22 Ιανουαρίου 2010

Συγκρατημένη αισιοδοξία για τα πρώτα χάπια κατά της σκλήρυνσης κατά πλάκας

Οι δοκιμές των πρώτων δύο φαρμάκων κατά της πολλαπλής σκλήρυνσης που σχεδιάστηκαν για λήψη από το στόμα, αντί με ενέσεις, δείχνουν ότι και τα δύο περιορίζουν τις υποτροπές και ίσως επιβραδύνουν την πορεία της νόσου. Προκαλούν όμως και παρενέργειες που ίσως αποθαρρύνουν γιατρούς και ασθενείς.

Οι κλινικές μελέτες που δημοσιεύονται την Πέμπτη στο New England Journal of Medicine αφορούν το φάρμακο κλαντριμπίνη της Merck Serono και τη φινγκολιμόδη της Novartis. Οι δύο εταιρείες κατέθεσαν αίτηση για έγκριση κυκλοφορίας στις ΗΠΑ με την προοπτική να λανσάρουν τα δύο φάρμακα στην αγορά το 2011.
Περίπου 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας ή πολλαπλή σκλήρυνση, μια αυτοάνοση νευρολογική ασθένεια που προκαλεί προβλήματα κινητικότητας και διαταραχές της ομιλίας, της όρασης και της μνήμης.


Θεραπεία δεν υπάρχει και τα συμπτώματα αντιμετωπίζονται σήμερα με στεροειδή φάρμακα ή ιντερφερόνες που χορηγούνται ενδοφλεβίως. Η λήψη της φαρμακευτικής αγωγής από το στόμα θα διευκόλυνε σημαντικά τους ασθενείς.
Η έρευνα για την κλαντριμπίνη πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 1.300 ασθενών και έδειξε ότι το φάρμακο μειώνει στο μισό τη συχνότητα των υποτροπών.
Η μελέτη για την φινγκολιμόδη διενεργήθηκε με τη συμμετοχή περίπου 1.000 ασθενών. Μόνο το 17% όσων έλαβαν το φάρμακο παρουσίασαν επιδείνωση σε διάστημα τριών μηνών, συγκριτικά με 24% στην ομάδα που έλαβε ψευδοφάρμακο.
Μια τρίτη μελέτη συνέκρινε την φινγκολιμόδη με το Avonex, μια μορφή ιντερφερόνης, και έδειξε ότι το χάπι μειώνει κατά 10% τη συχνότητα υποτροπών.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι και τα δύο χάπια μειώνουν τον αριθμό των λευκών αιμοσφαιρίων του ανοσοποιητικού συστήματος και ευνοούν λοιμώξεις από ιούς του έρπητα.
Στη μελέτη της κλαντριμπίνης παρατηρήθηκε σημαντική πτώση των λευκών αιμοσφαιρίων στο 20 με 30 τοις εκατό των ασθενών και 20 εθελοντές προσβλήθηκαν από έρπη.

Η φινγκολιμόδη δεν φάνηκε να αυξάνει τον κίνδυνο έρπητα, διπλασίασε όμως τον κίνδυνο αναπνευστικών λοιμώξεων. Μικρός αριθμός ασθενών εμφάνισε έρπητα, πρήξιμο στα μάτια ή καρκίνο του δέρματος.

Και οι τρεις μελέτες χρηματοδοτήθηκαν από τις παρασκευάστριες εταιρείες.