14 Φεβρουαρίου 2013

Μικρός, αλλά υπαρκτός ο κίνδυνος λευχαιμίας μετά τη χημειοθεραπεία


Παρά την μεγάλη πρόοδο που έχει συντελεσθεί τις τελευταίες δεκαετίες στις αντικαρκινικές θεραπείες, μερικοί ασθενείς εξακολουθούν να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν λευχαιμία εξαιτίας τους, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Η χημειοθεραπεία είναι μία πολύ αποτελεσματική θεραπεία για τον καρκίνο, αλλά μελέτες έχουν δείξει πως ορισμένα φάρμακα αυξάνουν τον κίνδυνο εκδήλωσης σχετιζόμενης με τη θεραπεία οξείας μυελοειδούς λευχαιμίας(tAML) – μίας σπάνιας, αλλά πολύ σοβαρής ασθένειας, αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Αμερικανική Εταιρεία Αιματολογίας (ASH).
«Στο πέρασμα του χρόνου και στην προσπάθεια να βελτιώσουμε τις παρεμβάσεις και τα ποσοστά επιβίωσης σε πολλές μορφές καρκίνου, μάθαμε ότι ορισμένες χημειοθεραπείες μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στον μυελό των οστών, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο λευχαιμίας», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Λίντσεϊ Μόρτον, από το Τμήμα Επιδημιολογίας του Καρκίνου & Γενετικής του Εθνικού Ιδρύματος Καρκίνου (NCI) των ΗΠΑ.
«Ωστόσο, δεν υπήρχαν πρόσφατες, μεγάλες μελέτες που να διερευνούν πως εξελίχθηκε ο κίνδυνος εμφάνισης tAML σε συνάρτηση με τις εξελίξεις στις θεραπευτικές μεθόδους – και παρότι ο κίνδυνος να παρουσιαστεί λευχαιμία λόγω της θεραπείας είναι μικρός, πρέπει να ξέρουμε την ακριβή έκτασή του», πρόσθεσε.
Για να διερευνήσουν το θέμα, η δρ Μόρτον και ομάδα συναδέλφων της από το NCI, το Ιατρικό Κέντρο Veterans Affairs της Οκλαχόμα και το Τμήμα Παιδιατρικής του Πανεπιστημίου του Σικάγου, ανέλυσαν στοιχεία από εννέα μητρώα καρκίνου των ΗΠΑ.

Τα στοιχεία αφορούν όλους τους ασθενείς ηλικίας 20-84 ετών οι οποίοι διαγνώσθηκαν με οποιαδήποτε μορφή καρκίνου μεταξύ 1975 και 2008, σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας.
Από τους συνολικώς 426.068 ενήλικες, που είχαν κάνει χημειοθεραπεία για πρωτοπαθή όγκο, 801 εκδήλωσαν tAML – μία αναλογία 4,7 φορές υψηλότερη από αυτή που ισχύει για τον γενικό πληθυσμό.

Οι ερευνητές - που δημοσιεύουν σήμερα τα ευρήματά τους στην επιθεώρηση «Blood» - ανέλυσαν τους ιατρικούς φακέλους των ασθενών και συνέκριναν τα στοιχεία που συνέλεξαν με τις αλλαγές στις συστάσεις για θεραπεία και τις μεγάλες θεραπευτικές ανακαλύψεις ανά είδος καρκίνου, έτσι όπως περιγράφονται στην ιατρική βιβλιογραφία.
Αν και στα μητρώα καρκίνου δεν αναγραφόταν ποιο ακριβώς φάρμακο και σε ποια δόση είχε λάβει κάθε ασθενής ξεχωριστά, οι ερευνητές διαπίστωσαν πως οι τάσεις στη συχνότητα της tAML ακολουθούσε τις αλλαγές στις θεραπευτικές πρακτικές και την τοξικότητα που σχετίζεται με ορισμένες χημειοθεραπείες.
Είδαν επίσης ότι με το πέρασμα του χρόνου, το ποσοστό των ασθενών που έκαναν χημειοθεραπεία – με ή χωρίς ακτινοθεραπεία – αυξανόταν σταθερά για πολλές μορφές καρκίνου.
Μειώσεις και αυξήσεις
Ανά μορφή καρκίνου, όμως, υπήρχαν αλλαγές στη συχνότητα εμφάνισης της tAML. Τέτοια είναι λ.χ. η περίπτωση του καρκίνου του μαστού: τα κρούσματα tAML σε ασθενείς που είχαν κάνει χημειοθεραπεία για καρκίνο του μαστού, φάνηκε να μειώνονται σταθερά από την δεκαετία του ’80, όταν εισήχθησαν νέα φάρμακα που έφεραν μικρότερο κίνδυνο λευχαιμίας απ’ ό,τι τα παλαιότερου τύπου.
Αντίστοιχη μείωση του κινδύνου παρατηρήθηκε και στις γυναίκες με καρκίνο των ωοθηκών, η αντιμετώπιση του οποίου επίσης άλλαξε στο πέρασμα των δεκαετιών.
Αντιθέτως, ο κίνδυνος εμφάνισης tAML φάνηκε να αυξάνεται τις τελευταίες δεκαετίες στους ασθενείς που κάνουν χημειοθεραπεία για μη-Χότζκιν λέμφωμα – μία μορφή καρκίνου του αίματος. Σε αυτή την περίπτωση, οι ερευνητές εικάζουν ότι ο κίνδυνος αυξήθηκε επειδή οι ασθενείς κάνουν πολλαπλούς κύκλους θεραπείας και έτσι ζουν περισσότερο.
Η δρ Μόρτον και οι συνεργάτες της διαπίστωσαν ακόμη τις τελευταίες δεκαετίες αυξάνεται ο κίνδυνος tAML για καρκίνους του οισοφάγου, του πρωκτού, του τραχήλου της μήτρας, του προστάτη, των οστών/αρθρώσεων και του ενδομητρίου – πιθανώς επειδή τα τελευταία χρόνια επεκτείνεται συνεχώς η χρήση χημειοθεραπείας σε αυτές τις μορφές.
Η μελέτη έδειξε ακόμα πως οι ασθενείς που διαγιγνώσκονται σήμερα με μυέλωμα, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο να παρουσιάσουν tAML – πιθανώς επειδή για τις επιθετικές μορφές της νόσου, εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ένα χημειοθεραπευτικό φάρμακο με αρκετά υψηλή τοξικότητα.
«Φάρμακο» ο χρόνος
Η ανάλυση των στοιχείων έδειξε επίσης πως για τους περισσότερους ασθενείς ο κίνδυνος να εμφανίσουν tAML μειώνεται καθώς περνάει ο καιρός από την αρχική διάγνωση και θεραπεία.
Έτσι, για τους ασθενείς που δεν είχαν κάποιον αιματολογικό καρκίνο (λ.χ. δεν είχαν λέμφωμα ή μυέλωμα) ο κίνδυνος να παρουσιάσουν tAML φάνηκε να εκλείπει έπειτα από μία 10ετία από την αρχική θεραπεία.
Αντιθέτως, για τους ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες (Χότζκιν λέμφωμα, μη Χότζκιν λέμφωμα, μυέλωμα) φάνηκε να επιμένει στον χρόνο. Και πάλι, όμως, αυτό πιθανώς σχετίζεται με το ότι κάνουν πιο ισχυρή και πιο παρατεταμένη θεραπεία, για να ξεπεράσουν τον καρκίνο τους.
Όσον αφορά την ακτινοθεραπεία, αυτή φάνηκε να αυξάνει κάπως τον κίνδυνο για tAML, αλλά η παρατηρούμενη αύξηση «ήταν μη σημαντική», επισημαίνουν οι ερευνητές στο άρθρο τους.
Η λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά
Οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι είναι σημαντικό να εντοπιστούν οι ομάδες των ασθενών με τον υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης tAML, ούτως ώστε να βρεθούν τρόποι να προστατευθούν.
Είναι επίσης σημαντικό, γράφουν, να συγκεντρωθούν πληροφορίες ανά χημειοθεραπευτικό παράγοντα ξεχωριστά, ώστε να εξακριβωθεί ποιοι φέρουν τον υψηλότερο κίνδυνο tAML.
«Πολύ σημαντικό είναι να αξιολογηθεί και ο ρόλος της γενετικής ευπάθειας κάθε ασθενούς στην tAML», πρόσθεσε η δρ Μόρτον.
«Εάν υπάρχουν κληρονομούμενα χαρακτηριστικά που κάνουν κάποιο άνθρωπο ευάλωτο στο να παρουσιάσει δεύτερο καρκίνο εξαιτίας της θεραπείας που κάνει για τον πρώτο, αυτά πρέπει να απομονωθούν ούτε ώστε να προσαρμόζουν καλύτερα οι γιατροί την θεραπεία για τον πρώτο καρκίνο».
Η νέα μελέτη χρηματοδοτήθηκε από τα Εθνικά Ιδρύματα Υγείας (ΝΙΗ) των ΗΠΑ.


Πηγή : Web Only