28 Ιουνίου 2010

Πτώση έως 20% στις τιμές των ακινήτων λόγω κρίσης

ΣTO πλαίσιο ενός δυναμικά εξελισσόμενου επιχειρηματικού γίγνεσθαι η κτηματαγορά κλυδωνίζεται, επηρεασμένη τόσο από τις οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα, όσο και από τους διεθνείς οικονομικούς παράγοντες. Η πτώση τιμών κατά μέσο όρο κυμαίνεται στο 10% - 20% και πλήττει εξίσου εμπορικά και οικιστικά ακίνητα, με εξαίρεση πάντως τα ακίνητα premium περιοχών όπου η μείωση της ζητούμενης αξίας είναι μικρή. Ελάχιστες ευκαιρίες αναδύονται για όσους διαθέτουν μετρητά. Η ζυγαριά της διαπραγμάτευσης μεταξύ του δυνητικού αγοραστή και του ιδιοκτήτη «γέρνει» έτσι προς το μέρος του πρώτου. Η οικονομική κρίση δημιουργεί κάποιες ευκαιρίες στην αγορά των ακινήτων, αλλά αποτελεί και έναν σημαντικό παράγοντα για την επιλεκτική προσέγγιση αξιόλογων ακινήτων, τα οποία μεσο-μακροπρόθεσμα θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος για τους νέους ιδιοκτήτες τους.

Παράλληλα, η κτηματαγορά εν μέσω δυσκολιών στην πρόβλεψη των επιπτώσεων της λύσης ΔΝΤ σε σχέση με το οικονομικό αδιέξοδο της χώρας, προσπαθεί να απορροφήσει τους κραδασμούς που δημιουργούνται από:
• Νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες επιβαρύνουν τη φορολογία των ακινήτων.
• Τη μείωση της κατανάλωσης εξαιτίας του ρευστού οικονομικού κλίματος.
• Την έλλειψη ρευστότητας στις επιχειρήσεις.
• Τις δυσκολίες για δανειοδότηση.
Κατά συνέπεια, οι επενδυτές αλλά και οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό και επιφυλακτικότητα την «επόμενη μέρα».
Oσον αφορά τις αξίες πώλησης αλλά και τις μισθωτικές αξίες παρατηρείται σημαντική μείωση των ιδιοκτητών στις απαιτήσεις τους σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Οι απαιτήσεις εξαρτώνται από το σημείο στο οποίο βρίσκεται το συγκεκριμένο ακίνητο, την κατάστασή του καθώς και τη σχέση προσφοράς - ζήτησης, ενώ σημαντικός παράγοντας είναι και η οικονομική κατάσταση του εκάστοτε ιδιοκτήτη (κατά πόσο δηλαδή υπάρχει η ευχέρεια για «υψηλές» οικονομικές απαιτήσεις). Ανά κατηγορία ακινήτων παρατηρούνται ειδικότερα τα εξής:
Καταστήματα και γραφεία
Από το β΄ εξάμηνο του 2009 οι περισσότεροι ιδιοκτήτες επαγγελματικών ακινήτων δέχτηκαν αίτημα των μισθωτών για το «πάγωμα» ή τη μείωση του μισθώματος σε ποσοστό το οποίο κυμαινόταν από 10% - 25%.
Σε κεντρικές εμπορικές αρτηρίες μπορεί πλέον να μετρήσει κάποιος κενά καταστήματα. Η προσφορά λοιπόν έχει αυξηθεί, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις εταιρίες μετεγκαταστάθηκαν σε μικρότερους - πιο οικονομικούς χώρους, ενώ άλλες έκλεισαν
Κατοικία
Oλες οι πρόσφατες εξελίξεις στην εγχώρια αλλά και τη διεθνή οικονομία δημιουργούν περισσότερη ανασφάλεια και αναποφασιστικότητα στους υποψήφιους αγοραστές, παρά σιγουριά ώστε να προβούν σε αγορά ακινήτου. Γι'Α αυτό κυρίως τον λόγο τα δεδομένα έχουν διαμορφωθεί ως εξής: Το αγοραστικό κοινό έχει στραφεί σε μεταχειρισμένες κατοικίες για να αποφύγει τα νέα φορολογικά μέτρα, όπως ΦΠΑ 21% στα νεόδμητα, αλλαγή του αφορολόγητου για πρώτη κατοικία από τετραγωνικά σε τιμή κ.λπ.
Ακόμα, υπάρχουν και οι ιδιοκτήτες - κατασκευαστές που μόνο αμέτοχοι και ανεπηρέαστοι στις εξελίξεις δεν θα μπορούσαν να μείνουν. Οι ιδιοκτήτες κατοικιών αναγκάζονται να πουλήσουν τις κατοικίες τους μην μπορώντας να ανταποκριθούν στις πιστοληπτικές τους υποχρεώσεις. Οι κατασκευαστές διορθώνουν τις τιμές τους και προβαίνουν σε προσφορές.
Eτσι λοιπόν μέσα από όλη αυτήν τη συγκυρία αναδύονται και ορισμένες ευκαιρίες. Τόσο οι ιδιοκτήτες προκειμένου να «ξεφορτωθούν» το ακίνητό τους το παρουσιάζουν στην αγορά σε αρκετά πιο ανταγωνιστική τιμή, που στην πλειονότητά τους αποσκοπούν να καλύψουν μόνο το υπόλοιπο του δανείου που θέλουν να αποπληρώσουν και όχι να έχουν και κάποιο κέρδος, αλλά και οι κατασκευαστές με συμψηφισμούς του ΦΠΑ ή εκπτώσεις που σε ορισμένες περιπτώσεις αγγίζουν και το 35% της εμπορικής αξίας του ακινήτου, θέλουν να προσελκύσουν αγοραστικό κοινό.


Eξοχικά


Η χρονιά που διανύουμε είναι μια σημαντική περίοδος για την πορεία της παραθεριστικής κατοικίας. Τα πρώτα σημάδια δείχνουν ότι και αυτή η αγορά έχει πληγεί από τη διεθνή συγκυρία, καθώς έχει σημειωθεί πτώση στις πράξεις αγοράς τέτοιων κατοικιών. Γι'Α αυτό τον λόγο παρατηρούμε πολλούς κατασκευαστές να είναι πιο ελαστικοί στις διαπραγματεύσεις τους σε σύγκριση με πέρυσι.