10 Σεπτεμβρίου 2011

ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΑΙΓΥΠΤΟΥ

Τον καιρό των χεδίβηδων οι Έλληνες μετανάστες έφταναν στην Αλεξάνδρεια χωρίς διαβατήριο. Στο τελωνείο τους σφράγιζε ένα χαρτί ο "Προεστός των Ρωμιών" (ο Σεχ ελ Αρουάμ) κι αυτή ήταν όλη η διαδικασία. Τελευταίος υπήρξε ο Θεόδωρος Νικολαϊδης ο Μπρούσαλης, που φορούσε και φουστανέλα. Την πρώτη νύχτα την περνούσαν κάτω από το καμπαναριό του Αγίου Σάββα και το άλλο πρωί έβρισκαν δουλειά σε κάποιο Ρωμιό. Έπηζε από ρωμιοσύνη η Αλεξάνδρεια πότε. Ήταν ένα κομμάτι Ελλάδα.
Η ταβέρνα στη γωνιά ήταν κάποιου Κυπραίου που έφερνε το κρασί και τα λουκάνικα από το νησί του. Ο μπαρμπέρης, δίπλα του, είχε έλθει από την Πόλη. Ο μπακάλης από την Λήμνο. Το φαρμακείο ήταν ενός Συμιακού. Ο φούρναρης ήταν Ηπειρώτης και ο καρβουνάς είχε έρθει από το Καστελλόριζο.
Στις εθνικές γιορτές τα μπαλκόνια γέμιζαν με ελληνικές σημαίες. Έκλειναν όλα τα μαγαζιά και η παροικία μαζευόταν στον αυλόγυρο του Ευαγγελισμού για να δει την προσέλευση των επισήμων και την παρέλαση των προσκόπων και των μαθητών. Το Παλιό Τελωνείο, η Μπαμπ Σίντρα, το Αταρίνι, η Μεσσάλα, το Χάνταρι, η Μαζαρίτα, η Ιμπραημία, το Σουτς έσφυζαν από Ελληνισμό. Κάπου- κάπου συναντούσες λίγους Ιταλούς ή Εβραίους. Και οι φάμπρικες δούλευαν με ελληνικά χέρια. Με τους πρώτους βομβαρδισμούς του πολέμου άδειασε το λιμάνι από Έλληνες. Οι Ρωμιοί τραβήξανε για ασφάλεια παραμέσα. Η Χάντρα γέμισε κι αυτή από Ελληνισμό.
Στην πλατεία με τις μπυραρίες, που έφερναν τη μπύρα κατ' ευθείαν από το Μόναχο, στα καπηλειά του Αναστάση, στις ταβέρνες του Νοτιά, του Μακρή, του Σκυργιάννη, του Αγαπητού, του Ψαρριανού, του Κώστογλου, του Καραγιώργη στο τελωνείο, του Παπαγιαννάκη στην Πόστα, του Διαμαντάκη στο σταθμό του Ραμλιού, στο "Φάληρο", στο "Αλακέφακ", οι Έλληνες γλεντούσαν με τα δικά τους ήθη και έθιμα. Την Καθαρή Δευτέρα στα Μπαξεδάκια έστρωναν χάμω και τρώγανε τις μουχλούδες, το χαλβά και τον ταραμά.
Οι λατέρνες έδιναν στις συγκεντρώσεις αυτές ένα χρώμα γνήσια ελληνικό. Στις Απόκριες το Ατταρίνι γινόταν η Πλάκα της Αθήνας. Οι δρόμοι σκεπάζονταν από σερπαντίνες και άρχιζε ο φασουλοπόλεμος με τους μασκαράδες. Τη Μεγάλη Παρασκευή με την περιφορά του Επιταφίου στους δρόμους γύρω από τον Άγιο Σάββα σταματούσε η κυκλοφορία και η αιγυπτιακή αστυνομία συνόδευε τιμητικά την πομπή. Αρχηγός της έφτασε να γίνει Ρωμιός, ο Ρεμανδάς μπέης. Την Πρωτομαγιά πήγαιναν στο ποτάμι, στα Γάλατα του Ρον Πουάν.
Τα θέατρα της πόλεως ήταν ελληνικά, η "Ζιζίνια", του "Μομφεράτου", το "Ελβέτσια". Έφερναν ξένους θιάσους και γαλλικά μπαλέτα. Το χειμώνα στην "Αλάμπρα" και το καλοκαίρι στο "Λούνα Παρκ"έρχονταν οι καλύτεροι ελληνικοί θίασοι. Η Κοτοπούλη, ο Βεάκης, η Παπαδάκη, ο Παπάς, ο Λογοθετίδης, η ελληνική όπερα. Στους κήπους του Αντωνιάδη ο Μουζενίδης ανέβασε αρχαίες τραγωδίες. Ελληνικοί ήταν και οι περισσότεροι κινηματογράφοι της Αλεξάνδρειας: η "Κονκόρντια", η " Ίρις", το "Γκαιτέ", το "Ρουαγιάλ", το κινηματοθέατρο "Μωχάμετ Άλυ", το "Στραντ", το "Ριάλτο", το"Οντεόν" κλπ. Το ίδιο και τα ξενοδοχεία, τα κέντρα διασκεδάσεως και τα ζαχαροπλαστεία. Ονομαστά ήταν το μεγάλο και το μικρό ("Γκραν" και "Πτι") Τριανόν, το "Ντελίς", τα δύο καταστήματα του"Αθηναίου", το "Μπωντρό", του "Παστρούδη", του "Τορναζάκη" κλπ.
Η Αλεξάνδρεια οικίζεται από Έλληνες το 1815. Προϋπήρχαν μερικοί καλόγηροι στο μοναστήρι του Αγίου Σάββα. Το 1835 γίνεται έδρα του πρώτου Γενικού Προξένου της Ελλάδας. Πριν από το 1843 αποκτά την πρώτη οργανωμένη κοινότητα και γρήγορα γίνεται το μεγαλύτερο παροικιακό κέντρο της Αιγύπτου. Κατά μία πληροφορία στα χρόνια της γαλλικής κατοχής οι Έλληνες στην Αλεξάνδρεια φτάνουν τις σαράντα οικογένειες (100- 250 άτομα).
Το Μάρτιο 1820 έρχεται ο Φιλικός Αντώνιος Πελοπίδας για να συγκεντρώσει χρήματα για τον Ιερό Αγώνα. Εκτός από εμπορεύματα, οι Έλληνες της Αλεξάνδρειας έστειλαν στην Ελλάδα 14.000 τάλιρα, από τα οποία τα 3.200 προσέφερε ο Νικόλαος Κάλογλου. Στη Φιλική Εταιρία είχαν μυηθεί ακόμα ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος, ο Κυριάκος Τασίκας και ο Θεόδωρος Τοσίτσας, οι οποίοι ανέπτυξαν σπουδαία δράση και κατήχησαν πολλούς ομογενείς, ο Θεοδωρής Δημητρίου, ο Φίλιππος Τζανέτογλους, ο Γρηγόριος Τζάνος, ο Αντώνιος Ψαρρός, ο Αθανάσιος Καζούλλης και ο Κωνσταντίνος Λαχανάς και ο Ζαχαρίας Αθανασίου που πήραν ενεργώς μέρος στην Επανάσταση.
Όπως αναφέρεται στο πρώτο ελληνικό ημερολόγιο, που κυκλοφόρησε στην Αίγυπτο το 1872 με τον τίτλο "Αιγυπτιακόν Ημερολόγιον", ως το 1871 υπάρχει στην Αλεξάνδρεια ελληνικό ταχυδρομείο. Το ίδιο ημερολόγιο μας πληροφορεί ότι την περίοδο αυτή ο ελληνικός πληθυσμός της φτάνει περίπου τους 25.000 κατοίκους. Με την αύξηση του ποιμνίου του, το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας αποκτά υπόσταση και κύρος.
Στην Αλεξάνδρεια γίνεται κυρίως η συσσώρευση του παροικιακού κεφαλαίου, ιδρύονται τράπεζες, μεγάλοι εμπορικοί και ναυτιλιακοί οίκοι. Από το 1860 το εμπόριο του βαμβακιού βρίσκεται σχεδόν μόνο σε ελληνικά χέρια, την ίδια εποχή εμφανίζεται και το πρώτο περιοδικό έντυπο στα ελληνικά. Η κοινότητα ιδρύει εκκλησίες, νοσοκομείο και σχολεία με αξιόλογη κίνηση. Οι ελληνορθόδοξοι ναοί της Αλεξανδρείας έγιναν τελικά 13: ο Ευαγγελισμός, ο Άγιος Σάββας, οι Ταξιάρχες και ο Άγιος Νικόλαος στην Ιμβραημία, η Κοίμησις στο Νεκροταφείο, οι Άγιοι Θεόδωροι στο Κοτσίκειο Νοσοκομείο, η Αγία Αικατερίνη στο Μπενάκειο Ορφανοτροφείο, ο Άγιος Παντελεήμων στο Αντωνιάδειο Γηροκομείο, ο Άγιος Γεώργιος στο Κανισκέρειο, ο Άγιος Στέφανος, ο Προφήτης Ηλίας, η Αγία Παρασκευή στο Ράμλι και οι Άγιοι Ανάργυροι στο προάστιο του Αβουκίρ.
Ο Ευαγγελισμός θεμελιώθηκε το 1847 από τον πατριάρχη Ιερόθεο Β'(1847- 1858), ο οποίος έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας. Χάρη στις ενέργειες του ίδιου ιδρύθηκε το 1848 Παρθεναγωγείο στην Αλεξάνδρεια. Με γράμμα του στον τσάρο Νικόλαο και στη Ρωσική Σύνοδο ζήτησε βοήθεια για τα ελληνικά σχολεία και τα φιλανθρωπικά ιδρύματα της πόλεως. Από επιστολή του Πορφυρίου Ουσπένσκι μαθαίνουμε ότι ο ίδιος πατριάρχης ενδιαφέρθηκε και για το ελληνικό νοσοκομείο Αλεξανδρείας.
Στα χρόνια, που ακολουθούν, εσωτερικές ταραχές δημιουργούνται ανάμεσα στην Ελληνορθόδοξη Εκκλησία και την Κοινότητα, που παύουν τον καιρό της πατριαρχίας του Σωφρονίου Δ' του Βυζαντίου (1870- 1890). Ο ιεράρχης αυτός ενισχύει την Κοινότητα για τη δημιουργία ναών, εκπαιδευτηρίων και φιλανθρωπικών καταστημάτων. Αναφέρονται την εποχή του Σωφρονίου Δ' η ίδρυση του ελληνικού νοσοκομείου Αλεξανδρείας " Άγιος Σωφρόνιος" (1875), του ναού του Προφήτη Ηλία στο Ράμλι (1880), του ναού της Κοιμήσεως του ελληνικού νεκροταφείου Αλεξανδρείας, που οικοδομήθηκε με δαπάνη της Κοινότητας, Μάρθας Ναούμ, Θεοδώρου και Ν. Καζούλλη.
Κατά το βομβαρδισμό και την πυρκαγιά του 1882 η παροικία μεταφέρθηκε με πλοία στην Ελλάδα, από όπου επέστρεψε σε λίγο για να ανοικοδομήσει τα σπίτια και τις εργασίες της. Το Νοέμβριο του 1885 πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας έγινε ο εθνικός ευεργέτης Γεώργιος Αβέρωφ, που βρήκε την Κοινότητα χρεωμένη με είκοσι χιλιάδες αγγλικές λίρες, στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Ο Αβέρωφ ήλθε τότε σε συνεννόηση με τον πατριάρχη Σωφρόνιο Δ' και τους πρόκριτους της παροικίας και κατέβαλαν ο πατριάρχης 25.000 φράγκα, ο ίδιος 25.000, ο Ιωάννης Αντωνιάδης 40.000, ο Κ. Ζερβουδάκης 40.000 και άλλοι μικρότερα ποσά για την απόσβεση του χρέους της Κοινότητας.
Ο Αβέρωφ προσέφερε πολλά τόσο στον Ελληνισμό της Αλεξανδρείας όσο και στην Ελλάδα. Το Αβερώφειο Γυμνάσιο Αρρένων, μαζί με τη Σαλβάγειο Εμπορική Σχολή, το Ανώτερο Παρθεναγωγείο και άλλα ιδρύματα κτίστηκε στην περιοχή του Σάτμπυ. Είχε ιδιαίτερο κτίριο για γυμναστικές ασκήσεις, βιβλιοθήκη με σπάνιες παλαιές εκδόσεις, χημείο για την εξάσκηση των μαθητών, ολόκληρο θέατρο με καμαρίνια και εξώστη (το θέατρο Ιουλίας Σαλβάγου), εγκαταστάσεις για συσσίτιο και πρωινό ρόφημα, τεράστιες αυλές και γήπεδα ποδοσφαίρου και καλαθοσφαίρας. Σήμερα, μετά τη διαρροή του Ελληνισμού της Αλεξανδρείας, έχουν συγκεντρωθεί στο Σάτμπυ η Κοινότης, οι Προξενικές αρχές κ.ά.
Τιμώντας την προσφορά του Γ. Αβέρωφ η Ελλάδα έστησε τον ανδριάντα του μπρος στο Παναθηναϊκό Στάδιο και η Κοινότης Αλεξανδρείας στην αυλή της Τοσιτσαίας, έργο του Γ. Βιτάλη από πεντελικό μάρμαρο. Η παροικία θρήνησε σύσσωμη το θάνατό του το 1899. Τα οστά του μεταφέρθηκαν αργότερα στην Ελλάδα με το πολεμικό "Μιαούλης".
Το πρώτο δημοτικό σχολείο ίδρυσαν οι αδελφοί Τοσίτσα και ο Ν. Στουρνάρας και ονομαζόταν "Σχολείον των Γραικών εις Αλεξάνδρειαν". Για το πρώτο αυτό σχολείο δεν έχουμε επαρκείς πληροφορίες. Το 1854 κτίστηκε με δαπάνη του Μ. Τοσίτσα σε οικόπεδό του, που χάρισε στην Κοινότητα, η Τοσιτσαία Σχολή, στην οποία λειτουργούσε Ελληνικό και Αλληλοδιδακτικό Τμήμα και Παρθεναγωγείο. Το 1886 ανεγέρθηκε μεγαλύτερο σχολείο, η Νέα Τοσιτσαία, με νηπιαγωγείο και γυμνασιακές τάξεις. Στη μετόπη της ήταν χαραγμένη με κεφαλαία γράμματα η επιγραφή "Απάντων Πατρίς Αγιώτατον".
Εδώ στεγάστηκε πρόσφατα, με τη σύμπτυξη της παροικίας, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Το 1894 λειτούργησε το Αβερώφειο Παρθεναγωγείο, το 1909 η Ζερβουδάκειος Σχολή Μέσης Εκπαιδεύσεως και το 1926 η Φαμηλιάδειος Σχολή. Αλλά δεν ήταν τα μόνα. Σχολεία ελληνικά λειτούργησαν στην Ιμβραημία, στον Προφήτη Ηλία, νυκτερινά και ξένων γλωσσών στην Τοσιτσαία, Σχολή Κοπτικής και Ραπτικής (1934), που τελικά ονομάστηκε Σχολή Αμφιέσεως κλπ. Λειτούργησαν και αρκετά ιδιωτικά: το Λύκειο Ιω. Γκίκα (1896), το Λύκειο "Κοραής", το Λύκειο "Ζήνων", το Λύκειο "Αριστοτέλης", το Λύκειο"Πυθαγόρας", το Λύκειο Αρτεμίδου, το Εθνικόν Λύκειον, η Εμπορική Ακαδημία, το Μανοπούλειον, το Ομήρειον, το Λύκειο "Παλλάς", το Αλεξανδρινόν, τα Λύκεια Ιερείδη, Κανάννη, Ξένου κλπ. Πατριαρχικό ήταν το γυμνάσιο "Φώτιος".
Στην Αλεξάνδρεια έδρευε ο τραπεζίτης Γ. Γούσιος με δράση κατά την εθνική συμφορά του 1897, ο Ζερβουδάκης, ο Συνοδινός, ο Σαλβάγος, ο Χωρέμης, ο Μπενάκης, ταγοί της παροικίας που θα φέρουν τον Ελληνισμό της πόλεως στο πλευρό του Βενιζέλου. Η οικονομική ευεξία του ελληνικού στοιχείου της Αιγύπτου στα χρόνια αυτά εκφράζεται με αξιόλογες πραγματοποιήσεις σε όλους τους τομείς. Ελληνικά σωματεία, εκτός από την Κοινότητα Αλεξανδρείας, δημιουργήθηκαν πάρα πολλά. Ποιητική συλλογή τυπωμένη το 1861 στην Αθήνα, η "Μικρά Ανθοδέσμη" της Ελένης Γουσίου, μας δίνει την πληροφορία ότι το 1858 υπήρχε στην Αλεξάνδρεια σωματείο με την ονομασία " Ελληνική Νεολαία".
Η Γουσίου είναι η πρώτη Ελληνίδα που έγραψε ποιήματα στην Αίγυπτο. Είχε γεννηθεί το 1840 στη Νάξο και το 1849 έφτασε στην Αλεξάνδρεια, γιατί ο πατέρας της, δημόσιος υπάλληλος, παύτηκε από την Κυβέρνηση και πήγε στην Αίγυπτο για να κάνει την τύχη του.
Την 7η Ιανουαρίου 1873 ιδρύθηκε η Κυπριακή Αδελφότης, που είχε τους σκοπούς της την "αντίληψιν απόρων φιλομαθών και χρηστής διαγωγής Κυπρίων νέων, προς εξακολούθησιν των σπουδών του". Την 17/20 Δεκεμβρίου 1888 δημιουργήθηκε στην Αλεξάνδρεια το σωματείο "Σεράπειον" με σκοπό "την πνευματικήν και ηθικήν ανάπτυξην των εις αυτό φοιτώντων δια φιλολογικών και άλλων επιστημονικών ομιλιών ή μαθημάτων, δια συνδιαλέξεων και παντός άλλου σκοπίμου και εφικτού μέσου και η εκ των ενόντων συνδρομή προς ίδρυσιν ή υποστήριξιν εκπαιδευτικών καταστημάτων".
Το 1904 ιδρύθηκε η Ελληνική Κοινότης Ιβραημίας. Παλαιότερα λειτούργησε Ελληνική Κοινότητα και στο Ράμλι, η οποία ενσωματώθηκε μ' εκείνη της Αλεξανδρείας. Ελληνική Κοινότητα ιδρύθηκε το 1922 και στο προάστιο Αβουκίρ. Κι εκεί οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις ήταν σε χέρια ελληνικά. Το μεγαλύτερο ξενοδοχείο "Νιου Βικτώρια", τα παραθαλάσσια κέντρα "Ζεφύριον", "Αμπουκίρ", "Μαζέστικ", τα παντοπωλεία, οι φούρνοι, το μοναδικό τότε γαλακτοπωλείο.
Στις 25 Ιουλίου 1905 ιδρύθηκε το σωματείο "Αισχύλος Αρίων", που παρουσίασε πλούσια εκπαιδευτική, κοινωνική και πνευματική δράση. Η Ένωσις Ελληνίδων Κυριών "Μάννα" διατηρούσε από το 1919 νυκτερινή σχολή θηλέων και νηπιοτροφείο, που μετά τη διαρροή συγχωνεύτηκε με το Μπενάκειο Ορφανοτροφείο θηλέων, ίδρυμα της Πηνελόπης Δέλτα, κόρης του Εμμ. Μπενάκη (1905). Τα ορφανά αγόρια στεγάζονταν στο Κανισκέρειο Ορφανοτροφείο του "Αισχύλου Αρίωνος". Το 1909 ιδρύθηκε ο επιστημονικός σύλλογος "Πτολεμαίος ο Α'", που έδρασε κυρίως, με τον "Κυανό Σταυρό" στον αντιφυματικό αγώνα και με τη σχολή επισκεπτριών Αδελφών.
Μαζί του συστεγάζεται στο κτίριο του Σώτερ και η Ένωσις Φιλομούσων Κυριών και Δεσποινίδων. Άλλα αξιόλογα σωματεία ήταν η "Μέλισσα" (1916), που ίδρυσαν η Πηνελόπη Δέλτα και η Δ. Συναδινού με σκοπό την παροχή ενδυμάτων στα άπορα παιδιά, η Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών (1894), το Λαϊκό Συσσίτιο (1931), δημιούργημα του Κ. Λαγουδάκη, ο Όμιλος Εκδρομέων Αλεξανδρείας (1928) "Οι Φίλοι της Υπαίθρου" (1933), ο Ναυτικός Όμιλος (1909) κλπ. Πάρα πολλά ελληνικά αθλητικά σωματεία λειτούργησαν στην Αλεξάνδρεια. Από αυτά τα σπουδαιότερα υπήρξαν ο "Μίλων", οργανωτής των πρώτων παναιγυπτίων αγώνων, η Αθλητική Ένωσις Ελλήνων Αλεξανδρείας στο Σώτερ, δίπλα στα σχολεία του Σάτμπυ και ο Ελληνικός Αθλητικός Όμιλος Ιβραημίας.
Υπήρξαν επίσης πολλές τεκτονικές στοές, όπως ο "Μεγ. Αλέξανδρος", ο "Παρθενών", το "Σύμπαν", ο " Άτλας", αι "Αθήναι", ο "Ραμσής", η "Μέμφις" και του "Κάνωπος" στο Αμπουκίρ. Ακόμη πολλά επαγγελματικά, πνευματικά και τοπικά σωματεία (αδελφότητες) και σώματα προσκόπων, ναυτοπροσκόπων και οδηγών. Οι "Απόφοιτοι" διέθεταν δωρεάν σχολικά βιβλία στους άπορους μαθητές και ανέπτυξαν πλούσια θεατρική κίνηση.
Δεν υπήρξε τομέας οικονομικής δραστηριότητας στον οποίο να μη πρωτοστατήσουν ή να μην αναμιχτούν οι Έλληνες της Αλεξάνδρειας. Οι μεγαλύτερες βιομηχανίες της πόλεως ήταν ελληνικές: η σαπωνοποιία και ελαιουργία Ζερμπίνη, τα σιγαρέττα Κουταρέλλη, Τσανακλή κλπ. οι χαρτοποιίες Λαγουδάκη και Νανοπούλου, η υφαντουργία Πιαλοπούλου, τα αεριούχα ποτά Σαλβάγου, Σπάθη, Πανέρα κλπ., η επεξεργασία δερμάτων, οι οινοποιίες Τσανακλή, Ζώττου, Βολανάκη, Κασιμάτη κλπ.
Οι μακαρονοποιίες, τα εμπορικά καταστήματα, τα είδη νεωτερισμών, οι τράπεζες Εθνική, Εμπορική, Ιονική κλπ., τα βιβλιοπωλεία, τα μεταλλεία και ορυχεία, η βιομηχανία των υλικών οικοδομών, τα χημικά προϊόντα, οι αλευρόμυλοι, η βιομηχανία ζαχαρωδών προϊόντων, η σοκολατοποιία, η βουτυροκομία, η τυροκομία, τα αλλαντικά, η κονσερβοποιία, η ζυθοποιία, τα τουριστικά πρακτορεία, τα παντοπωλεία, η μεταλλουργία, η κηροποιία, τα καφεκοπτεία, τα γουναράδικα κλπ.
Η ακτινοβολία του Ελληνισμού της Αλεξάνδρειας επεκτείνεται σε όλους τους τομείς και υπήρξε γόνιμη για την πρόοδο της χώρας που τον φιλοξενούσε. Στη δραστηριότητα αυτή πρωταρχικό ρόλο έπαιξε η βαμβακοκαλλιέργεια, η οποία όχι μόνο αξιοποίησε τις ακαλλιέργητες εκτάσεις, αλλά προσέφερε στην Αίγυπτο το σταθερότερο των εθνικών της εισοδημάτων. Δεν είναι τυχαίο ότι το όνομα του Γ. Σακελλαρίδη, που είναι ο εφευρέτης της ομώνυμης ποικιλίας είναι σήμερα παναιγυπτίως γνωστό και η μνήμη του αντικείμενο ιδιαιτέρου σεβασμού από τους Αιγυπτίους.
Αν προσθέσουμε σ' αυτήν την εισαγωγή του αμπελιού από το Ν. Τσανακλή, τις αρδευτικές εργασίες των Ελλήνων, τη συμβολή τους στην οργάνωση της νοσοκομειακής περιθάλψεως και την επιστημονική βοήθεια, που έδωσαν, κατανοούμε το μέγεθος της ηθικής και πνευματικής ακτινοβολίας μιας παροικίας, που και σήμερα ακόμη, που βρίσκεται στο στάδιο της μοιραίας παρακμής, δεν παύει να ασκεί γοητεία σε όλους εκείνους που βλέπουν στην τωρινή παρουσία της τη συνέχιση της μεγάλης ελληνιστικής παραδόσεως και της νεωτέρας ελληνικής ακμής.
Στο χώρο των Γραμμάτων είναι ίσως η σημαντικότερη προσφορά των Ελλήνων της Αλεξανδρείας. Οι λογοτεχνικές τάσεις που διαμορφώνονταν στον ελληνικό χώρο, μεταλαμπαδεύονταν αμέσως στην Αίγυπτο και ιδιαίτερα στην Αλεξάνδρεια, που ήταν και το κέντρο της πνευματικής ζωής της χώρας του Νείλου. Τα ρεύματα αυτά διασταυρώνονταν με εκείνα που η ευαίσθητη κεραία των Αλεξανδρινών διανοουμένων δεχόταν από την υπόλοιπη Ευρώπη.
Η Αλεξάνδρεια, μεγάλο μεσογειακό λιμάνι, με διεθνή κοινωνική σύνθεση, είχε γίνει ευρωπαϊκό παιδευτικό και οικονομικό κέντρο και συνέβαλε σημαντικά στη γρήγορη μετάδοση των πνευματικών μηνυμάτων της Ευρώπης. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα τελευταία αυτά έφταναν στους Αιγυπτιώτες Έλληνες νωρίτερα παρά στην Ελλάδα.
Σε ορισμένη περίοδο η πόλη κυριαρχούσε στην πανελλήνια πνευματική ζωή. Πολλοί αξιόλογοι Νεοέλληνες λογοτέχνες, όπως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο Κωστής Παλαμάς, ο Νίκος Καζαντζάκης κ.ά. κατέφευγαν συχνά στη φιλοξενία των αλεξανδρινών περιοδικών, μερικά από τα οποία, όπως τα "Γράμματα" και η "Νέα Ζωή", έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στο κίνημα του δημοτικισμού και στην ανάπτυξη της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Στον τελευταίο πόλεμο η Αλεξάνδρεια ήταν το επίκεντρο της ελληνικής εκδοτικής δράσεως.
Αυτή η "Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος" τυπωνόταν στο πατριαρχικό τυπογραφείο της οδού Saint Saba με την ένδειξη "επί του θωρηκτού (Αβέρωφ εν λιμένι Αλεξανδρείας (Ιούνιος 1941)" και στο αλεξανδρινό τυπογραφείο του "Εμπορίου" με την ένδειξη "εν Καΐρω" (Ιούνιος- Σεπτέμβριος 1943).
Το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο έφερε στην Αίγυπτο ο Ναπολέων Βοναπάρτης, ο οποίος έφτασε στην Αλεξάνδρεια την 1η Ιουλίου 1798. Δε σώζεται κανένα βιβλίο τυπωμένο σ' αυτό. Όπως είναι γνωστό το" Άσμα Πολεμιστήριον" του Αδαμαντίου Κοραή (1800), το οποίο φέρεται τυπωμένο "εν τη κατ' Αίγυπτον Ελληνική Τυπογραφία" έχει σίγουρα εκδοθεί στο Παρίσι. Από τα παλαιότερα τυπογραφεία ήταν του Ευρωπαϊκού Ταχυδρομείου (1853), ο "Νείλος" (1862), Ηλίας Π. Ζαγκλή και Φερδινάνδου Φ. Όδδη (1886), το "Αρκάδιον" (1867), ο "Κοραής" στην Οδό Ευαγγελιστρίας και η "Ηχώ" (1896) Μιχ. Κ. Νομικού, "Εμπορίου" Ι. Μούσκου, Κοσμά Κ. Νομικού στην οδό Κλεοπάτρας (1870), Αδελφών Κουρμούζη και εφημερίδας "Αλεξανδρείας" (1874), της εφημερίδας "Ημερήσια Νέα" (1875), η "Ελπίς"Π. Γριτσάνη και Στ. Δαβιδοπούλου, του Ξενοφώντος Σάλτη (1876), Α. Βιτάλη (1882), Β. Πενασσών (1883), εφημερίδας "Ομονοίας" (1885), Βιτάλη και Μανουσάκη (1887), η "Μεταρρύθμισης" (1888), εφημερίδας "Τηλεγράφου" Ι.Κ. Λαγουδάκη, Βιτάλη και Λημνίου (1889), "Ταχυδρόμου" Γ. Τηνίου στην οδό Αιγ. Ταχυδρομείου (1890), Ε. Γκίμπελ (1894), "Θρησκευτικής Φωνής" (1897), ο "Κάδμος"Π. Ζανουδάκη (1898) και η "Νέα Ζωή" Δ. Κασιμάτη- Κ. Ιωνά. Τα σημαντικότερα ήταν του "Εμπορίου", το Πατριαρχικό Τυπογραφείο, του "Ταχυδρόμου" στην οδό Ζαγκαρόλα κλπ.
Η δημοσιογραφία και γενικά η έκδοση περιοδικών εντύπων είναι μια άλλη πτυχή της δραστηριότητας του Αλεξανδρινού Ελληνισμού, από τις πιο πλούσιες. Από τις τάξεις της αλεξανδρινής δημοσιογραφίας ξεπήδησε ο Σ. Λιότσης, ο σημαντικότερος εκπρόσωπός της, ένας μαχητικός και τίμιος αγωνιστής των ιδεωδών του, που άφησε κυριολεκτικά εποχή.
Άλλες σπουδαίες μορφές υπήρξαν ο Αναστάσιος Βιτάλης και ο γαμπρός του Γεώργιος Τήνιος στυλοβάτης της μεγαλύτερης και μακροβιότερης ημερησίας ελληνικής εφημερίδας της Αλεξάνδρειας, του"Ταχυδρόμου", που εξακολουθεί την έκδοσή του και σήμερα. Άλλες ημερήσιες εφημερίδες που βγήκαν στην Αλεξάνδρεια ήταν ο "Τηλέγραφος" του Ξεν. Σάλτη (1880), που συγχωνεύθηκε με τον"Ταχυδρόμο", η "Εφημερίς" του Ν. Καραβία (1910), η "Ανατολή" του Κ. Αρβανιτόπουλου (1932), η "Ημέρα" του Κ. Κασιμάτη (1942), τα "Ημερήσια Νέα", όργανο του βιομήχανου Άγγ. Κουταρέλλη κλπ.
Όσο για τις περιοδικές εκδόσεις πρέπει να πούμε ότι πολλά αλεξανδρινά περιοδικά είχαν ευρωπαϊκή εμφάνιση και χαρακτήρα. Αναφέρω ενδεικτικά τη "Νέα Ζωή", τα "Γράμματα", το "Σεράπιο", τα"Παναιγύπτια", την "Αλεξανδρινή Τέχνη", τη "Σκέψη" και τον "Εκκλησιαστικό Φάρο", περιοδικό του Πατριαρχείου, που άφησαν εποχή. Η πνευματική ζωή του Ελληνισμού της Αιγύπτου, αλλά και γενικότερα ακόμη το όνομά του είναι δεμένο πια με εκείνο του μεγάλου ποιητή Κ.Π. Καβάφη, του κατ' εξοχήν αυτού Αλεξανδρινού, που αναβίωσε μιαν ολόκληρη εποχή του ελληνιστικού παρελθόντος της Αλεξάνδρειας με το έξοχο ποιητικό του έργο.
Μαζί με τον Καβάφη και άλλες μορφές συνθέτουν το πολύπτυχο της αλεξανδρινής διανοήσεως. Ο πεζογράφος Νίκος Νικολαϊδης, οι ποιητές Γλαύκος Αλιθέρσης και Πέτρος Μάγνης, ο ιστορικός Χρ. Νομικός, ο κοινωνιολόγος Γ. Σκληρός, ο λησμονημένος, αλλά αξιολογότατος Δημ. Ζαχαριάδης είναι ασφαλώς οι κορυφαίοι. Σ' αυτούς προσθέτουμε και τον Τίμο Μαλάνο, τελευταίο εκπρόσωπο της περιόδου της ακμής.
Πολλοί εξ άλλου Έλληνες της Αλεξανδρείας διακρίθηκαν στους υπόλοιπους καλλιτεχνικούς τομείς, στη μουσική, στη ζωγραφική, στη γλυπτική. Ο Κ. Παρθένης γεννήθηκε κι αυτός στην Αλεξάνδρεια το 1878 από πατέρα Έλληνα, που ήταν πρόξενος της Αγγλίας, και από μητέρα Ιταλίδα. Ο Δημ. Λίτσας υπήρξε ασφαλώς ο σημαντικότερος Αλεξανδρινός ζωγράφος, που έζησε και έδρασε στην Αίγυπτο. Άλλα αξιόλογα ονόματα: Γ. Κεφαλληνός, Θάλεια Φλωρά- Καραβία, Γιάννης Μηταρόκαης, Μίκης Ματσάκης, Ιωάννης Δούκας, ο Αρ. Αγγελόπουλος και πολλοί νεότεροι. Στους γλύπτες περιλαμβάνονται ο Γιάννης Παπάς, ο Χ. Μπας, ο Αν. Λαζαρίδης, ο Θ. Θωμόπουλος κ.α. Στο χώρο της μουσικής πρέπει να αναφέρουμε τα ονόματα της Τζίνας Μπαχάουερ, του Γιάννη Χρήστου, του Μάνου Λοΐζου, του Ντέμη Ρούσσου, του Μουστακί κ.ά. Ντόπιοι θίασοι συγκροτήθηκαν κατά καιρούς πολλοί, όπως του Μ. Δημητρίου (1939), του Κ. Σαρολίδη, ο Ελληνικός Θίασος Αλεξανδρείας, του Νίκου Λώρη, της Μ. Γιαννούλη, του Χρ. Μεταξά, των Αποφοίτων, της ΧΑΝ κλπ.
Δε θα ήταν υπερβολή αν γράφαμε ότι ο Αλεξανδρινός Ελληνισμός έγραψε στη χώρα του Νείλου μια από τις ωραιότερες σελίδες της Αποδημίας.