23 Σεπτεμβρίου 2010

Αντιμετωπίζοντας τα γονίδια της παχυσαρκίας

Σύμφωνα με πρόσφατη βρετανική έρευνα, όσοι πιστεύουν ότι για τα υπερβολικά κιλά τους ευθύνονται αποκλειστικά τα γονίδιά τους και όχι οι ίδιοι, κάνουν λάθος! Πρόκειται μάλιστα για ένα πολύ σοβαρό και επιβλαβές για την υγεία τους λογικό σφάλμα.
Μολονότι είναι αλήθεια ότι για τα «πολύ παραπάνω κιλά» των υπέρβαρων ατόμων ευθύνονται κάποια γονίδιά τους, και συνεπώς έχουν τη «μοιραία» γενετική προδιάθεση να παχαίνουν, τα άτομα αυτά δεν είναι καθόλου καταδικασμένα να γίνουν παχύσαρκα!
Στο εντυπωσιακό αυτό συμπέρασμα κατέληξαν οι μελέτες μιας ομάδας Βρετανών ερευνητών που πραγματοποιήθηκαν στο Κέιμπριτζ υπό τη διεύθυνση της Ruth Loos. Πράγματι, οι επιστήμονες εξέτασαν 20.430 κατοίκους της βρετανικής πόλης Νόργουικ, αναλύοντας συγκριτικά διάφορες γονιδιακές παραλλαγές που θεωρούνται υπεύθυνες για την αυξημένη πιθανότητα να εκδηλώσουν οι «κάτοχοί» τους παχυσαρκία.
Οι ακούραστοι ερευνητές πρώτα πέρασαν από κόσκινο το DNA των εθελοντών, εντοπίζοντας εκείνες τις παραλλαγές των γονιδίων που θεωρούνται «υπεύθυνες» για τα υπερβολικά κιλά, και οι οποίες συνήθως κληρονομούνται από τους γονείς. Κατόπιν, δημιούργησαν επί τούτου μια βαθμολογική κλίμακα που μετρούσε την προδιάθεση για παχυσαρκία τού κάθε εθελοντή, βάσει της παρουσίας ή της απουσίας αυτών των «ύποπτων» γονιδιακών παραλλαγών.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, βασιζόμενοι δηλαδή στη βαθμολογία της κλίμακας, διαπίστωσαν ότι το μεγαλύτερο μέρος του δείγματος των εθελοντών κληρονομούσε από 10 έως 13 γονιδιακές παραλλαγές που συνδέονται με τα επιπλέον κιλά. Ορισμένοι εθελοντές μάλιστα κληρονομούσαν πάνω από 17 τέτοια γονίδια, ενώ άλλοι μόνο 6 ή και λιγότερα από αυτά.
Επιπλέον, όμως, οι ερευνητές κατέγραφαν και τη συχνότητα σωματικής άσκησης των εθελοντών. Στο τέλος συνέκριναν όλα τα δεδομένα που προέκυψαν από αυτές τις καταγραφές, ελπίζοντας ότι τελικά θα καταφέρουν να αποδείξουν πως σε μια υψηλότερη γενετική προδιάθεση για παχυσαρκία αντιστοιχεί πράγματι ένας μεγαλύτερος Δείκτης Μάζας Σώματος (ΒΜΙ). Επιπλέον, όμως, ήθελαν να διαπιστώσουν κατά πόσο η συστηματική άσκηση είναι σε θέση να μειώνει τις αρνητικές επιδράσεις αυτών των γονιδίων και συνεπώς να περιορίζει την εμφάνιση της παχυσαρκίας.
Το συμπέρασμά τους όσον αφορά το πρώτο ερώτημα ήταν ότι κάθε επιπλέον γονιδιακή παραλλαγή συνδέεται άμεσα με την παρατηρούμενη αύξηση της σωματικής μάζας (που μετρά ο Δείκτης Μάζας Σώματος ΒΜΙ). Μάλιστα, ισχυρίζονται ότι κατάφεραν να προσδιορίσουν επακριβώς τη γενετική επίδραση στη σωματική μάζα: 445 γρ. επιπλέον βάρος προσθέτει κάθε μία από αυτές τις γονιδιακές παραλλαγές σε ένα άτομο ύψους 1,70 μ.!
Οσο όμως εντυπωσιακά κι αν ακούγονται αυτά τα αποτελέσματα, δεν ήταν απρόβλεπτα. Η πραγματική έκπληξη ήταν ότι η επιρροή των «παχυντικών» γονιδίων είναι σαφώς μεγαλύτερη στα άτομα που έχουν έντονες καθιστικές συνήθειες: ενώ τα άτομα που ασκούνται ή κάνουν μια πιο δραστήρια σωματική ζωή συσσωρεύουν μόνο 379 γρ. για κάθε επιπλέον «παχυντική» γονιδιακή παραλλαγή, τα άτομα που έχουν «αλλεργία» σε κάθε σωματική άσκηση τείνουν να συσσωρεύουν 592 γρ. για κάθε μία αντίστοιχη γονιδιακή παραλλαγή!
Το συμπέρασμα από αυτή την εκτενή βρετανική έρευνα είναι σχεδόν αναπόφευκτο και μάλλον αισιόδοξο για τα υπέρβαρα άτομα: κατά μέσο όρο η «καταδίκη» στην παχυσαρκία, ακόμη και όταν οφείλεται σε γονιδιακή προδιάθεση, δεν είναι αναπόφευκτη. Αντίθετα, μπορεί κάλλιστα να μειωθεί κατά περίπου 40% στα σωματικώς πιο δραστήρια άτομα. Μια επιπλέον απόδειξη για το ότι η συστηματική σωματική άσκηση είναι ικανή να αντιμετωπίσει τις δραματικές συνέπειες της παχυσαρκίας, ακόμη και σε άτομα που υποτίθεται ότι είναι γενετικά «καταδικασμένα».