν πως δεν γνωρίζουν τίποτα για το μεγαλείο του θαύματος της θεραπείας του παιδιού τους. Πίστευαν περισσότερο στη δύναμη της κακίας των αμαρτωλών ανθρώπων παρά στη δύναμη του φιλεύσπλαχνου Θεού.
Tον δρόμο των τιμίων ανθρώπων τον ναρκοθετούν και οι κάθε είδους Φαρισσαίοι, όπως οι Φαρισσαίοι της σημερινής ευαγγελικής περικοπής που προσπαθούν να δημιουργήσουν προβλήματα στο έργο του Χριστού. Αυτοί δηλαδή που έπρεπε να βοηθήσουν τον Χριστό τον υποθάλπτουν και τον πολεμούν. Είναι πράγματι μεγάλη ειρωνεία όταν αυτοί που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν θεσμούς και αξίες να είναι οι καταστροφείς της ηθικής τάξεως. Έτσι όπως οι Φαρισσαίοι προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να απορρίψουν το θαύμα που έκανε ο Χριστός στον εκ γενετής τυφλό, βλέπουμε καμιά φορά ανθρώπους δήθεν της Εκκλησίας να δημιουργούν τεράστια προβλήματα στο σωτηριολογικό έργο της Εκκλησίας μας ή ακόμη να κακολογούν και να υποθάλπτουν το έργο των κληρικών μας. Αντί να βοηθήσουν συκοφαντούν. Αντί να συνεργασθούν διαιρούν. Αντί να στηρίξουν το έργο της Εκκλησίας μας το πολεμούν.
Τα πυρά των Φαρισσαίων εκτοξεύονται στο τυφλό, στην ουσία όμως αποβλέπουν να κτυπήσουν τη θεότητα του Χριστού, να απορρίψουν δηλαδή τη θεότητα του Χριστού, να συσκοτίσουν την αλήθεια. Την κακία τους την εκφράζουν με δύο τρόπους, με τη βία προσπαθούν να τον τρομοκρατήσουν και με την ειρωνεία να τον εξευτελίσουν. Και οι δύο τρόποι είναι γνωστοί μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας, γιατί πάντοτε χρησιμοποιούνται από αυτούς που θέλουν να σκοτώσουν την Πρόδρομο για να μη τους ελέγχει. Τα ολοκληρωτικά καθεστώτα κι οι κάθε είδους δικτάτορες για να επικρατούν χρησιμοποιούν πάντοτε τη βία. Η ειρωνεία πάλι, που χρησιμοποιούν οι κάθε είδους Φαρισσαίοι, είναι ένας ακόμη τρόπος για να εκμηδενίσουν την αλήθεια και τους ανθρώπους που αγωνίζονται γι’ αυτή. Συνήθως οι αμαρτωλοί άνθρωποι αυτό που βλέπουν να βρίσκεται ψηλά το χλευάζουν για να αισθάνονται οι ίδιοι καλά με τη πτώση που ζούν. Έτσι οι φαύλοι και οι ανώμαλοι ειρωνεύονται τους αγνούς, οι δυνατοί τους αδύνατους, οι δήθεν σπουδασμένοι και μορφωμένοι τους αγράμματους, που στη πραγματικότητα μπορεί να είναι κι στυλοβάτες της κοινωνίας μας.
Στην εποχή μας οι φανταμελιστές, οι φανατικοί θρησκευόμενοι άνθρωποι χρησιμοποιούν περισσότερο τη βία κι οι σύγχρονοι άνθρωποι της Δυτικής κοινωνίας την ειρωνεία. Κι οι δυο κατηγορίες όμως έχουν ως κοινό τους σημείο το πόλεμο κατά της αλήθειας και της αγάπης, και γι’ αυτό γίνονται εχθροί του Χριστού. Τα αποτελέσματα της βίας και της ειρωνείας προσωρινά φαίνονται να κυριαρχούν και να εντυπωσιάζουν. Στο τέλος όμως αποκαλύπτονται και εξευτελίζονται όπως οι Φαρισσαίοι από τον αδύνατο και άσημο εκ γενετής τυφλό. Όποιος θέλει να σβύσει το φως της αλήθειας σβύνει ο ίδιος. Αυτή είναι η κατάληξη όσων αντιστρατεύονται στο έργο του Χριστού, γιατί στην πραγματικότητα αντιστρατεύονται στο έργο της σωτηρίας του ανθρώπου ταυτίζοντας την έννοια της ελευθερίας με τη κατάσταση της ασυδοσίας. Στηρίζονται σε ένα νομικισμό που διασώζει τους τύπους και σκοτώνει τη ζωή και τη πρόοδο.
Έτσι οι Φαρισσαίοι κατηγόρησαν το Χριστό ότι με το θαύμα κατέλυσε την αργία του Σαββάτου. Δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν ότι το Σάββατο εγένετο διά τον άνθρωπο κι όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο. Ο φθόνος, η ζήλια και η προκατάληψη δεν τους αφήνουν να αναγνωρίσουν το Δημιουργό του θαύματος. Το μόνο που κατάφεραν όμως ήταν να μείνουν πάντα στα πυκνά σκοτάδια της απιστίας και της κακίας. Αντί να πιστέψουν, να μετανοήσουν, να ευχαριστήσουν το Θεό, που εδώρησε το φώς σ’ ένα δυστυχισμένο τυφλό συνάνθρωπό τους, έμειναν τυφλοί, σκληροί και αμετανόητοι. Έτσι το επόμενο βήμα τους ήταν να προχωρήσουν αδίστακτα στη καταδίκη και στη Σταύρωσι του Χριστού.
Αδίστακτοι συκοφάντες όπως οι Φαρισσαίοι υπάρχουν και στην εποχή μας, ανάμεσά μας. Είναι οι άνθρωποι χωρίς ανθρωπιά που ζούν για να κάνουν το κακό. Η γλώσσα τους κρύβει θανατηφόρο δηλητήριο που όταν εκτοξευθεί δολοφονεί υπολήψεις, τραυματίζει ψυχές, γκρεμίζει έργα ποτισμένα με ιδρώτα και αίμα, γιατί αυτός που συκοφαντεί συνήθως φθονεί την αρετή και μισά την αλήθεια. Όταν δεν μπορεί να αρνηθεί την πραγματικότητα, με σατανική επιδεξιότητα τη διαστρέφει και με ασφάλεια θέτει εκτός μάχης εκείνον που εναντίον του κατευθύνει τα βέλη του, διαδίδοντας σε βάρος του ψεύτικες πληροφορίες, δηλαδή συκοφαντίες. Πολλές φορές δεν χρειάζεται κάν να ανοίξει το στόμα του. Ένας μορφασμός, μια χειρονομία, ένα γεμάτο υπονοούμενα χαμόγελο, ένα ειρωνικό ανασήκωμα των ώμων, είναι αρκετά για να βάλει ερωτηματικό στην υπόληψη αυτού που θέλει να καταστρέψει.
Ας προσέξουμε λοιπόν κι ας προσπαθούμε να αποφεύγουμε τη τακτική των παλιών και των σύγχρονων φαρισσαίων. Ας κρατήσουμε τον εαυτό μας μακρυά από τη φοβερή μάστιγα της συκοφαντίας, αν θέλουμε να μη χάσουμε την ανθρωπιά μας και την ελπίδα μας να εισέλθουμε στο Παράδεισο.
Ταυτόχρονα όμως δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι μετά τη πτώση του πρώτου ανθρώπου με το προπατορικό αμάρτημα η ροπή προς την αμαρτία υπάρχει στο καθένα μας, κι ότι αναμάρτητος είναι μόνο ο Ιησούς Χριστός. Γι’ αυτό λίγο-πολύ ο κάθε άνθρωπος πέφτει στην αμαρτία. Το έργο του Χριστού είναι να μας λυτρώσει από τα δεσμά της αμαρτίας. Αυτό το έργο αγαπητοί μου συνεχίζει να επιτελείται στο χώρο της Εκκλησίας που αποτελεί κατά τον απόστολο των Εθνών σοφό Παύλο «Σώμα Χριστού».
Γι’ αυτό ας ευχηθούμε το θαύμα που άνοιξε τα μάτια του εκ γενετής τυφλού να ανοίξει και τα δικά μας μάτια για να οδηγηθούμε στην μετάνοια με την πορεία μας στο ιερό μυστήριο της Εξομολογήσεως που θα εκφρασθεί έμπρακτα με τον αξιολογικό μας προσανατολισμό στην καθημερινή μας ζωή. Έτσι η τύφλωση μας σταματά όταν ζούμε μυστηριακά μέσα στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας. Το μεγαλείον της Εκκλησίας μας είναι ότι με θαυματουργικό τρόπο κατάφερε για δυό σχεδόν χιλιάδες χρόνια να μας προσφέρει αυτή την πραγματικότητα της λειτουργικής ζωής που ανοίγει για όσους ζούν σύμφωνα με τις Θείες Εντολές του Χριστού την θύρα του Παραδείσου.