Με πολύ απλά λόγια ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ως Θεάνθρωπος και Σωτήρας μας, μας παροτρύνει με πολύ αγάπη «να συμπεριφερόμαστε προς τους συνανθρώπους μας όπως θα θέλαμε οι άλλοι άνθρωποι να μας συμπεριφέρονται».
Όταν έχουμε προβλήματα, νομίζουμε ότι απουσιάζει από τη ζωή μας ο Θεός. Στην πραγματικότητα, απλώς έχουμε εμείς απομακρυνθεί από κοντά του. Όταν η αγάπη μας δεν απλώνεται προς όλους τους συνανθρώπους μας, και μάλιστα σ’ αυτούς που υποφέρουν, είναι ως να απομακρυνόμαστε από τον Φιλεύπλαχνο Θεό μας. Μόνο όταν πλησιάζουμε με την αγάπη μας και την καλή μας διάθεση να βοηθούμε τους συναθρώπους μας, πλησιάζουμε και τον Θεό. Χωρίς το Θεό, είναι ως να πορευόμαστε συνέχεια σε μια έρημο χω ρίς νερό και χωρίς πολλές ελπίδες ζωής. Χωρίς αδιάκριτη αγάπη προς όλους τους ανθρώπους, το μέλλον μας είναι ζοφερόν ή μάλλον να το πούμε ξεκάθαρα, ο άνθρωπος που δεν αγαπά όλους τους συνανθρώπους τους, απομακρύνεται από την πηγή της ζωής, δηλαδή το Θεό και δεν έχει κανένα μέλλον, πορεύεται προς την αφάνεια, προς τον θάνατο. Ο Παράδεισος παραμένει ένα ανεκπλήρωτο όνειρο. Ο Παράδεισος γίνεται ζωντανή ελπίδα και πραγματικότητα μέσα από την αγάπη μας προς όλους τους συνανθρώπους μας, λευκούς, μαύρους, φτωχούς, πλούσιους, μικρούς, μεγάλους.
Γι’ αυτό κι Απόστολος Παύλος απευθυνόμενος στην επιστολή του προς τους κάτοικους της Κορίνθου τονίζει με κάθε σαφήνεια ότι «πρέπει να ξέρουμε ότι όποιος σπέρνει με φειδώ, δηλαδή με τσιγκουνιά, θα έχει λίγη σοδειά, κι όποιος σπέρνει απλόχερα η σοδειά του θα είναι άφθονη». Φυσικά ο Απόστολος Παύλος αναφέρεται στην αρετή της ελε ημοσύνης αυτών που έχουν κάτι παραπάνω να είναι γενναιόδωροι να βοηθούν αυτούς που δεν έχουν τίποτα. Η έννοια της αδιάκριτης αγάπης μας προς τους συνανθρώπους μας είναι η καλή μας διάθεση με έμπρακτο τρόπο να βοηθούμε αυτούς που έχουν την ανάγκη μας. Μάλιστα ο Απόστολος Παύλος μας λέει πάλι στην ίδια επιστολή με σαφήνεια «να εισφέρει ο καθένας ότι του λέει η καρδιά του χωρίς να στενοχωριέται ή να εξαναγκάζεται, γιατί ο Θεός αγαπά αυτόν που δίνει με ευχαρίστηση».
Η έννοια της προσφοράς και της εισφοράς δεν περιορίζεται μόνο στην οικονομική στήριξη αυτών που έχουν πραγματική ανάγκη, αλλά και στην ηθική πτυχή της κοινωνικής διάστασης της ευθύνης του κάθε χριστιανού. Είναι η ευθύνη μας να στηρίξουμε τους ασθενείς μας, να τους επισκεφθούμε στο κρεβάτι του πόνου, να τους διακονήσουμε, να προσευχηθούμε γι’ αυτούς, να μοιραστούμε λίγο από το χρόνο μας μαζί τους, νÎ ± γίνουμε ειρηνοποιοί μέσα στο σπίτι μας με την υπομονή μας, την κατανόηση μας, την υποχωρητικότητα μας, με το χαμόγελο της καλοσύνης και της προσευχής προς στις μορφές των δήθεν αγαπημένων μας προσώπων που τους παρασέρνει ο διάβολος κι ο πειρασμός και μας πληγώνουν και μας αδικούν και μας πικραίνουν με αγνωμοσύνη, αχαριστία και κακία.
Τελικά η προσπάθεια μας να ζούμε σύμφωνα με τις Θείες Εντολές του Ιησού Χριστού είναι να γίνουμε φιλεύσπλαχνοι προς τους συνανθρώπους μας, όπως Φιλεύσπλαχνος είναι ο Ουράνιος Πατέρας μας Θεός προς όλους μας. Η χριστιανική μας ταυτότητα εκδηλώνεται μεταξύ άλλων, με το σεβασμό μας και την καλή μας διάθεση, να στηρίξουμε στο βαθμό που μπορούμε το φιλανθρωπικό, το ποιμαντικό, το Ιεραποστολικό και το διδακτικό έργον της Εκκλησίας μας, της Μητροπόλεως μας, του Πατριαρχείου μας.
Ο Απόστολος Παύλος στην ίδια επιστολή τονίζει ότι «Ο Θεός θα σας κάνει πλούσιους σε όλα, για να μπορείτε να δίνετε γενναιόδωρα. Αυτοί που θα πάρουν από μας τη δική σας εισφορά θα ευχαριστούν το Θεό» (Βλέπε Β’ Κορινθίους, κεφ. 9, 6 – 11).