22 Ιουνίου 2019

Οι επιπτώσεις του σακχαρώδη διαβήτη στην υγεία του ουροποιητικού συστήματος μπορεί να είναι απρόβλεπτες και πιθανώς μοιραίες.

Οι επιπτώσεις του σακχαρώδη διαβήτη στην υγεία του ουροποιητικού συστήματος μπορεί να είναι απρόβλεπτες και πιθανώς μοιραίες.

Η συνύπαρξη της νόσου, μάλιστα, με άλλα νοσήματα, όπως υπέρταση και λιπιδικές ανωμαλίες (οι οποίες συνθέτουν το μεταβολικό σύνδρομο), μπορεί να προκαλέσει, στυτική δυσλειτουργία, υπογοναδισμό, δυσκολίες ούρησης, ουρολοιμώξεις κ.ά. Δεδομένης, λοιπόν, της συνεχούς αύξησης που παρουσιάζουν παγκοσμίως τα ποσοστά των διαβητικών, είναι επιβεβλημένη η αναζήτηση στρατηγικών για τη μείωσή τους.

«Σύμφωνα με αμερικανικές προβλέψεις, τα ποσοστά του σακχαρώδη διαβήτη θα αγγίξουν το 32,8% στους άνδρες και το 35,8% στις γυναίκες που γεννήθηκαν μετά το 2000. Η αύξηση αυτή αφορά κυρίως τα ποσοστά του διαβήτη τύπου 2, για τον οποίο ευθύνεται ως επί το πλείστον η παχυσαρκία. Δυστυχώς, ο διαβήτης συσχετίζεται με την έναρξη αλλά και αυξημένη σοβαρότητα ουρολογικών συμπτωμάτων, τα οποία μπορεί να αποτελούν και ένδειξη της νόσου. Μια σοβαρή και συχνή επίπτωση είναι η διαβητική νεφροπάθεια, με το 20-30% των ασθενών με διαβήτη τύπου 1 και 2 να επηρεάζονται. Μερικοί δε ασθενείς ενδέχεται να εμφανίσουν νεφρική ανεπάρκεια που σε τελικό στάδιο απαιτεί μεταμόσχευση νεφρού» εξηγεί ο  Χειρουργός Ουρολόγος Δρ. Μάρκος Καραβιτάκης, MD, MSc, DIC (Imperial College), PhD, FEBU, Αs. Member European Association of Urology Guidelines Office.

Συγκεκριμένα, πάνω από το 50% όσων πάσχουν από διαβήτη παρουσιάζει δυσλειτουργία της ουροδόχου κύστης. Η μειωμένη αισθητικότητα της κύστης, η κακή συστολή και ο αυξημένος όγκος των υπολειμματικών (εναπομεινάντων) μετά την ούρηση ούρων είναι γνωστά ως διαβητική κυστεοπάθεια, μια πάθηση που τα ποσοστά της αυξάνονται με τη διάρκεια του διαβήτη.


Οι λοιμώξεις είναι η συνηθέστερη επιπλοκή. Με την προοδευτική επιδείνωση της κατάστασης, η παρατεταμένη κατακράτηση μπορεί να οδηγήσει σε κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση και υδροουρητηρονέφρωση. Μπορεί, επίσης, να αναπτυχθεί πυελονεφρίτιδα, νεφρολιθίαση ή και ουροσήψη. Τέλος, όταν έχει προκληθεί βλάβη στα νεφρά, μπορεί να αναπτυχθεί ουραιμία.

Η ακράτεια ούρων είναι μια ενοχλητική επιπλοκή του σακχαρώδη διαβήτη, ιδιαίτερα στις γυναίκες, οι οποίες αντιμετωπίζουν, κατ’ εκτίμηση, 30-100% μεγαλύτερο κίνδυνο. Υπάρχουν αποδείξεις ότι οι παρεμβάσεις για την καθυστέρηση της εμφάνισης διαβήτη μπορούν να αποτρέψουν την ακράτεια ούρων. Η απώλεια βάρους για τους παχύσαρκους ασθενείς αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος αυτού του προστατευτικού αποτελέσματος. Ακόμα και η κατά 5-10% μείωσή του αρκεί, σύμφωνα με τους ειδικούς.

Επίσης, στις γυναίκες ο διαβήτης αυξάνει τον κίνδυνο συμπτωματικών και ασυμπτωματικών λοιμώξεων του ουροποιητικού. Όταν βρίσκονται, μάλιστα, στην εμμηνόπαυση ο κίνδυνος εμφάνισης συμπτωματικής λοίμωξης διπλασιάζεται. «Οι γυναίκες με διαβήτη τύπου 1 διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν πυελονεφρίτιδα και εξ αυτού εξασθένιση της νεφρικής λειτουργίας», τονίζει ο δρ Καραβιτάκης

Υψηλός είναι και ο επιπολασμός της συμπτωματολογίας του κατώτερου ουροποιητικού στους άνδρες που πάσχουν από διαβήτη, που φαίνεται να αυξάνεται με την ηλικία. Μελέτη έχει δείξει ότι ο διαβήτης αυξάνει το μέγεθος του προστάτη.

Η σεξουαλική δυσλειτουργία των ανδρών αποτελεί ακόμα ένα πρόβλημα για σημαντικό αριθμό ατόμων με διαβήτη. Οι ταυτόχρονοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν την παχυσαρκία, την υπέρταση, τις λιπιδαιμικές διαταραχές, τις στεφανιαίες καρδιακές παθήσεις και το κάπνισμα, δηλαδή πολλά από τα χαρακτηριστικά του μεταβολικού συνδρόμου.

Οι εκτιμήσεις της επικράτησης της στυτικής δυσλειτουργίας στους ανθρώπους με διαβήτη είναι 20-71%. Σε μία μελέτη, ο επιπολασμός της στυτικής δυσλειτουργίας αυξήθηκε σταθερά από 6% στους άνδρες ηλικίας 20-24 ετών, στο 52% σε άτομα ηλικίας 55-59 ετών και κορυφώθηκε σε 55-95% στους άνδρες ηλικίας άνω των 60 ετών.

Όπως επισημαίνει ο δρ Καραβιτάκης, οι άνδρες με διαβήτη έχουν επίσης υψηλή συχνότητα εμφάνισης υπογοναδισμού και πιστεύεται ότι μπορεί να είναι μια ακόμα συνιστώσα του μεταβολικού συνδρόμου. Επιπλέον, ο υπογοναδισμός (δηλαδή η ανεπαρκής παραγωγή τεστοστερόνης) μπορεί να προβλέψει την επακόλουθη εμφάνιση διαβήτη και του μεταβολικού συνδρόμου στους μεσήλικες άνδρες.

Τέλος, ο διαβήτης είναι η κύρια αιτία νεφρικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου. Η έκβαση των ασθενών με την πάθηση είναι φτωχή, με την 5ετή επιβίωση να κυμαίνεται στο 20%. Αυτή η αυξημένη θνησιμότητα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε συνυπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο.


Πηγή: healthreport.gr