19 Ιουλίου 2013

Η διάδοση της ελληνικής γλώσσας στις ελληνικές παροικίες. Μέρος V. -αρθρο του εκδοτου κ Χρηστου Μαλασπινα της ομογενειακης τηλεφημεριδας Panhellenicpost.com

Panhellenic Post - The Online Newspaper of Hellenism 
http://PanhellenicPost.com

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Πρώτα να ζητήσουμε συγγνώμη από τους αναγνώστες μας (τους ευχαριστούμε όσους μπήκαν στον κόπο να μας τηλεφωνήσουν) για την καθυστέρηση της δημοσίευσης του άρθρου V  “Η διάδοση της ελληνικής γλώσσας στις ελληνικές παροικίες”. Λόγοι αιφνίδιας διήμερης απουσίας από την Αθήνα είναι υπεύθυνοι…
Είναι προφανές, από όσα εκθέσαμε στα άρθρα μας Ι,ΙΙ,ΙΙΙ, και ΙV της σειράς, ότι η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας από τα παιδιά των ομογενών μας, ασχέτως γενεάς, είναι, πρώτα χρήσιμη στα ίδια τα παιδιά. Έπειτα, λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος με την γενέτειτα των γονιών ή των παππούδων τους. Είναι, όμως, συνάμα και εθνική υποχρέωση κάθε Έλληνα να φροντίζει για τη διάδωση και διάσωση της ελληνικής γλώσσας.
Είναι κάτι αυτό που δεν το έχουμε αντιληφθεί εμείς οι Έλληνες, ας μου επιτραπεί να πω. Αντίθετα με τους Εβραίους που έμαθαν από ανάγκη και εξ αιτίας των συνθηκών να ζουν ως να βρίσκονται υπό συνεχή απειλή πολέμου, με τον γυλιό στην πλάτη, που λέγαμε στο στρατό, εμείς, με τόσους εχθρούς γύρω μας, με τους Τούρκους να μας απειλούν (αιτία Πολέμου τα 12 μίλια στο Αιγαίο), με τους Σκοπιανούς να λεηλατούν την Ιστορία και τον Πολιτισμό μας, με τους Αλβανούς να  έχουν εναντίον μας βλέψεις, έτσι για να σταχυολογήσουμε κάποια παραδείγματα, εμείς μέχρι σήμερα διάγουμε βίο “ανέφελο και ευτυχή”.
Βέβαια αυτό το τελευταίο ανετράπη τα προηγούμενα λίγα χρόνια, όχι όμως εξ αιτίας “πολεμικής”, αλλά οικονομικής! Και, πάντως, και στη νέα συννεφοσκεπή και δυσβάσταχτη κατάσταση που βρεθήκαμε, έγνοια μας τα οικονομικά και η επισιτιστική επιβίωσή μας. Όχι ο κίνδυνος εξ Ανατολών ή από Βορρά…
Εάν αναλογισθούμε τον κίνδυνο αυτό, θα διαπιστώσουμε, όμως, εύκολα πως πέρα από την αμυντική ικανότητα της χώρας, πέραν από τα διπλωματικά επιχειρήματα, χρειαζόμαστε να ζούμε και κάτω από συνθήκες αποτρεπτικές  κάθε εναντίον μας απόπειρας από όπου κι αν προέρχεται. Είτε αυτή αποσκοπεί στην κατάληψη και προσάρτηση εδαφών, είτε στην οικειοποίηση Φυσικών Κοιτασμάτων, είτε στην εκβιαστική “κοινοπραξία” για “συν”-εκμετάλλευση του Ορυκτού μας πλούτου.
Κυρίως, είναι εθνικά αναγκαίο να διατηρηθούν αρραγείς και ισχυροί οι δεσμοί Ομογένειας – μητροπολιτικού κέντρου. Και η γνώση και κατοχή της ελληνικής γλώσσας τα μέγιστα θα συμβάλλει σ΄αυτό. Είναι απαράδεκτο αντί να ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας να έλθουν σε επαφή με την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό της, εμείς να τα αποθαρρύνουμε με πρόσχημα την κόπωσή τους ή τις όποιες μας πρόσκαιρες απογοητεύσεις από την πατρίδα.
Βέβαια, αν είχε μυαλό τούτο το κράτος, θα είχε προ πολλού καθιερώσει και άλλους “δεσμούς” με την Ομογένεια. Όπως Οικονομικούς. Πολιτισμικούς και Θρησκευτικούς. Δεν το έχει πράξει. Και είναι κατακριτέο γι αυτό. Ωστόσο, επειδή πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, καθ’ α λέγεται,  θεωρούμε ότι είναι εφικτό έστω και τώρα να αλλάξει η νοοτροπία αντιμετώπισης της ομογένειας και από το ως κάτι το αυτονότο, το αυτόματο και το τυχαίο, να μετεξελιχθεί σε διαρκή προσπάθειακαλώς νοούμενου προσεταιρισμού, υγειούς οικονομικού ενδιαφέροντος και οφειλόμενης αναγνώρισης.
Ασφαλώς, οι σχέσεις Ελλάδος-Ομογένειας χρειάζονται δουλειά. Σκληρή. Συνεχή. Και από τα δύο μέρη. Οι αστοχίες της Αθήνας δεν περνούν απαρατήρητες. Οι επιπόλαιοι χειρισμοί, καταγράφονται. Οι ερασιτεχνισμοί και οι ωχαδελφισμοί κάνουν κακό στις σχέσεις με την ομογένεια όπου κι αν αυτή βρίσκεται.
Μπορεί η Ελλάδα να περνά δύσκολα τα τελευταία χρόνια. Πολλά από τα προβλήματα, όμως, που καταγράφουμε, όπως της Γλώσσας, είναι παλιά.  Οι σχέσεις με το μητροπολιτικό κέντρο δεν ήτανε, δυστυχώς, ποτέ του επιπέδου που επέβαλε η γνώση του αξιώματος ότι  η Ελλάς, είναι το κατ’ εξοχήν κράτος του κόσμου μετά το Ισραήλ, που απελευθερώθηκε, αναπτύχθηκε και προόδευσε κυρίως στηριζόμενο στα ξενιτεμένα του παιδιά…
Στο σημείο αυτό ας μας επιτραπεί να παραθέσουμε  και να τελειώσουμε -προσωρινά-  τη σειρά των άρθρων αυτών,  τις βιβλιογραμμένες θέσεις και απόψεις του Μπάμπη Μαρκέτου, ενός από τους πλέον σημαντικούς και αξιόλογους ομογενείς της Αμερικής που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανέλιξη και στην πρόοδο της ομογένειας στις ΗΠΑ.
Ο Μπάμπης Μαρκέτος την ήθελε – και πάλεψε γι’ αυτό – ενωμένη. Ομονοούσα και ομοψυχούσα ώστε απρόσκοπτα να βάδιζε το δρόμο της επιτυχίας και της καταξίωσης.  Την ήθελε δυναμική, δραστήρια και αποφασιστική, με κοινή συνισταμένη την αγάπη για την θετή πατρίδα και την λατρεία για την γενέτειρα.  Συγχρόνως την ήθελε να διατηρεί στον ανώτατο δυνατό βαθμό την ελληνικότητά της, να μιλάει ΚΑΙ τη Γλώσσα των πατέρων της και, παράλληλα, να επιδεικνύει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα αμερικανικά κοινά. Πίστευε ότι η απόκτηση της αμερικανικής υπηκοότητος από όσους Ελληνοαμερικανούς το επέτρεπαν οι προϋποθέσεις που θέτει η αμερικανική νομοθεσία, σε τίποτε δεν θα έβλαπτε το πρώτο συστατικό της ιδιότητος, ενώ συγχρόνως η δύναμη της αμερικανικής ψήφου θα μεταφράζονταν σε πολιτική επιρροή της Ελλάδος.
Ήθελε να συσφιχθούν ακόμη περισσότερο οι δεσμοί των Αποδήμων με το μητροπολιτικό κέντρο. Γνώριζε ότι ενωμένοι οι δύο αυτοί κρίκοι αποτελούν το υγιές κύτταρο του ελληνισμού.  Έβλεπε πέρα από κομματικές γραμμές και κυβερνητικές οριοθετήσεις.  Πίστευε ότι η μικρή Ελλάς, καθώς ευρίσκεται στο σταυροδρόμι επικίνδυνων ατραπών, δεν θα έμενε ποτέ ήσυχη από τους άσπονδους φίλους της.  Δίχως να παραγνωρίζει τους παραδοσιακούς δεσμούς φιλίας μεταξύ Ελλάδος και Αμερικής, γνώριζε ότι αναπόφευκτα θα υπέφεραν αυτοί οι δεσμοί κάθε φορά που η δεύτερη θα έκανε τις επιλογές της με βάση τα στρατιωτικό-γεωγραφικά συμφέροντα, τα οποία εξ αντικειμένου γέρνουν προς την πλευρά της εξ ανατολών γείτονος.
Μόνη δύναμη ισχυρή και ικανή να ισοζυγίσει τα ζύγια, θα ήταν η ενωμένη ελληνοπρεπής Ομογένεια, με την επιρροή που θα μπορούσε να ασκεί στο Κογκρέσο και τη Γερουσία, ακόμη και στο Λευκό Οίκο, αλλά, σε τελευταία ανάλυση και στην αμερικανική κοινή γνώμη, με την οποία έχει άμεση σχέση και συνάφεια που πολλές φορές ξεπερνά την επαγγελματική και κατατείνει στην ανθρώπινα φιλική, κοινωνική.
Για να επιτευχθούν όλα αυτά ο Μαρκέτος προέτασσε το τοπικό σωματείο, το σύλλογο μπροστά από την Εκκλησία. Στο δίλημμα σταυρός ή σημαία προέκρινε το  πρώτο να ακολουθεί στενά το δεύτερο.  Την πολιτική τέχνη πίστευε ότι μπορούσαν να ασκήσουν οι μεγάλες ομογενειακές Οργανώσεις, όπως η AHEPA.
Και, τέλος, επιζητούσε και υποστήριζε με  θέρμη την δημιουργία Υπουργείου Απόδημου Ελληνισμού στη γενέτειρα.