11 Σεπτεμβρίου 2015

«Είτε το έθνος θα εξαφανίσει το χρέος, είτε το χρέος θα αφανίσει το έθνος»

«Είτε το έθνος θα εξαφανίσει το χρέος, είτε το χρέος θα αφανίσει το έθνος»

Ο Ανδρέας Παπανδρέου στο Υπουργικό Συμβούλιο, 2 Δεκεμβρίου 1993

1. Αισθάνομαι την ανάγκη να ενημερώσω και εσάς και τον Ελληνικό λαό για την οικονομική κατάσταση και την πορεία της χώρας μας.

Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντά της, βρέθηκε αντιμέτωπη με μια πρώτου μεγέθους κρίση στα οικονομικά του Δημοσίου. Το Ελληνικό Κράτος δεν είχε διαθέσιμα αρκετά χρήματα για τις άμεσες υποχρεώσεις του, που περνούσαν τα 2,5 τρις δρχ τους τελευταίους τρεις μήνες του 1993. Εξασφαλισμένους χρηματικούς πόρους είχε μόλις 450 δις. Τα υπόλοιπα δυο τρις έπρεπε να βρεθούν, με τακτικό και έκτακτο δανεισμό. Ο κρατικός προϋπολογισμός του 1993 είχε πέσει άσχημα έξω.

Την κρίση αυτή δεν την προκαλέσαμε εμείς. Βρισκόταν εκεί και μας περίμενε. Χωρίς να είμαστε υπεύθυνοι για την δημιουργία της, είχαμε την ευθύνη για την αντιμετώπισή της. Το πετύχαμε χάρις στην ακούραστη δουλειά των αρμόδιων Υπουργών και άλλων στελεχών της Κυβέρνησης, τους οποίους θέλω όλους να ευχαριστήσω. Τη στιγμή αυτή οι αναγκαίοι χρηματικοί πόροι για να κλείσει ομαλά το 1993 έχουν βρεθεί. Μια πολύ επικίνδυνη για την οικονομία της χώρας κατάσταση ξεπεράστηκε χωρίς καν να γίνει αισθητή στις αγορές. Χωρίς να διαταράξει την οικονομική ζωή του τόπου.

Οι βαθύτερες, όμως, αιτίες που την προκάλεσαν, παραμένουν. Η κρίση ήταν το αποκορύφωμα της κάκιστης δημοσιονομικής διαχείρισης των τελευταίων τριών χρόνων. Στα χρόνια αυτά χαρίστηκαν αφειδώς φόροι στους πλούσιους, ενώ για δημαγωγικούς καθαρά λόγους οι δαπάνες του Προϋπολογισμού διογκώθηκαν πέρα από κάθε μέτρο. Τον τελευταίο ιδίως χρόνο, που του έδωσαν προεκλογικό χαρακτήρα, η σπατάλη και ο χαρισμός πήραν τις διαστάσεις οργίου. Καταλήξαμε να έχουμε υπέρβαση του ελλείμματος ένα περίπου τρισεκατομμύριο δραχμές πάνω από ό,τι είχε αρχικά προϋπολογισθεί για το 1993. Γενικός απολογισμός της όλης τριετίας της Νέας Δημοκρατίας ήταν να εκτιναχθεί το Δημόσιο Χρέος από 9 τρις δραχμές που το αφήσαμε το 1989 σε 20 περίπου τρις το 1993. Για τόκους και για χρεωλύσια αυτού του Χρέους, θα πληρώσουμε το 1993 πάνω από 4 τρις δραχμές. Το 1994, 5 τρις 300 δις δρχ θα δαπανηθούν για τον ίδιο σκοπό, πάνω από το 70% των συνολικών εσόδων του Προϋπολογισμού.

• Το Δημόσιο Χρέος έχει γονατίσει τον Προϋπολογισμό του Κράτους. Βλάπτεται η εθνική οικονομία στο σύνολό της. Οι μεγάλες δανειακές ανάγκες του Προϋπολογισμού έχουν κάνει το χρήμα πανάκριβο. Τα υψηλά επιτόκια στραγγαλίζουν τις επενδύσεις. Οι επιχειρήσεις συρρικνώνονται. Οι εργαζόμενοι χάνουν τις δουλειές τους. Η οικονομία στο σύνολό της φτωχαίνει και πλουτίζουν μόνον ορισμένοι μεγάλοι ομολογιούχοι. Δεν είναι δυνατόν να συνεχίσουμε να ανεχόμαστε αυτήν την κατάσταση. Είναι καιρός να αντιδράσουμε. Να βάλουμε ένα τέλος.

2. Ο καλύτερος και τελικά ο μόνος οριστικός τρόπος για να απαλλαγούμε από το βάρος του Δημοσίου Χρέους, είναι η ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη. Με τα μεγαλύτερα έσοδα που θα φέρει στο Κράτος και με τα χαμηλότερα επιτόκια που συνοδεύουν την οικονομική ανάκαμψη, θα ελαφρώσουν σημαντικά οι υποχρεώσεις για την τρέχουσα εξυπηρέτηση των δανείων του Δημοσίου.

Η Κυβέρνηση δίνει πρωταρχική σημασία στην αναπτυξιακή προσπάθεια. Είμαστε αποφασισμένοι να την επιδιώξουμε με κάθε μέσο. Στην απόφαση αυτή συγκλίνουμε με τους υπόλοιπους Ευρωπαϊκούς λαούς, στην Ενωμένη Ευρώπη. Οι εταίροι μας αρχίζουν πλέον να βλέπουν στην ανεργία την κύρια οικονομική απειλή της δεκαετίας του 1990.
Την αναπτυξιακή προσπάθεια την εντάσσουμε μέσα σε ρεαλιστικά, ιστορικά και διεθνή πλαίσια. Η Ευρώπη στο σύνολό της και εμείς, είμαστε στη σημερινή συγκυρία υποχρεωμένοι, προκειμένου να απελευθερώσουμε τις δημιουργικές, παραγωγικές δυνάμεις της οικονομίας, να δαμάσουμε τα ελλείμματα και τα χρέη. Δεν είναι μόνον η Ελλάδα που αντιμετωπίζει δημόσιο χρέος πάνω από το 100% του εθνικού της εισοδήματος. Το Βέλγιο βρίσκεται στο 139%, η Ιταλία στο 116%. Με χαμηλότερα, αλλά και πάλι πολύ υψηλά ποσοστά, ακολουθούν η Ολλανδία με 83% και η Δανία με 80%.

Γενικά, το σύνολο των Ευρωπαϊκών κρατών, χωρίς να εξαιρούνται ούτε χώρες, όπως η Γαλλία ή η Γερμανία, μετά την πετρελαϊκή κρίση του 1973 που σήμανε το τέλος της μεταπολεμικής οικονομικής ευφορίας στις αναπτυγμένες χώρες, προσέφυγαν στην αύξηση του Δημόσιου Χρέους. Το έκαναν για να διαφυλάξουν το βιοτικό τους επίπεδο, δίχως να προωθήσουν παράλληλα πρόσθετη παραγωγική προσπάθεια στους λαούς τους.

3. Στη χώρα μας, όμως, λειτούργησαν και μερικοί πρόσθετοι παράγοντες. Στην εικοσαετία 1950-1970, η Ελληνική οικονομία προχωρώντας με ρυθμό αύξησης εθνικού προϊόντος 7% το χρόνο, ταχύτερα από το μέσο Ευρωπαϊκό 5%, πραγματοποίησε ένα τεράστιο άλμα προς τον οικονομικό εκσυγχρονισμό. Αλλά οι κρατικοί θεσμοί δεν παρακολούθησαν από κοντά την οικονομική μεταμόρφωση. Ιδιαίτερα το φορολογικό μας σύστημα δεν προσαρμόστηκε στις γρήγορες κοινωνικές ανακατατάξεις της ταχύρρυθμης ανάπτυξης του 1950 - 1970.

Τα χρόνια εκείνα για να ενισχυθούν συγκεκριμένοι αναπτυξιακοί κλάδοι αιχμής -λόγου χάριν η οικοδομική δραστηριότητα- δόθηκαν φοροαπαλλαγές που δεν καταργήθηκαν αργότερα, μολονότι ο σκοπός τους είχε επιτευχθεί, δηλαδή η ανάπτυξη του κλάδου.

Η φορολογία που στηριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στους κατοίκους των πόλεων, όταν στην ύπαιθρο επικρατούσε απ’ άκρου σ’ άκρο φτώχεια, ουδέποτε προσαρμόστηκε στη νέα πραγματικότητα: Στην άνοδο των δυνατοτήτων των κατοίκων της υπαίθρου να συνεισφέρουν και αυτοί στα κοινά βάρη.
Η οικονομική ανάπτυξη ανέβασε στο προσκήνιο, σε μεγάλους αριθμούς, τους Ελεύθερους Επαγγελματίες, π.χ. Μηχανικούς, γιατρούς, δικηγόρους, τους επαγγελματίες πολλαπλών ειδικοτήτων. Το ίδιο συνέβη και με τις Επιχειρήσεις, μικρομεσαίες και μεγάλες, που είτε παράγουν, εξάγουν και εισάγουν αγαθά είτε προσφέρουν διαφόρων ειδών υπηρεσίες.
Ο φορολογικός μηχανισμός στάθηκε ανίκανος να εντάξει τα στρώματα αυτά στο σώμα των φορολογουμένων, κατά τρόπο ανάλογο με το εισόδημά τους. Όλες αυτές οι κακολειτουργίες του συστήματος οδηγήθηκαν σε παροξυσμό από την ευνοιοκρατική υπέρ των προνομιούχων πολιτική της Κυβέρνησης στην προηγούμενη τετραετία.

Έτσι, όταν η οικονομική κάμψη κλόνισε τους προϋπολογισμούς και των μεγάλων ακόμη Ευρωπαϊκών κρατών, όταν ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής έπεσε στο 2% στην Ευρώπη και στο 1% στην Ελλάδα, η Ελλάδα βρέθηκε σε πολύ δυσκολότερη θέση.

Έχασε φορολογικά έσοδα μια φορά εξαιτίας της ύφεσης. Μια δεύτερη φορά εξαιτίας του απαρχαιωμένου φορολογικού της καθεστώτος. Μια τρίτη φορά εξαιτίας της αντιλαϊκής πολιτικής της Κυβέρνησης.

Οι Διοικητικές Υπηρεσίες του Κράτους από την άλλη μεριά, πέρα από το να απορροφούν παθητικά ένα μέρος των εργαζομένων που διαφορετικά θα έμεναν άνεργοι εξαιτίας της ύφεσης, δεν κατόρθωσαν να ανταποκριθούν στις σύγχρονες αναπτυξιακές ανάγκες της κοινωνίας μας. Έτσι τα ελλείμματα και το Δημόσιο Χρέος ξεπέρασαν κατά πολύ τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.

4. Υπάρχει βέβαια ιστορικά και ένα θέμα δικιάς μας ευθύνης. Μολονότι σαν παράταξη πάντοτε τονίζαμε την ανάγκη της αναπτυξιακής πολιτικής, οι Κυβερνήσεις μας δεν στήριξαν εξίσου ισχυρά την πολιτική αυτή στην πράξη. Αλλά θα ήταν υπερβολικά εύκολο να αποδώσουμε τη διόγκωση του δημόσιου χρέους αποκλειστικά στη στάση των εκάστοτε Κυβερνήσεων. Θα μπορούσε να μας παρασύρει να πιστέψουμε ότι θα αρκούσε μια απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για να αρχίσει αυτόματα να λύνεται το πρόβλημα. Αυτό θα ήταν λάθος. Η αλλαγή της κυβερνητικής συμπεριφοράς είναι οπωσδήποτε απαραίτητη. Αλλά δεν φτάνει. Χρειάζεται αλλαγή συμπεριφοράς όλης της κοινωνίας. Οφείλουμε Κρατικοί, Κυβερνητικοί, Κοινωνικοί Φορείς, όλοι μαζί, Κυβέρνηση, Λαός, Συνδικάτα, Επιχειρήσεις, Επιμελητήρια, Πανεπιστήμια, παντού όπου ζουν και εργάζονται Έλληνες, να στραφούμε αποφασιστικά στην αναπτυξιακή προσπάθεια. Να ανεβάσουμε, κατά διαφανή και σταθερό τρόπο, τα εισοδήματά μας.
Η Κυβέρνηση σε ό,τι της αναλογεί, είναι αποφασισμένη να κάνει αυτό που χρειάζεται. Το έργο μας είναι δύσκολο. Έχουμε να συνδυάσουμε την εξυγίανση στα Δημόσια Οικονομικά με την αναπτυξιακή διαδικασία, μέσα σε πνεύμα κοινωνικής δικαιοσύνης. Θα μας διευκολύνει το γεγονός ότι υπάρχει μια βαθύτερη αντιστοιχία ανάμεσα στους φαινομενικά διαφορετικούς αυτούς στόχους. Γιατί, πώς είναι δυνατόν να έχουμε κοινωνική δικαιοσύνη όταν φορολογείται σωστά μόνον ο μισθωτός και ο συνταξιούχος και ξεφεύγουν οι περισσότεροι από τους άλλους είτε Ελεύθεροι Επαγγελματίες είτε Επιχειρήσεις; Ή πώς μπορούμε να πετύχουμε την ανάπτυξη, όταν το δημόσιο χρέος αδρανοποιεί τους χρηματικούς πόρους; Όταν σπρώχνει τους πολίτες από τη μια μεριά στον παρασιτισμό και από την άλλη στην ανεργία;

5. Η Κυβέρνηση, με πλήρη ευθύνη, στηριγμένη στην εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας και προσβλέποντας στο συμφέρον του συνόλου του Ελληνικού λαού, γυρίζει μια νέα σελίδα στη ζωή του τόπου. Αυτό είναι το νόημα της δέσμης των φορολογικών και αναπτυξιακών μας μέτρων.

• Στο φορολογικό μέρος, με όσα μέτρα τελικά αποφασισθούν κατά τη διάρκεια του κοινωνικού διαλόγου, θα επιβάλουμε προς κάθε κατεύθυνση τη συνταγματική αρχή της ίσης συμμετοχής των πολιτών στα Δημόσια βάρη.

Το καθεστώς της νόμιμης ή παράνομης αποφυγής της φορολογίας φοροαποφυγή και φοροδιαφυγή από μεγάλες κατηγορίες του πληθυσμού, από εδώ και στο εξής, τερματίζεται. Το πρόβλημα δεν είναι μόνον να μαζέψουμε λίγα ή πολλά έσοδα. Θα αποκαταστήσουμε τη δικαιοσύνη, θα παγιώσουμε το αίσθημα δικαιοσύνης μέσα στο λαό, ώστε να δοθεί απερίσπαστος στην αναπτυξιακή προσπάθεια.

• Στο αναπτυξιακό μέρος, κλειδί της επιτυχίας είναι οι επενδύσεις και η άνοδος της παραγωγικότητας. Μειώνοντας το χρέος και τα ελλείμματα, απελευθερώνουμε πόρους για τις επενδύσεις. Παράλληλα, αξιοποιούμε στο έπακρο τα ποσά που η Κοινοτική αλληλεγγύη των Ευρωπαϊκών χωρών έχει θέσει στη διάθεση της χώρας μας. Τα υπόλοιπα είναι δουλειά των εργαζομένων και των επιχειρηματιών. Αυτοί μόνον, τελικά, μπορούν να κερδίσουν τη μάχη της παραγωγικότητας, να ανοίξουν το δρόμο για τη λύση όλων των άλλων προβλημάτων.
6. Στη μάχη αυτή καλούμε ολόκληρο τον Ελληνικό Λαό.
Οφείλουν «όλοι να αγωνισθούν» ξέροντας ότι : «είτε το Έθνος θα εξαφανίσει την υπερχρέωση της χώρας είτε η υπερχρέωση θα αφανίσει το Έθνος».*

Η Κυβέρνησή μας, με πολύ μεγάλη ευθύνη και με τη γλώσσα της αλήθειας. Λέει σήμερα στον κάθε Έλληνα όπου κι αν βρίσκεται, όπου και να δουλεύει: Τέρμα. Θα πρέπει να τελειώνουμε μ’ αυτόν τον οικονομικό κατήφορο. Ήρθε η ώρα για το καλό της χώρας, για το καλό όλων, με τόλμη να παρθούν ορισμένες αποφάσεις. Να γίνουν θαρραλέες τομές.

Γιατί, μην ξεχνάμε: Οικονομική υποβάθμιση σημαίνει και εθνική υποβάθμιση.

• Ας αφήσουμε, λοιπόν, το παρελθόν και τις συνήθειες που μας κληρονόμησε πίσω μας. Στο χέρι μας είναι να βαδίσουμε προς την εξέλιξη, την πρόοδο, την ευημερία, μαζί με άλλους Ευρωπαϊκούς λαούς.

Ναι, χρειάζονται θυσίες. Θα τις κάνουμε όλοι μαζί. Δίκαια.
Ναι, χρειάζεται εργασία και προσπάθεια. Θα την καταβάλουμε όλοι μαζί.
Ναι, χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας. Θα το συνειδητοποιήσουμε όλοι μαζί.
Ναι, χρειάζεται, κυρίως, συλλογικότητα για να ξεπεράσουμε τα αδιέξοδα.

Καλώ τους πάντες. Κόμματα, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, Κοινωνικούς Φορείς και προπάντων τους Πολίτες να ακούσουν το μήνυμα και να βοηθήσουν, ο καθένας από τη θέση του, στην ανόρθωση αυτού του τόπου.

Εμείς ως εντολοδόχοι της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, θα κάνουμε το καθήκον μας με αισιοδοξία και σιγουριά για να προστατέψουμε το μέλλον του Λαού, για να προστατέψουμε το μέλλον της Ελλάδας. 
TA NEA