Αθήνα, 3 Νοεμβρίου 2010
Γραφείο Πρωθυπουργού
Ομιλία του Πρωθυπουργού Γιώργου Α. Παπανδρέου στον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών για την εφαρμογή του προγράμματος «Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση»
"Φίλες και φίλοι, πρώτα απ’ όλα, να συγχαρώ όλους, όχι απλώς για την προσπάθεια, αλλά για την επιτυχή αυτή προσπάθεια και για την παρουσίαση αυτού του πολύ σημαντικού γεγονότος, σε μία εποχή που περνάμε μια δύσκολη οικονομική κρίση και είμαστε σε μια τεράστια, συλλογική προσπάθεια, για να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση και, παράλληλα, για να δείξουμε ότι μπορούμε – όπως είχαμε πει και προεκλογικά – να κάνουμε την επανάσταση του αυτονόητου.
Και αυτό που έγινε εδώ, είναι μια επανάσταση, όμως, είναι και το αυτονόητο. Καταφέραμε, αυτή τη χρονιά, να σταθεί η πατρίδα μας στα πόδια της, αλλά έπρεπε βεβαίως να γίνουν και οι απαραίτητες θυσίες, οι θυσίες του Ελληνικού λαού, για να μπορέσουμε να φύγουμε από το φάσμα, από την απειλή της χρεοκοπίας.
Εάν αυτά τα οποία σήμερα κάνουμε, είχαν γίνει εδώ και πολλά χρόνια, δεν θα είχαμε τα ίδια ελλείμματα, δεν θα είχαμε τα ίδια χρέη, δεν θα είχαμε την ανάγκη να περικοπούν μισθοί και συντάξεις, δεν θα είχαμε καν την ανάγκη ενός μνημονίου, για να μπορούμε να δανειστούμε χρήματα από τους εταίρους μας, επειδή δεν μας έδιναν, δεν μας εμπιστεύονταν οι διεθνείς αγορές.
Άρα, λοιπόν, μπορεί να πει κανείς ότι ναι, τα λεφτά υπήρχαν, εδώ είναι η απόδειξη. Το ερώτημα ήταν πού πήγαιναν τα χρήματα. Νομίζω ότι εδώ έχουμε ένα πολύ βασικό παράδειγμα, για το πού πήγαιναν τα χρήματα -μια φαρμακευτική δαπάνη, ένα τεράστιο κόστος, που μετατρεπόταν σε χρέη, σε ελλείμματα.
Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, αυτή η δαπάνη εκτινάχθηκε σε ιλιγγιώδη επίπεδα, αν δούμε ότι από το 1,5 δις ευρώ του 2003, φτάσαμε πέρυσι στα 5,2 δις ευρώ, μέσα από χαριστικές ρυθμίσεις, κατάργηση της λίστας και, ουσιαστικά, μέσα από την εξυπηρέτηση κάποιων συμφερόντων, με αδιαφάνεια.
Φτάσαμε, η χώρα μας να ξοδεύει τα ίδια χρήματα για φάρμακα, με μια χώρα με τον πληθυσμό της Ισπανίας. Εκεί πήγαιναν τα λεφτά. Και αυτό, είναι ένα ακόμα παράδειγμα ότι μπορούμε, ένα ακόμα από τα αμέτρητα, θα έλεγα, παραδείγματα ότι μπορούμε, όπως έχω πει, να αλλάξουμε αυτή τη χώρα και να κάνουμε τις απαραίτητες κινήσεις, αν έχουμε τη βούληση – και την έχουμε τη βούληση – απέναντι σε όλους όσοι ισοπεδώνουν τα πάντα, που λένε ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει σε αυτή τη χώρα και διαλαλούν τη μιζέρια της παθητικής αποδοχής της μοίρας μας.
Εδώ δείχνουμε ότι μπορεί να κάνουμε θαύματα, ή μάλλον δεν θα έλεγα θαύματα, γιατί δεν μιλάμε για μαγικές λύσεις – εμείς μιλάμε για αυτονόητα πράγματα. Αυτονόητα πράγματα, που όμως βελτιώνουν ραγδαία την ποιότητα ζωής, αλλά και τη διαχείριση των οικονομικών του Ελληνικού λαού.
Όπως είπα, αν υπήρχε το θάρρος παλιότερα, να κάνουν αυτές τις τομές, δεν θα βρισκόμασταν εδώ όπου είμαστε σήμερα, με χρέη και με ελλείμματα.
Το θέμα, βεβαίως, δεν είναι μόνο η επιβάρυνση των Ταμείων από τα χρέη και τα ελλείμματα, μέσα από τις αδιαφανείς διαδικασίες του παρελθόντος. Η εξοικονόμηση θα βοηθήσει, προφανώς, και σε ένα άλλο σκέλος, δηλαδή στο να αξιοποιήσουμε σωστά τα χρήματα του Ελληνικού λαού για τις υπηρεσίες, για την υγεία, την παιδεία, την κοινωνική πρόνοια, την ενδυνάμωση του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος και του δημόσιου συστήματος υγείας.
Θα έλεγα και κάτι ακόμα, ότι υπάρχει κι ένα τρίτο σκέλος, γιατί αυτή η υπέρ – συνταγογράφηση, δεν είχε απλώς κινδύνους για την υγεία των Ασφαλιστικών Ταμείων, αλλά έχει κινδύνους και για την υγεία των ίδιων των πολιτών.
Η υπερβολική χρήση των φαρμάκων, που και αυτό, δυστυχώς, είναι χαρακτηριστικό του ελληνικού συστήματος υγείας, έχει βεβαίως και πάρα πολλές αρνητικές συνέπειες για τη δημόσια υγεία, για την υγεία του καθενός μας, για την αντίσταση που αναπτύσσεται από ιούς και νόσους απέναντι στα φάρμακα, γεγονός που δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα στο σύστημα υγείας, στο κόστος και στη δαπάνη της υγείας.
Τι χρειαζόταν, λοιπόν; Τίποτα το δυσνόητο, τίποτα το εξαιρετικά δύσκολο, τουλάχιστον τεχνοκρατικά, καμία μαγική λύση. Χρειάζονταν η αποφασιστικότητα, η σοβαρότητα και η αφοσίωση στον κοινό στόχο.
Θέλω να ευχαριστήσω την ηγεσία και του Υπουργείου Εργασίας, αλλά και των Ταμείων και, βεβαίως, και όλους τους συνεργάτες, που δούλεψαν σκληρά για να γίνει αυτό πραγματικότητα.
Και βεβαίως, αυτό δείχνει ότι ξεπερνάμε και μια νοοτροπία, όπως είπα – ότι δεν μπορεί να γίνουν πράγματα στην Ελλάδα. Να που γίνονται, να που πετυχαίνουμε.
Έχουμε καταφέρει, όπως ειπώθηκε και από τον Υπουργό, να μειώσουμε τη φαρμακευτική δαπάνη φέτος κατά 28% και να εξοικονομήσουμε 100 εκατομμύρια ευρώ το μήνα για τα Ασφαλιστικά Ταμεία. Και θα συνεχιστεί αυτή η πορεία.
Και βεβαίως, αυτό το νέο σύστημα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, είναι το επόμενο μεγάλο βήμα – ένα βήμα, που ψηφίστηκε και επισήμως χθες, από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, με την ψήφιση του σχετικού νόμου.
Κρίμα βέβαια που κάποιες πολιτικές δυνάμεις, που αυτοαποκαλούνται «προοδευτικοί και φιλολαϊκοί», είπαν για μια ακόμα φορά «όχι».
Αν σε αυτό το βήμα, που χτυπάει τα μεγάλα συμφέροντα, που εξοικονομεί χρήματα του Ελληνικού λαού, τα οποία πηγαίνουν στη βελτίωση του συστήματος υγείας και των Ασφαλιστικών Ταμείων, λένε «όχι», δεν ξέρω πού θα πούνε το «ναι» τελικά.
Αλλά δεν θέλω να μείνω σε αυτές τις αντιπαραθέσεις. Θέλω να στείλουμε, μέσα από αυτό το πολύ σημαντικό βήμα που κάναμε, το μήνυμα της αισιοδοξίας, ότι μπορούμε. Μπορούμε με σκληρή δουλειά και με κανόνες απόλυτης διαφάνειας, με κανόνες που βοηθούν στη σωστή διακίνηση φαρμάκου, αλλά και τις πράξεις των γιατρών και, βεβαίως, παράλληλα, διασφαλίζουν την προστασία των προσωπικών δεδομένων των πολιτών.
Θα ήθελα, επίσης, να επισημάνω κάτι πολύ σημαντικό ότι, μέσα σε ένα μικρό χρονικό διάστημα, απ’ ό,τι αποδείχθηκε, έχει συμβληθεί το 90%, σχεδόν το σύνολο των γιατρών και φαρμακοποιών, με τον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών. Χρησιμοποιούν ήδη το σύστημα.
Και ευχαριστώ και τον Πρόεδρο, τον κ. Βουδούρη, γι’ αυτό το αναμνηστικό της πρώτης ηλεκτρονικής συνταγής, που βγήκε στη χώρα μας. Είναι ένα ιστορικό ντοκουμέντο, το οποίο βγήκε μάλιστα στη Λειβαδιά, που έχει ενδιαφέρον, γιατί αποδεικνύει ότι αυτό το σύστημα λειτουργεί πια σε όλη τη χώρα και εξασφαλίζει ίσα δικαιώματα, ισότιμη πρόσβαση και μεταχείριση όλων των πολιτών, όπου και αν βρίσκονται και από όποια τάξη και αν προέρχονται.
Θέλω να επισημάνω και κάτι ακόμα, σε ό,τι αφορά τους γιατρούς, που είναι νομίζω πάρα πολύ σημαντικό. Γιατί και εγώ παρακολουθούσα από κοντά, με τους συνεργάτες μου – είναι εδώ ο Ανδρέας Ρηνιώτης και πολλοί άλλοι – αυτή τη μεγάλη προσπάθεια, να εφαρμόσουμε αυτό το μέτρο.
Και βεβαίως, να προσθέσω ότι, αυτό το μέτρο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, είναι μόνο ένα από τα πολλά μέτρα, που θα εφαρμοστούν σε πολλούς τομείς της λειτουργίας του κράτους. Από τα σχολεία, μέχρι τις αδειοδοτήσεις των επιχειρήσεων, τις λειτουργίες του ΕΣΠΑ και σε πολλούς άλλους τομείς, όλα αυτά θα μπορούν να αποτυπώνονται και, βεβαίως, και με το σύστημα του προγράμματος «ΔΙΑΥΓΕΙΑ».
Αυτούς τους μήνες, λοιπόν, έρχονταν πολλοί συνεχώς και έλεγαν, «μα αυτά δεν γίνονται στην Ελλάδα, πρώτα απ’ όλα, αντιδρούν οι γιατροί, οι γιατροί δεν θα το δεχτούν». Και επίσης, ένα από τα βασικά που έλεγαν είναι, «δεν ξέρουν κομπιούτερ οι γιατροί».
Μπορεί μερικοί, πράγματι, να μην είχαν εξοικείωση με τους υπολογιστές, αλλά φάνηκε ότι με ένα «air desk», όπως λέμε, μια βοήθεια που υπήρχε από το Υπουργείο, πολύ γρήγορα προσαρμόστηκαν σε αυτά τα νέα δεδομένα. Και μάλιστα, απ’ ό,τι κατάλαβα, προσαρμόστηκαν και με χαρά σε αυτή τη διαδικασία, πράγμα που δείχνει ότι είναι μόνο μια μικρή μειοψηφία, η οποία αντιστέκεται πολλές φορές, αλλά και ότι υπάρχει μια ωριμότητα στην ελληνική κοινωνία, υπάρχει ωριμότητα στη μεγάλη πλειοψηφία των γιατρών, σε αυτή την περίπτωση – αλλά και σε άλλους χώρους, είμαι σίγουρος, και σε άλλες περιπτώσεις – που θέλει αυτές τις αλλαγές.
Θέλει τη διαφάνεια, θέλει να φύγουμε από αυτές τις πελατειακές και αδιαφανείς διαδικασίες, οι οποίες πληγώνουν όλους μας, αν θέλετε, ακόμα και στη βάση της ηθικής και της αξιοπρέπειάς μας.
Θέλω λοιπόν να συγχαρώ όλους, γι’ αυτή τη μεγάλη προσπάθεια και επιτυχία. Το γεγονός ότι, ήδη, με τα πρώτα αποτελέσματα, μόνο σε ένα Ταμείο, φαίνεται ότι μειώνουμε τουλάχιστον κατά 50% το κόστος, είναι συγκλονιστικό, ως πρώτο δείγμα. Και αυτό σημαίνει, βεβαίως, ότι πρέπει να μπουν στο σύστημα το γρηγορότερο και τα άλλα Ταμεία.
Ξέρω ότι και εκεί υπάρχουν πιθανές αντιστάσεις, αλλά νομίζω ότι, όπως ειπώθηκε, έσπασε πια ο πάγος και αποδείξαμε ότι γίνεται. Και από εδώ και πέρα, είναι απλώς θέμα μιας φυσιολογικής ροής, ώστε πολύ σύντομα να μπουν και τα άλλα Ταμεία στο σύστημα, για να εξοικονομήσουμε τους πόρους, που πράγματι χάνονται, αλλά και για να αποδοθούν αυτοί οι πόροι πραγματικά στον Έλληνα πολίτη, σε όλους όσοι χρειάζονται την πρόνοια, την υγεία, την παιδεία, τις κοινωνικές υπηρεσίες.
Και πάλι συγχαρητήρια και καλή συνέχεια."
"Φίλες και φίλοι, πρώτα απ’ όλα, να συγχαρώ όλους, όχι απλώς για την προσπάθεια, αλλά για την επιτυχή αυτή προσπάθεια και για την παρουσίαση αυτού του πολύ σημαντικού γεγονότος, σε μία εποχή που περνάμε μια δύσκολη οικονομική κρίση και είμαστε σε μια τεράστια, συλλογική προσπάθεια, για να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση και, παράλληλα, για να δείξουμε ότι μπορούμε – όπως είχαμε πει και προεκλογικά – να κάνουμε την επανάσταση του αυτονόητου.
Και αυτό που έγινε εδώ, είναι μια επανάσταση, όμως, είναι και το αυτονόητο. Καταφέραμε, αυτή τη χρονιά, να σταθεί η πατρίδα μας στα πόδια της, αλλά έπρεπε βεβαίως να γίνουν και οι απαραίτητες θυσίες, οι θυσίες του Ελληνικού λαού, για να μπορέσουμε να φύγουμε από το φάσμα, από την απειλή της χρεοκοπίας.
Εάν αυτά τα οποία σήμερα κάνουμε, είχαν γίνει εδώ και πολλά χρόνια, δεν θα είχαμε τα ίδια ελλείμματα, δεν θα είχαμε τα ίδια χρέη, δεν θα είχαμε την ανάγκη να περικοπούν μισθοί και συντάξεις, δεν θα είχαμε καν την ανάγκη ενός μνημονίου, για να μπορούμε να δανειστούμε χρήματα από τους εταίρους μας, επειδή δεν μας έδιναν, δεν μας εμπιστεύονταν οι διεθνείς αγορές.
Άρα, λοιπόν, μπορεί να πει κανείς ότι ναι, τα λεφτά υπήρχαν, εδώ είναι η απόδειξη. Το ερώτημα ήταν πού πήγαιναν τα χρήματα. Νομίζω ότι εδώ έχουμε ένα πολύ βασικό παράδειγμα, για το πού πήγαιναν τα χρήματα -μια φαρμακευτική δαπάνη, ένα τεράστιο κόστος, που μετατρεπόταν σε χρέη, σε ελλείμματα.
Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, αυτή η δαπάνη εκτινάχθηκε σε ιλιγγιώδη επίπεδα, αν δούμε ότι από το 1,5 δις ευρώ του 2003, φτάσαμε πέρυσι στα 5,2 δις ευρώ, μέσα από χαριστικές ρυθμίσεις, κατάργηση της λίστας και, ουσιαστικά, μέσα από την εξυπηρέτηση κάποιων συμφερόντων, με αδιαφάνεια.
Φτάσαμε, η χώρα μας να ξοδεύει τα ίδια χρήματα για φάρμακα, με μια χώρα με τον πληθυσμό της Ισπανίας. Εκεί πήγαιναν τα λεφτά. Και αυτό, είναι ένα ακόμα παράδειγμα ότι μπορούμε, ένα ακόμα από τα αμέτρητα, θα έλεγα, παραδείγματα ότι μπορούμε, όπως έχω πει, να αλλάξουμε αυτή τη χώρα και να κάνουμε τις απαραίτητες κινήσεις, αν έχουμε τη βούληση – και την έχουμε τη βούληση – απέναντι σε όλους όσοι ισοπεδώνουν τα πάντα, που λένε ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει σε αυτή τη χώρα και διαλαλούν τη μιζέρια της παθητικής αποδοχής της μοίρας μας.
Εδώ δείχνουμε ότι μπορεί να κάνουμε θαύματα, ή μάλλον δεν θα έλεγα θαύματα, γιατί δεν μιλάμε για μαγικές λύσεις – εμείς μιλάμε για αυτονόητα πράγματα. Αυτονόητα πράγματα, που όμως βελτιώνουν ραγδαία την ποιότητα ζωής, αλλά και τη διαχείριση των οικονομικών του Ελληνικού λαού.
Όπως είπα, αν υπήρχε το θάρρος παλιότερα, να κάνουν αυτές τις τομές, δεν θα βρισκόμασταν εδώ όπου είμαστε σήμερα, με χρέη και με ελλείμματα.
Το θέμα, βεβαίως, δεν είναι μόνο η επιβάρυνση των Ταμείων από τα χρέη και τα ελλείμματα, μέσα από τις αδιαφανείς διαδικασίες του παρελθόντος. Η εξοικονόμηση θα βοηθήσει, προφανώς, και σε ένα άλλο σκέλος, δηλαδή στο να αξιοποιήσουμε σωστά τα χρήματα του Ελληνικού λαού για τις υπηρεσίες, για την υγεία, την παιδεία, την κοινωνική πρόνοια, την ενδυνάμωση του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος και του δημόσιου συστήματος υγείας.
Θα έλεγα και κάτι ακόμα, ότι υπάρχει κι ένα τρίτο σκέλος, γιατί αυτή η υπέρ – συνταγογράφηση, δεν είχε απλώς κινδύνους για την υγεία των Ασφαλιστικών Ταμείων, αλλά έχει κινδύνους και για την υγεία των ίδιων των πολιτών.
Η υπερβολική χρήση των φαρμάκων, που και αυτό, δυστυχώς, είναι χαρακτηριστικό του ελληνικού συστήματος υγείας, έχει βεβαίως και πάρα πολλές αρνητικές συνέπειες για τη δημόσια υγεία, για την υγεία του καθενός μας, για την αντίσταση που αναπτύσσεται από ιούς και νόσους απέναντι στα φάρμακα, γεγονός που δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα στο σύστημα υγείας, στο κόστος και στη δαπάνη της υγείας.
Τι χρειαζόταν, λοιπόν; Τίποτα το δυσνόητο, τίποτα το εξαιρετικά δύσκολο, τουλάχιστον τεχνοκρατικά, καμία μαγική λύση. Χρειάζονταν η αποφασιστικότητα, η σοβαρότητα και η αφοσίωση στον κοινό στόχο.
Θέλω να ευχαριστήσω την ηγεσία και του Υπουργείου Εργασίας, αλλά και των Ταμείων και, βεβαίως, και όλους τους συνεργάτες, που δούλεψαν σκληρά για να γίνει αυτό πραγματικότητα.
Και βεβαίως, αυτό δείχνει ότι ξεπερνάμε και μια νοοτροπία, όπως είπα – ότι δεν μπορεί να γίνουν πράγματα στην Ελλάδα. Να που γίνονται, να που πετυχαίνουμε.
Έχουμε καταφέρει, όπως ειπώθηκε και από τον Υπουργό, να μειώσουμε τη φαρμακευτική δαπάνη φέτος κατά 28% και να εξοικονομήσουμε 100 εκατομμύρια ευρώ το μήνα για τα Ασφαλιστικά Ταμεία. Και θα συνεχιστεί αυτή η πορεία.
Και βεβαίως, αυτό το νέο σύστημα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, είναι το επόμενο μεγάλο βήμα – ένα βήμα, που ψηφίστηκε και επισήμως χθες, από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, με την ψήφιση του σχετικού νόμου.
Κρίμα βέβαια που κάποιες πολιτικές δυνάμεις, που αυτοαποκαλούνται «προοδευτικοί και φιλολαϊκοί», είπαν για μια ακόμα φορά «όχι».
Αν σε αυτό το βήμα, που χτυπάει τα μεγάλα συμφέροντα, που εξοικονομεί χρήματα του Ελληνικού λαού, τα οποία πηγαίνουν στη βελτίωση του συστήματος υγείας και των Ασφαλιστικών Ταμείων, λένε «όχι», δεν ξέρω πού θα πούνε το «ναι» τελικά.
Αλλά δεν θέλω να μείνω σε αυτές τις αντιπαραθέσεις. Θέλω να στείλουμε, μέσα από αυτό το πολύ σημαντικό βήμα που κάναμε, το μήνυμα της αισιοδοξίας, ότι μπορούμε. Μπορούμε με σκληρή δουλειά και με κανόνες απόλυτης διαφάνειας, με κανόνες που βοηθούν στη σωστή διακίνηση φαρμάκου, αλλά και τις πράξεις των γιατρών και, βεβαίως, παράλληλα, διασφαλίζουν την προστασία των προσωπικών δεδομένων των πολιτών.
Θα ήθελα, επίσης, να επισημάνω κάτι πολύ σημαντικό ότι, μέσα σε ένα μικρό χρονικό διάστημα, απ’ ό,τι αποδείχθηκε, έχει συμβληθεί το 90%, σχεδόν το σύνολο των γιατρών και φαρμακοποιών, με τον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών. Χρησιμοποιούν ήδη το σύστημα.
Και ευχαριστώ και τον Πρόεδρο, τον κ. Βουδούρη, γι’ αυτό το αναμνηστικό της πρώτης ηλεκτρονικής συνταγής, που βγήκε στη χώρα μας. Είναι ένα ιστορικό ντοκουμέντο, το οποίο βγήκε μάλιστα στη Λειβαδιά, που έχει ενδιαφέρον, γιατί αποδεικνύει ότι αυτό το σύστημα λειτουργεί πια σε όλη τη χώρα και εξασφαλίζει ίσα δικαιώματα, ισότιμη πρόσβαση και μεταχείριση όλων των πολιτών, όπου και αν βρίσκονται και από όποια τάξη και αν προέρχονται.
Θέλω να επισημάνω και κάτι ακόμα, σε ό,τι αφορά τους γιατρούς, που είναι νομίζω πάρα πολύ σημαντικό. Γιατί και εγώ παρακολουθούσα από κοντά, με τους συνεργάτες μου – είναι εδώ ο Ανδρέας Ρηνιώτης και πολλοί άλλοι – αυτή τη μεγάλη προσπάθεια, να εφαρμόσουμε αυτό το μέτρο.
Και βεβαίως, να προσθέσω ότι, αυτό το μέτρο της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, είναι μόνο ένα από τα πολλά μέτρα, που θα εφαρμοστούν σε πολλούς τομείς της λειτουργίας του κράτους. Από τα σχολεία, μέχρι τις αδειοδοτήσεις των επιχειρήσεων, τις λειτουργίες του ΕΣΠΑ και σε πολλούς άλλους τομείς, όλα αυτά θα μπορούν να αποτυπώνονται και, βεβαίως, και με το σύστημα του προγράμματος «ΔΙΑΥΓΕΙΑ».
Αυτούς τους μήνες, λοιπόν, έρχονταν πολλοί συνεχώς και έλεγαν, «μα αυτά δεν γίνονται στην Ελλάδα, πρώτα απ’ όλα, αντιδρούν οι γιατροί, οι γιατροί δεν θα το δεχτούν». Και επίσης, ένα από τα βασικά που έλεγαν είναι, «δεν ξέρουν κομπιούτερ οι γιατροί».
Μπορεί μερικοί, πράγματι, να μην είχαν εξοικείωση με τους υπολογιστές, αλλά φάνηκε ότι με ένα «air desk», όπως λέμε, μια βοήθεια που υπήρχε από το Υπουργείο, πολύ γρήγορα προσαρμόστηκαν σε αυτά τα νέα δεδομένα. Και μάλιστα, απ’ ό,τι κατάλαβα, προσαρμόστηκαν και με χαρά σε αυτή τη διαδικασία, πράγμα που δείχνει ότι είναι μόνο μια μικρή μειοψηφία, η οποία αντιστέκεται πολλές φορές, αλλά και ότι υπάρχει μια ωριμότητα στην ελληνική κοινωνία, υπάρχει ωριμότητα στη μεγάλη πλειοψηφία των γιατρών, σε αυτή την περίπτωση – αλλά και σε άλλους χώρους, είμαι σίγουρος, και σε άλλες περιπτώσεις – που θέλει αυτές τις αλλαγές.
Θέλει τη διαφάνεια, θέλει να φύγουμε από αυτές τις πελατειακές και αδιαφανείς διαδικασίες, οι οποίες πληγώνουν όλους μας, αν θέλετε, ακόμα και στη βάση της ηθικής και της αξιοπρέπειάς μας.
Θέλω λοιπόν να συγχαρώ όλους, γι’ αυτή τη μεγάλη προσπάθεια και επιτυχία. Το γεγονός ότι, ήδη, με τα πρώτα αποτελέσματα, μόνο σε ένα Ταμείο, φαίνεται ότι μειώνουμε τουλάχιστον κατά 50% το κόστος, είναι συγκλονιστικό, ως πρώτο δείγμα. Και αυτό σημαίνει, βεβαίως, ότι πρέπει να μπουν στο σύστημα το γρηγορότερο και τα άλλα Ταμεία.
Ξέρω ότι και εκεί υπάρχουν πιθανές αντιστάσεις, αλλά νομίζω ότι, όπως ειπώθηκε, έσπασε πια ο πάγος και αποδείξαμε ότι γίνεται. Και από εδώ και πέρα, είναι απλώς θέμα μιας φυσιολογικής ροής, ώστε πολύ σύντομα να μπουν και τα άλλα Ταμεία στο σύστημα, για να εξοικονομήσουμε τους πόρους, που πράγματι χάνονται, αλλά και για να αποδοθούν αυτοί οι πόροι πραγματικά στον Έλληνα πολίτη, σε όλους όσοι χρειάζονται την πρόνοια, την υγεία, την παιδεία, τις κοινωνικές υπηρεσίες.
Και πάλι συγχαρητήρια και καλή συνέχεια."