25 Αυγούστου 2010

Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης: Ένα αστέρι που δεν σβήνει στους Βορειοηπειρωτικούς Ουρανούς

(αναδημοσίευση από την Εφημ. «Λαϊκό Βήμα», 31/5/2007, άρθρο Β. Ιατρού)Γεννήθηκε το 1908 στην Δρούβιανη της Βορείου Ηπείρου. Με την βοήθεια του παππού του που ήταν εκλεκτό μέλος της Ελληνικής παροικίας στην Κωνσταντινούπολη και την προτροπή της μητέρας του τελείωσε το δημοτικό και γυμνάσιο στην Κέρκυρα και την Οδοντιατρική Αθηνών αριστούχος.Παρά τις δελεαστικές προτάσεις από το ίδιο το Πανεπιστήμιο, να παραμείνει ως καθηγητής προτίμησε το Αργυρόκαστρο γιατί ήθελε, όπως έλεγε ο ίδιος, να προσφέρει τις καλές του υπηρεσίες για την απελευθέρωση της ιδιαίτερης πατρίδας του. Εγκαταστάθηκε στην θρυλική πρωτεύουσα της Αυτονόμου Βορείου Ηπείρου όπου έγινε και πρωτεργάτης δημιουργίας του Εθνικού Μετώπου. Στην ταράτσα του σπιτιού του κυμάτιζε πάντα η ελληνική σημαία, ενώ στο υπόγειο είχε εγκαταστήσει ολόκληρο μηχανισμό μετάδοσης πληροφοριών και επικοινωνούσε με το αρχηγείο της θρυλικής VIIIης Μεραρχιαςστα ΙωάννιναΤην 7η Απριλίου, ημέρα που οι Ιταλοί επέλασαν στο Αργυρόκαστρο, το πρώτο σπίτι που βομβάρδισαν ήταν αυτό με την ελληνική σημαία του γιατρού Γρηγόρη Λαμποβιτιάδη. Εκείνη τη μοιραία ημέρα έπεσε νεκρή η σύντροφός του Ανδρονίκη Θάνου. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής, παρά το βαρύ πένθος ο λεβεντογιατρός από τη Δρούβιανη συνέχισε τον αγώνα με τους υπόλοιπους βορειοηπειρώτες, ενώ συμμετείχε ενεργά σε όλες τις πρωτοβουλίες της ΜΑΒΗ.Μετά την εκτέλεση του αείμνηστου Βασίλη Σιαχίνη, του πρώτου προέδρου της ΜΑΒΗ, ανέλαβε πλέον τη θέση του προέδρου της οργάνωσης. Εν τω μεταξύ, στα δύσκολα εκείνα χρόνια νυμφεύθηκε την Μαρία Σπετσαρία από Αμπελόκηπους Αθηνών (με καταγωγή απ’ τον Μύτικα Αιτωλοακαρνανίας) με την οποία απέκτησε τον Γιώργο, πρώην πολιτικό κρατούμενο και τέως πρόεδρο της ΟΜΟΝΟΙΑΣΚαθ’ όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου, οι Αλβανοί κομμουνιστές υπόσχονταν αυτοδιάθεση στην ελληνική κοινότητα, ενώ πισώπλατα μαχαίρωναν όσους Έλληνες πολεμούσαν για τα ελληνικά ιδανικά. Η πιο κραυγαλέα περίπτωση ήταν αυτή του Λευτέρη Τάλιου, ο οποίος σκοτώθηκε γιατί ήταν Έλληνας και μετά την απελευθέρωση ανακηρύχθηκε «ήρωας του αλβανικού λαού».
Μετά το 1944 η Αργυροκαστρίτικη κλίκα του Ενβέρ Χότζα σε συνεργασία με τα μειονοτικά αλητόπαιδα του βουνού, δηλητηριασμένα φανατικά απ’ την αρρώστια του αιώνα, τον κομμουνισμό, εξαπέλυσε λυσσαλέα επίθεση κατά του ελληνικού στοιχείου, φυλακίζοντας και εκτελώντας τα καλύτερα παιδιά της Βορείου Ηπείρου. Ο Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης ήταν ένας εξ αυτών.

Ο πρώην πολιτικός κρατούμενος Νίκος Ζέρης αφηγείται...
«Στις 28 Δεκεμβρίου 1945 συνελήφθη ο οδοντίατρος Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης, ο ηρωικός ιερέας Αλέξανδρος Καλούδης από Πρεμετή, ο Κώστας Θάνος δάσκαλος από Γόριτσα, ο Γιάννης Δήμας και η σύζυγός του Καλλιόπη από Λιουγκάρη, ο Μιχάλης Βράνος δάσκαλος από Βουλιαράτες, ο Κώστας Κυριάκος λειτουργούσε νερόμυλο, ο Ιωάννης Ηγουμενίδης γαμπρός του Κυριάκου και ο Βασίλης Ριστάνης από την ελληνική ψηλότερα Πρεμετής. Η Καλλιόπη Δήμα συνελήφθη στο Ραντάνι, ζαλωμένη με ελληνικές εφημερίδες τις οποίες μετέφερε κρυφά στο Αργυρόκαστρο. Με την ίδια ομάδα συνελήφθη ο Βασίλης Σιούκα από Άγιο Νικόλαο και ο Αθανάσιος Νάνο από Άνω Δρόπολη. Μας έκλεισαν απανωτούς στην τότε καθολική εκκλησία της πόλης και το ίδιο απόγευμα μας άρχισαν τα φρικτά βασανιστήρια. Για να σπάσουν το ηθικό μας, μας έκαναν ομαδικά βασανιστήρια. Θυμάμαι τον μέγα βασανιστή των Δροπολιτών τον “Xhemal”, ο οποίος ζητούσε να πιεί αίμα από μας. Επίσης πολύ αυστηρός και με πέτρινη ψυχή ήταν ο Jashar Kasimati, διευθυντής της ασφάλειας του quark. Ο αδικοκρατούμενος Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης τυραννίστηκε με μανία από τον δήμιο του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού τον εισαγγελέα Γιώργο Κώτσια. «Θυμάμαι», μας αφηγείται με τρεμάμενη φωνή ο Νίκος Ζέρης, «μια καταραμένη μέρα αφού τον ξεγύμνωσαν, τον έδεσαν από τα γεννητικά του όργανα και τον τραβούσαν στον δεύτερο όροφο της καθολικής εκκλησίας με σκοπό να του αποσπάσουν μαρτυρία και να ενοχοποίησει τους υπόλοιπους συνεργάτες του. Το παλικάρι όμως δεν λύγισε. Το μόνον που έκανε, φώναζε τη μάνα του τη Γιαννούλα και έλεγε: «Είμαστε αθώοι». Ο Γρηγόρης και όλοι εμείς ήμασταν αθώοι, το μόνο «αμάρτημά μας η ελληνική μας καταγωγή» ».

«Θάνατος στον φασισμό
Δυστυχώς οι βασανιστές μας ήταν Έλληνες.
Ο αρχιβασανιστής Γιώργος Κώτσιας, να μη λιώσει ποτέ κάτω από τη γη. Ο Στρατής Παπάς, δήμιος των δημίων. Ο Βασίλης Νάστος, ο Πέτρος Βοδινός, ο Χαράλαμπος Παπάς, ο Γιάννης Πάνος, ο Κώστα Δράζιος από Χλωμό, ο Λίτσης από Δερβιτσάνη, ο Μιλτιάδης Παπάς και άλλοι.
Πολλές φορές οι βασανιστές μας επισκέπτονταν στις φυλακές με τις γυναίκες τους, οι οποίες μας κατηγορούσαν για σκυλάκια των Ελλήνων μοναρχοφασιστών και μας λοιδορούσαν. Ήταν τότε που ο Γρηγόρης Λαμποβιτιάδης είπε το αμίμητο: «Ου σεις με λοιδορείτε, αλλά ο τόπος και ο χρόνος». Στο προαύλιο της εκκλησίας, όταν μας έβγαζαν όλους μαζί, ο οδοντίατρος ήταν εμψυχωτής όλων μας. Μάλιστα σέρναμε και χορούς. Θυμάμαι τον παπά Καλούδη που τραγουδούσε τον Ντελί παπά... Ενώ το Γρηγόρη, έχε γεια καημένε κόσμε, έχε γεια γλυκιά ζωή.
Ήρθε η ώρα της μεγάλης δίκης. Πρόεδρος του στρατοδικείου ο συνταγματάρχης Bexhet Mema από Μπολένα Κουρβελεσίου. Από τους 13, ο Γρηγόρης καταδικάστηκε εις θάνατο. Η δίκη ήταν φαρσοκωμωδία, ενώ συνελήφθγ στην αίθουσα ο δικηγόρος Βασίλης Τζιας που υπερασπιζόταν τον Λαμποβιτιάδη γιατί ήρθε σε αντιδικία με τον κακόφημο εισαγγελέα Γιώργο Κώτσια, αφού κατήγγειλε τα απάνθρωπα βασανιστήρια που έγιναν στον πελάτη του.
Το μόνον που ζήτησε ο θανατοποινίτης πλέον από τους δημίους ήταν να πάρει αγκαλιά τον μικρό γιο του Γιώργο, τον οποίο έσφιξε στην αγκαλιά του και του άφησε υποθήκη: «Όταν μεγαλώσεις, να πάρεις το αίμα μου πίσω».