Ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου Πανίκος Δημητριάδης διαβεβαίωσε ότι σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών θα δοθεί μάχη προκειμένου οι όροι, που θα προταθούν από την Τρόικα για το δάνειο προς την Κύπρο, να μην υποσκάπτουν τις προοπτικές ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας.
Στην πρώτη δημόσια ομιλία από την ανάληψη των καθηκόντων του, η οποία έγινε στη Λεμεσό στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο, ο κ. Δημητριάδης, κατέστησε σαφή τη στήριξη της ΚΤΚ στην απόφαση της Κυβέρνησης για προσφυγή της Κύπρου στον Μηχανισμό Στήριξης και τόνισε ότι αυτό «θα βοηθήσει την Κύπρο με ουσιαστικό τρόπο να ξεπεράσει τα σημερινά προβλήματα και να επανέλθει το συντομότερο δυνατό σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης».
Η κυπριακή οικονομία, επεσήμανε, εξακολουθεί, παρά τις σημερινές δυσκολίες, να αποτελεί μια κατά βάση εύρωστη οικονομία. Αν και η διεθνής οικονομική κρίση και η κρίση χρέους στη ζώνη του ευρώ έφερε στην επιφάνεια διάφορα διαρθρωτικά προβλήματα και προκάλεσε ταυτόχρονα τεράστιες ζημιές στις κυπριακές τράπεζες, εντούτοις, λόγω της υγιούς βάσης των οικονομικών δεδομένων της Κύπρου τα προβλήματα, είπε ο κ. Δημητριάδης, «είναι διαχειρήσιμα».
Επίσης , έκανε ειδική αναφορά στην ύπαρξη σημαντικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, τονίζοντας ότι «αποτελεί μια νέα σημαντική ελπιδοφόρα εξέλιξη, η οποία με σωστούς χειρισμούς από την πολιτεία θα ενισχύσει ουσιαστικά την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της χώρας, αυξάνοντας σημαντικά το βιοτικό επίπεδο του κυπριακού λαού».
Ο κ. Δημητριάδης υπογράμμισε παράλληλα και την ανάγκη για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Κύπρου μέσω μιας σειράς από διαρθρωτικά μέτρα που θα στοχεύουν στην αύξηση της παραγωγικότητας της Κύπρου και της ουσιαστικής βελτίωσης της αποδοτικότητας του μοντέλου ανάπτυξης στο οποίο αυτή βασίζεται. Μεταξύ άλλων, βοηθητικά, υπέδειξε, θα μπορούσαν να είναι τα μέτρα που εστιάζονται στην αναβάθμιση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, στην επιτάχυνση της διαδικασίας μετάβασης στην Οικονομία της Γνώσης, στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στην εύρυθμη λειτουργία του δημόσιου τομέα με την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών προς τον πολίτη και τις επιχειρήσεις και στην ισχυροποίηση της χώρας ως χρηματοοικονομικό κέντρο.
Για την κάλυψη των σημερινών κεφαλαιακών αναγκών των κυπριακών τραπεζών είπε ότι υπάρχουν και άλλοι παράμετροι που χρήζουν επανεξέτασης ή βελτίωσης και εξήγησε: «Καταρχήν, ο τραπεζικός τομέας είναι πολύ μεγάλος σε σύγκριση με το μέγεθος της κυπριακής οικονομίας. Συγκεκριμένα, στο τέλος Δεκεμβρίου 2011, το ενοποιημένο ενεργητικό του συνόλου των τραπεζών που λειτουργούν στην Κύπρο, περιλαμβανομένων και των συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων, ανήλθε, όπως αποτυπώνεται και στο διάγραμμα 1, σε περίπου 8 φορές το ΑΕΠ της χώρας, ενώ αυτό των εγχώριων τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων των συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων, σε περίπου 5,5 φορές το ΑΕΠ της Κύπρου». Η ΚΤΚ, ανακοίνωσε ο διοικητής, τους επόμενους μήνες θα εξετάσει σε βάθος, με τη βοήθεια εμπειρογνωμόνων - και τώρα και με τη βοήθεια του ΔΝΤ , τόσο το θέμα του βέλτιστου μεγέθους του τραπεζικού συστήματός όσο και το θέμα της βέλτιστης δομής του.
Επίσης, ανακοίνωσε την απεξάρτηση του κυπριακού τραπεζικού τομέα από την ελληνική οικονομία μέσω της θυγατροποίησης των υποκαταστημάτων των κυπριακών τραπεζών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Στόχος , είπε, είναι η διαδικασία αυτή να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2012.
Η δεύτερη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η κυπριακή οικονομία, τόνισε ο κ. Δημητριάδης, είναι η εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών. Στο σημείο αυτό διευκρίνισε ότι τα δημόσια οικονομικά της Κύπρου, παρά την επιδείνωση που παρουσίασαν λόγω κυρίως της κρίσης, «βρίσκονται σε καλύτερη θέση από το μέσο όρο της ευρωζώνης». Ειδικότερα, ανέφερε, το δημόσιο χρέος της Κύπρου ανήλθε στο 71,6% του ΑΕΠ για το 2011, ποσοστό χαμηλότερο από αυτό της ζώνης του ευρώ που τοποθετείται στο 78,2% αλλά και χαμηλότερο ισχυρών κρατών μελών, όπως η Γερμανία με το σχετικό ποσοστό να ανέρχεται στο 81,2% του ΑΕΠ για το 2011. Επιπρόσθετα, το προαναφερθέν ποσοστό της Κύπρου, πρόσθεσε, είναι χαμηλότερο από τα σχετικά ποσοστά της Ελλάδας, Ιρλανδίας και Πορτογαλίας (165,3%, 108,2% και 107,8% του ΑΕΠ, αντίστοιχα) και οριακά ψηλότερο από το σχετικό ποσοστό της Ισπανίας (68,5%)
Καταλήγοντας ο διοικητής της ΚΤΚ τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας μιας τραπεζικής ένωσης στην ευρωζώνη με ενιαία εποπτεία για τις συστημικές τουλάχιστον τράπεζες, υπενθυμίζοντας ότι την ίδια γνώμη συμμερίζεται ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι.
Στην πρώτη δημόσια ομιλία από την ανάληψη των καθηκόντων του, η οποία έγινε στη Λεμεσό στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο, ο κ. Δημητριάδης, κατέστησε σαφή τη στήριξη της ΚΤΚ στην απόφαση της Κυβέρνησης για προσφυγή της Κύπρου στον Μηχανισμό Στήριξης και τόνισε ότι αυτό «θα βοηθήσει την Κύπρο με ουσιαστικό τρόπο να ξεπεράσει τα σημερινά προβλήματα και να επανέλθει το συντομότερο δυνατό σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης».
Η κυπριακή οικονομία, επεσήμανε, εξακολουθεί, παρά τις σημερινές δυσκολίες, να αποτελεί μια κατά βάση εύρωστη οικονομία. Αν και η διεθνής οικονομική κρίση και η κρίση χρέους στη ζώνη του ευρώ έφερε στην επιφάνεια διάφορα διαρθρωτικά προβλήματα και προκάλεσε ταυτόχρονα τεράστιες ζημιές στις κυπριακές τράπεζες, εντούτοις, λόγω της υγιούς βάσης των οικονομικών δεδομένων της Κύπρου τα προβλήματα, είπε ο κ. Δημητριάδης, «είναι διαχειρήσιμα».
Επίσης , έκανε ειδική αναφορά στην ύπαρξη σημαντικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, τονίζοντας ότι «αποτελεί μια νέα σημαντική ελπιδοφόρα εξέλιξη, η οποία με σωστούς χειρισμούς από την πολιτεία θα ενισχύσει ουσιαστικά την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της χώρας, αυξάνοντας σημαντικά το βιοτικό επίπεδο του κυπριακού λαού».
Ο κ. Δημητριάδης υπογράμμισε παράλληλα και την ανάγκη για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Κύπρου μέσω μιας σειράς από διαρθρωτικά μέτρα που θα στοχεύουν στην αύξηση της παραγωγικότητας της Κύπρου και της ουσιαστικής βελτίωσης της αποδοτικότητας του μοντέλου ανάπτυξης στο οποίο αυτή βασίζεται. Μεταξύ άλλων, βοηθητικά, υπέδειξε, θα μπορούσαν να είναι τα μέτρα που εστιάζονται στην αναβάθμιση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, στην επιτάχυνση της διαδικασίας μετάβασης στην Οικονομία της Γνώσης, στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στην εύρυθμη λειτουργία του δημόσιου τομέα με την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών προς τον πολίτη και τις επιχειρήσεις και στην ισχυροποίηση της χώρας ως χρηματοοικονομικό κέντρο.
Για την κάλυψη των σημερινών κεφαλαιακών αναγκών των κυπριακών τραπεζών είπε ότι υπάρχουν και άλλοι παράμετροι που χρήζουν επανεξέτασης ή βελτίωσης και εξήγησε: «Καταρχήν, ο τραπεζικός τομέας είναι πολύ μεγάλος σε σύγκριση με το μέγεθος της κυπριακής οικονομίας. Συγκεκριμένα, στο τέλος Δεκεμβρίου 2011, το ενοποιημένο ενεργητικό του συνόλου των τραπεζών που λειτουργούν στην Κύπρο, περιλαμβανομένων και των συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων, ανήλθε, όπως αποτυπώνεται και στο διάγραμμα 1, σε περίπου 8 φορές το ΑΕΠ της χώρας, ενώ αυτό των εγχώριων τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων των συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων, σε περίπου 5,5 φορές το ΑΕΠ της Κύπρου». Η ΚΤΚ, ανακοίνωσε ο διοικητής, τους επόμενους μήνες θα εξετάσει σε βάθος, με τη βοήθεια εμπειρογνωμόνων - και τώρα και με τη βοήθεια του ΔΝΤ , τόσο το θέμα του βέλτιστου μεγέθους του τραπεζικού συστήματός όσο και το θέμα της βέλτιστης δομής του.
Επίσης, ανακοίνωσε την απεξάρτηση του κυπριακού τραπεζικού τομέα από την ελληνική οικονομία μέσω της θυγατροποίησης των υποκαταστημάτων των κυπριακών τραπεζών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Στόχος , είπε, είναι η διαδικασία αυτή να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2012.
Η δεύτερη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η κυπριακή οικονομία, τόνισε ο κ. Δημητριάδης, είναι η εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών. Στο σημείο αυτό διευκρίνισε ότι τα δημόσια οικονομικά της Κύπρου, παρά την επιδείνωση που παρουσίασαν λόγω κυρίως της κρίσης, «βρίσκονται σε καλύτερη θέση από το μέσο όρο της ευρωζώνης». Ειδικότερα, ανέφερε, το δημόσιο χρέος της Κύπρου ανήλθε στο 71,6% του ΑΕΠ για το 2011, ποσοστό χαμηλότερο από αυτό της ζώνης του ευρώ που τοποθετείται στο 78,2% αλλά και χαμηλότερο ισχυρών κρατών μελών, όπως η Γερμανία με το σχετικό ποσοστό να ανέρχεται στο 81,2% του ΑΕΠ για το 2011. Επιπρόσθετα, το προαναφερθέν ποσοστό της Κύπρου, πρόσθεσε, είναι χαμηλότερο από τα σχετικά ποσοστά της Ελλάδας, Ιρλανδίας και Πορτογαλίας (165,3%, 108,2% και 107,8% του ΑΕΠ, αντίστοιχα) και οριακά ψηλότερο από το σχετικό ποσοστό της Ισπανίας (68,5%)
Καταλήγοντας ο διοικητής της ΚΤΚ τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας μιας τραπεζικής ένωσης στην ευρωζώνη με ενιαία εποπτεία για τις συστημικές τουλάχιστον τράπεζες, υπενθυμίζοντας ότι την ίδια γνώμη συμμερίζεται ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι.