Περίπου 150 εκατ. άνθρωποι, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, έχουν χρόνια ιογενή ηπατίτιδα C, η οποία μπορεί να καταλήξει σε κίρρωση και καρκίνο του ήπατος.
Δύο νέες αντιικές φαρμακευτικές αγωγές, που λαμβάνονται αποκλειστικά από το στόμα σε μορφή χαπιού, υπόσχονται πιο σύντομη και αποτελεσματικότερη θεραπεία, με λιγότερες παρενέργειες, για την πλειονότητα των ασθενών που έχουν μολυνθεί με ηπατίτιδα C, ακόμη και στις πιο δύσκολες και ανίατες μέχρι σήμερα περιπτώσεις.
Τα αποτελέσματα δύο νέων κλινικών δοκιμών, τα οποία ανακοινώθηκαν τη Δευτέρα, 28 Ιουλίου, που έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα Ιογενούς Ηπατίτιδας, αφήνουν πολλές υποσχέσεις.
Από τη μία, δείχνουν ότι είναι δυνατή η θεραπεία ακόμη και προχωρημένων ασθενών με κίρρωση ήπατος και, από την άλλη, τα νέα φάρμακα καθιστούν περιττό το έως τώρα κυριότερο θεραπευτικό «όπλο», την ιντερφερόνη, που έχει σοβαρές παρενέργειες.
Οι δύο μελέτες, που παρουσιάστηκαν στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet», εστιάστηκαν στον γονότυπο 1 του ιού HCV της ηπατίτιδας C, ο οποίος είναι ο πιο διαδεδομένος στην Ευρώπη, τις ΗΠΑκαι άλλες χώρες, αλλά και ο πιο δύσκολος να θεραπευτεί.
Περίπου 150 εκατ. άνθρωποι, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, έχουν χρόνια ιογενή ηπατίτιδα C, η οποία μπορεί να καταλήξει σε κίρρωση και καρκίνο του ήπατος.
Μέχρι τώρα, η βασική θεραπεία της νόσου γίνεται συνήθως με έναν συνδυασμό τριών φαρμάκων - δισκία ριμπαβιρίνης, υποδόρια ένεση πεγκυλιωμένης ιντερφερόνης άλφα και ένας αναστολέας πρωτεάσης (μποσεπρεβίρη ή τελαπρεβίρη) σε χάπι - που από κοινού αναστέλλουν την αναπαραγωγή του ιού και βελτιώνουν την αμυντική λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού.
Όμως η εν λόγω θεραπεία είναι πολύπλοκη, μπορεί να περιλαμβάνει έως 18 δισκία τη μέρα και είναι χρονοβόρα (έως ένα έτος), ενώ παράλληλα μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες, όπως αναιμία.
Η πρώτη κλινική δοκιμή με την ονομασία HALLMARK-DUAL (φάση 3), με επικεφαλής τον καθηγητή Μίκαελ Μανς της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Αννοβέρου στη Γερμανία, περιέλαβε 645 τυχαία επιλεγμένους ασθενείς με τον γονότυπο 1b του ιού HCV από 18 χώρες.
Η θεραπεία διήρκεσε έξι μήνες και αφορούσε ένα ζεύγος φαρμάκων σε μορφή χαπιού (ασουναπρεβίρη και ντακλατασβίρη), ενώ άλλοι 102 ασθενείς, που αποτελούσαν την ομάδα ελέγχου, πήραν απλώς εικονικό φάρμακα (πλασέμπο).
Το 90% των ασθενών που δεν ήταν δυνατό να θεραπευτούν με το παραδοσιακό τριπλό φαρμακευτικό σχήμα, καθώς και το 82% όσων δεν ανέχονταν την παραδοσιακή θεραπεία, αυτή τη φορά θεραπεύτηκαν.
Η δεύτερη κλινική δοκιμή με την ονομασία COSMOS, με επικεφαλής τον καθηγητή Έρικ Λόουιτς του Πανεπιστημίου του Τέξας, περιέλαβε 167 τυχαία επιλεγμένους ασθενείς με γονότυπους 1a και 1b της ηπατίτιδας C.
Οι ασθενείς ελάμβαναν επί τρεις μήνες μόνο μια φορά τη μέρα, δύο φάρμακα (σοφοσμπουβίρη και σιμεπρεβίρη), χωρίς ριμπαβιρίνη και ιντερφερόνη.
Το 93% των ασθενών (συμπεριλαμβανομένων όσων είχαν κίρρωση και όσων δεν είχαν ανταποκριθεί στην παραδοσιακή θεραπεία) θεραπεύτηκαν.
Τρεις μήνες μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, δεν υπήρχαν καθόλου ίχνη του ιού στο αίμα τους, ενώ λιγότερο από 2% των ασθενών εμφάνισαν σοβαρές παρενέργειες.
Σύμφωνα με νέα στοιχεία, που παρουσιάστηκαν στο αμερικανικό ηπατολογικό περιοδικό «Hepatology», πάνω από 83 εκατ. είναι οι πάσχοντες από τον γονότυπο 1 της ηπατίτιδας C διεθνώς.
Πηγή: ΑΜΠΕ