Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόδωρος δεύτερος τη τάξει στην Ορθόδοξη Εκκλησία, με συνέντευξή του στον «Εθνικό Κήρυκα» χαρακτήρισε την Ομογένεια της Αμερικής, «κόσμημα της απανταχού ελληνικής Διασποράς» και τόνισε πως «με ακατάβλητη ενεργητικότητα, με πρωτοπόρα επιχειρηματική δραστηριότητα, με στοχευμένη παρεμβατικότητα υπέρ των δικαίων του Ελληνισμού, η Ομογένεια της Αμερικής αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση του τρόπου με τον οποίο ο Ελληνας μπορεί να μεγαλουργήσει σ’ έναν ξένο τόπο. Να προκόψει και να προοδεύσει προσαρμοζόμενος στις απαιτήσεις της καινούργιας του πατρίδας, χωρίς όμως ποτέ να προδώσει την πατρίδα της καρδιάς του».
Είπε επίσης, πως είναι επιθυμία του να επισκεφθεί την Αμερική: «Μετά την ολοκλήρωση του υπό κατασκευήν Πατριαρχικού Κειμηλιοφυλακείου, με την συγκατάθεση και την ευλογία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου, να παρουσιάσουμε στις ΗΠΑ ένα μέρος αυτών των κειμηλίων, που οι Προκάτοχοί μας διέσωσαν με τη θυσία της ζωής τους σε χρόνους σφαγών και διωγμών, και να έχω την χαρά της κατά πρόσωπον επικοινωνίας με τους εκεί διαβιούντες Αιγυπτιώτες Ελληνες, ως και με τους συμπατριώτες μου Κρήτες της Αμερικής».
Για την κατάσταση στην Αίγυπτο σήμερα, είπε, ότι «τον περασμένο Ιανουάριο η χώρα βίωσε μια πρωτόγνωρη πολιτική ανατροπή. Σήμερα βρίσκεται σε φάση μετάβασης προς ένα διαφορετικό πολιτικό σχήμα. Διάχυτος είναι ο ενθουσιασμός για ό,τι πέτυχε ο λαός ειρηνικά. Γόνιμος είναι και ο προβληματισμός για το τι θα πρέπει να γίνει προκειμένου η χώρα να προχωρήσει με αυτοπεποίθηση προς το μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας παρακολουθεί από κοντά τις εξελίξεις και θα σταθεί αρωγός σε κάθε προσπάθεια που θα δικαιώνει τους αγώνες και τις προσδοκίες του αιγυπτιακού λαού».
Τόνισε ότι «δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας. Το Πατριαρχείο απολαμβάνει ιδιαίτερου σεβασμού τόσο από την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, όσο και από τον απλό λαό της Αιγύπτου. Ατράνταχτη απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι, κατά την διάρκεια της επανάστασης και παρά το προσωρινό κενό ασφάλειας, δεν υπήρξε ούτε ένα περιστατικό ενόχλησης ή παραβίασης του ασύλου των Πατριαρχικών Ιδρυμάτων».
Υπογράμμισε πως «το Πατριαρχείο έχει ενεργό παρουσία στο δημόσιο διάλογο για το μελλοντικό συνταγματικό χάρτη της χώρας. Αποτελεί ζωντανό κομμάτι της αιγυπτιακής κοινωνίας και χαίρει θεσμικά κατοχυρωμένων ελευθεριών».
Για την πορεία του Πατριαρχείου είπε: «ασχέτως των πολιτικών και κοινωνικών αλλαγών που λαμβάνουν χώρα στην Αίγυπτο αλλά και στον Αραβικό κόσμο ευρύτερα, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας έχει να φέρει εις πέρας μια θεμελιώδη αποστολή. Η αποστολή αυτή συνοψίζεται στη μαρτυρία αφενός μεν της ιστορικής του διαδρομής, αφετέρου δε του σύγχρονου του στίγματος όχι μόνο στη χώρα του Νείλου, αλλά και σε ολόκληρη την Αφρικανική γη.
Σε αυτή της την αποστολή η Δευτερόθρονος Εκκλησία παραμένει αταλάντευτα προσηλωμένη και με δείκτη πορείας τις ανάγκες του ποιμνίου της».
Σχετικά με την Ομογένεια της Αιγύπτου, κι αν υπήρξε φυγή με τις πρόσφατες εξελίξεις τόνισε, πως «παρά την πληθυσμιακή της συρρίκνωση, η ελληνική Ομογένεια εξακολουθεί να δίνει δυναμικά το παρών στο αιγυπτιακό γίγνεσθαι με επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και πολιτιστικές προτάσεις. Με γνώμονα την προστασία των παιδιών και των ηλικιωμένων από τις συνέπειες μιας τυχόν ανεξέλεγκτης εκτροπής, ένα κομμάτι της Ομογένειας επανέκαμψε για λίγο στην Ελλάδα.
Η επιστροφή ωστόσο υπήρξε γρήγορη όταν ο φόβος υποχώρησε μπροστά στο ειρηνικό μεγαλείο των εκδηλώσεων του αιγυπτιακού λαού. Ξέρετε, οι Αιγυπτιώτες είναι δεμένοι με τη γη που τους γέννησε και τους ανέθρεψε και δεν μπορούν να ζήσουν μακριά από αυτήν».
Σύμφωνα με τον Πατριάρχη, «η πολυπληθέστερη Ελληνική Κοινότητα στη Νειλοχώρα είναι του Καΐρου. Δυστυχώς, όπως συνέβη και στις λοιπές κοιτίδες του Ελληνισμού, οι Ελληνες δεν αποτελούν πλέον τις χιλιάδες του παρελθόντος. Μείναμε λίγοι στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως λίγοι έμειναν και στη Βασιλεύουσα, διακρατώντας ωστόσο με θάρρος, υπερηφάνεια και αισιοδοξία αυτά που οι πρόγονοί μας μάς κατέλιπαν».
Για το μέλλον του Πατριαρχείου, υπογράμμισε ότι «με τη βοήθεια του Θεού θα ζει και θα υπάρχει, ασχέτως δυσκολιών και εμποδίων, διότι έχει να διαφυλάξει μια ολόκληρη ιστορία και έχει να διαποιμάνει μια ολόκληρη ήπειρο» και διευκρίνισε πως «η Αλεξανδρινή Εκκλησία ιστορικά πέρασε περιόδους εξαιρετικά χαλεπές και όμως επέζησε. Αυτή η παρακαταθήκη δεσμεύει ηθικά τόσο τον Προκαθήμενο, όσο και το ποίμνιο να συνεχίσουν κάτω από τις οποιεσδήποτε συνθήκες».
Στην ερώτηση πώς συντηρείται το Πατριαρχείο οικονομικά, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας επεσήμανε: «από την πατρίδα μας, την φιλόστοργη μητέρα Ελλάδα, η οποία επιχορηγεί μέρος των λειτουργικών δαπανών του Πατριαρχείου και των 29 εκκλησιαστικών Επαρχιών του, δηλαδή των 22 Μητροπόλεων και των 7 Επισκοπών, από Κοινωφελή Ιδρύματα, φιλογενείς συνανθρώπους μας, ιεραποστολικούς συλλόγους και πιστούς χριστιανούς της Ελλάδος, της Κύπρου και της Διασποράς».
Σχετικά με το αν η οικονομική κρίση στην Ελλάδα έχει επηρεάσει το Πατριαρχείο, απάντησε: «επηρεάζει μέχρι ενός σημείου τους ποιμαντικούς οραματισμούς μας και την υλοποίησή τους, στο επίπεδο της βελτιώσεως των συνθηκών ζωής των Αφρικανών αδελφών μας». Και συμπλήρωσε: «ωστόσο, μην ξεχνάτε, ότι η κυρία αποστολή του Πατριαρχείου μας είναι ο ευαγγελισμός των λαών, η σπορά του λόγου του Θεού, προκειμένου και αυτοί να γνωρίσουν την Αιώνια Αλήθεια και Ζωή.
Το Θεάρεστο αυτό έργο δεν αποτιμάται οικονομικά, ούτε προϋποθέτει χρηματικά κεφάλαια. Ζητά μόνο ζέουσες καρδιές, εμφορούμενες από ιεραποστολικό ζήλο, οι οποίες θα εργαστούν ‘έως εσχάτων’ για την διάδοση του Ευαγγελίου του Κυρίου μας. Εν ολίγοις, η ιεραποστολική προσπάθεια που καταβάλλεται θυμίζει εποχές πρωτοχριστιανικές και πορείες Αποστολικές. Συνεπώς αυτό που απαιτείται, πέρα και πάνω από οικονομικούς πόρους, είναι ακλόνητη πίστη και γενναίο και θυσιαστικό φρόνημα».
Για την ιεραποστολή και τις προσπάθειες του Πατριαρχείου για την καταπολέμηση του AIDS, ο Πατριάρχης Θεόδωρος είπε: «Ιεραποστολή είναι μαρτυρία Χριστού, μία αφιέρωση πλήρης χωρίς μέση οδό.
Ο Ιεραπόστολος προσφέρει τα πάντα στον ιερό βωμό της φιλανθρωπίας για τον ταπεινό κάτοικο της Αφρικής, χωρίς διάκριση χρώματος ή φυλής, γλώσσας ή καταγωγής. Ετσι στην ψυχή αυτού του ταλαιπωρημένου ανθρώπου γεννάται η πεποίθηση ότι και γι’ αυτόν υπάρχει πλέον ένας στοργικός Θεός και ένας άνθρωπος, ο Ιεραπόστολος, που συμμερίζεται την ένδεια και την αγωνία του και συμπάσχει, προκειμένου να του προσφέρει, εκτός της αληθούς πίστεως που πάντοτε προέχει, αυτά τα πολύτιμα υλικά αγαθά, που ο ανεπτυγμένος κόσμος θεωρεί αυτονόητα για τον καθένα.
Για τον λόγο αυτό, με την προσωπική μου φροντίδα, καθώς και των ακαταπόνητων Ιεραρχών του Θρόνου, σε όλες τις Ιερές Μητροπόλεις και Επισκοπές της Αφρικής ανεγείρονται διαρκώς και λειτουργούν ναοί, σχολεία, τεχνικές σχολές, νοσηλευτικά και ιατρικά ιδρύματα, γηροκομεία, πτωχοκομεία και ορφανοτροφεία, τα οποία παρέχουν δωρεάν περίθαλψη και σίτιση, διανοίγονται γεωτρήσεις για την εξασφάλιση καθαρού πόσιμου ύδατος, παρέχονται μαθητικές και φοιτητικές υποτροφίες για την πρόοδο των νέων Αφρικανών, στηρίζονται οικογένειες που ζουν στην απόγνωση και την τέλεια εγκατάλειψη και τόσα άλλα που χρειάζονται πολύ χρόνο για να αναφερθούν λεπτομερώς.
Οσον αφορά την ασθένεια του HIV/Aids, γεγονός είναι ότι «θερίζει» την Αφρική. Ασφαλώς η ιατρική αντιμετώπιση του θέματος αφορά την επιστήμη.
Η Εκκλησία μας όμως δεν μπορεί να μείνει αμέτοχη μπροστά στην μάστιγα αυτή. Στην εκστρατεία λοιπόν που ήδη έχουμε αρχίσει, πρώτο λόγο έχει το κήρυγμα του Ευαγγελικού λόγου προς τους γηγενείς, ώστε να επανακαθοριστούν οι ανθρώπινες σχέσεις ως Θεόδοτο δώρο.
Υπό το πρίσμα αυτό άλλωστε, αφιέρωσα και την Εγκύκλιο των Χριστουγέννων του έτους 2010 αποκλειστικά στο θέμα αυτό.
Επειτα έρχεται η ανέγερση σχετικών νοσηλευτικών ιδρυμάτων για την ενημέρωση, την πρόληψη και την θεραπεία, διά της αξιοποιήσεως Ευρωπαϊκών και διεθνών προγραμμάτων, αλλά και ιδίων πόρων του Πατριαρχείου.
Ακόμη, ιδρύματα που αποσκοπούν στην περίθαλψη και την προστασία των εγκαταλελειμμένων ασθενών δυστυχώς στην συντριπτική τους πλειοψηφία παιδιών- που αφέθησαν κυριολεκτικά στην τύχη τους, ακόμη και από τους γονείς και τους συγγενείς τους, χτυπημένα κυρίως από την προκατάληψη και την άγνοια περί του θέματος.
Ακολουθούν οικονομικά επιδόματα, ψυχολογική στήριξη, κατ’ οίκον επισκέψεις, παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης κ.λπ.
Μία σπουδαία κίνηση τέλος, υπήρξε η δυναμική συμμετοχή του Πατριαρχείου μας στον ΟΗΕ, στην Νέα Υόρκη, τον παρελθόντα Ιούνιο, με θέμα το HIV/ Aids. Στην Γενική Συνέλευση το Πατριαρχείο εκπροσωπήθηκε από τον Πανοσιολ. Αρχιμ. π. Παντελεήμονα Αράθυμο, Αρχιγραμματέα της Αγίας και Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας μας, ο οποίος μετέφερε τις σαφείς μας θέσεις περί της ριζικής αντιμετωπίσεως του προβλήματος δια της ενημερώσεως των πληθυσμών και της χορηγήσεως φαρμάκων προς όλους τους πάσχοντες ανεξαιρέτως, πέραν κάθε οικονομικής ή άλλης σκοπιμότητος.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο έγινε σαφές ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αφρικής δεν διστάζει να μιλήσει ανοικτά, χωρίς παρωπίδες και προκαταλήψεις, ενώπιον της Διεθνούς Κοινότητος για ένα θέμα που πολλές φορές αποτελεί ‘ταμπού’ και σχετίζεται άμεσα με το μέλλον αυτής της ηπείρου, τασσόμενη ευθέως υπέρ των πασχόντων παιδιών της».
Αναφορικά με το τι ουσιαστικό βγήκε από την πρόσφατη Σύναξη των Προκαθημένων των πρεσβυγενών Πατριαρχείων στο Φανάρι, είπε: «συνεκλήθη πρωτίστως για την εξέταση της επικρατούσης ταραχώδους καταστάσεως στη Μέση Ανατολή, την κοιτίδα του Χριστιανισμού, και της διαβιώσεως εκεί, υπό τις παρούσες συνθήκες, των χριστιανών.
Το γεγονός λοιπόν ότι οι Πατέρες των πιστών αυτών συμπάσχουν μαζί με το Χριστεπώνυμο πλήρωμα και αγωνιούν για το μέλλον του, προσέφερε αναμφίβολα δύναμη και επιστηριγμό προς αυτό, ενώ κατέδειξε σε οικουμενικό επίπεδο την δυναμική φωνή της Ορθοδοξίας για την επικράτηση της ειρήνης, αλλά και την αγαστή συνεργασία και την ομοφωνία των επί μέρους τοπικών Εκκλησιών της Μ. Ανατολής για έναν κόσμο χωρίς συγκρούσεις και αιματοχυσίες, οι οποίες ποτέ δεν ευνόησαν την πρόοδο και την ευημερία του».
Στην ερώτηση: «Μακαριότατε, με δεδομένες τις αντιδράσεις που υπήρξαν, ιδίως από το Πατριαρχείο της Μόσχας, διαβλέπετε κάποιον κίνδυνο για την ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας;», ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας τόνισε: «τα πρεσβυγενή και παλαίφατα Πατριαρχεία, μαζί με την Αγιωτάτη Εκκλησία της Κύπρου, έχουν το αυτοκέφαλό τους από Οικουμενικές Συνόδους.
Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι φέρουν αυξημένη την ευθύνη της τηρήσεως της ενότητος στην όλη Εκκλησία και της διαφυλάξεως της Αποστολικής και Πατερικής παρακαταθήκης στην πίστη και στην αγάπη, έναντι των χρονικώς ‘νεωτέρων’ Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, όπως π.χ. της Ρωσικής, της Σερβικής, της Πολωνικής κ.λπ.» και συμπλήρωσε πως «αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι οι λοιπές αυτοκέφαλες Εκκλησίες αποκλείονται από την ευθύνη αυτή ή υποτιμούνται».