25 Μαΐου του 1834 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης καταδικάζεται σε θάνατο (!!!!)
Ο «Γέρος του Μοριά», όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν, γεννήθηκε στο Λιμποβίσι της Αρκαδίας και έγινε σε μικρή ηλικία αρματολός. Η δράση του θορύβησε τους Τούρκους, οι οποίοι εξαπέλυσαν ανθρωποκυνηγητό για να τον συλλάβουν. Ο Κολοκοτρώνης κρυβόταν σε διάφορα χωριά της Πελοποννήσου, μέχρι που κατάφερε να διαφύγει στη Ζάκυνθο.
-Στις 25 Μαΐου του 1834, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Δημήτριος Πλαπούτας, δικάζονται στο δικαστήριο του Ναυπλίου. Ψευδομάρτυρες τον κατηγορούν για συνωμοσία και εσχάτη προδοσία. Οι μάρτυρες υπερασπίσεως του ήταν περισσότεροι από 100. Στην απολογία του, όταν ρωτήθηκε τι επάγγελμα κάνει, ο Κολοκοτρώνης απάντησε αφοπλιστικά:
«Στρατιωτικός. Στρατιώτης ήμουνα. Κράταγα επί 49 χρόνια στο χέρι το ντουφέκι και πολεμούσα νύχτα μέρα για την πατρίδα. Πείνασα, δίψασα, δεν κοιμήθηκα μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τ΄ αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δε δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω.»
Παρά τις αντιδράσεις δύο εκ των δικαστών, του Γεωργίου Τερτσέτη και του Αναστάσιου Πολυζωίδη, οι δύο κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε θάνατο. Όταν άκουσε το ακροατήριο την ποινή, κάποιος από το πλήθος είπε στον Κολοκοτρώνη: «άδικα σε σκοτώνουν, στρατηγέ». Και ο Κολοκοτρώνης απάντησε: «Γι’ αυτό λυπάσαι; Καλύτερα που με σκοτώνουν άδικα, παρά δίκαια»…
Ο λαός αντέδρασε έντονα. Υπό τον φόβο κοινωνικών αναταραχών, οι Αντιβασιλείς, μετέτρεψαν την ποινή σε 20ετή κάθειρξη. Ένα χρόνο αργότερα, όταν ο Όθωνας ενηλικιώθηκε, ο Κολοκοτρώνης πήρε χάρη και έγινε «Σύμβουλος της Επικρατείας». Πέθανε στην Αθήνα, στις 4 Φεβρουαρίου του 1843,