Διαφθορά στους κόλπους της Δικαιοσύνης εντοπίζει η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, διαπιστώνοντας «έκνομα κριτήρια» για τη λήψη αποφάσεων. Κριτήρια «κομματικά ή ιδιοτελή κατά περίπτωση»!
Το παράδειγμα του δικαστή που «δεν αποφασίζει με βάση το αποδεικτικό υλικό και τη νομοθεσία, αλλά με βάση τις παρεμβάσεις και τις πιέσεις που δέχεται από εξωγενείς παράγοντες ή με βάση τις ιδεολογικές και τις κομματικές προτιμήσεις του, υπολογίζοντας την ενδεχόμενη μελλοντική προοπτική προαγωγής ή απασχόλησής του μετά τη συνταξιοδότηση», καταγράφεται ως δεδομένο στη γνωμοδότηση της Επιτροπής για τις παθογένειες του συστήματος (περιλαμβάνεται στην έκθεση εργασιών της προηγούμενης κοινοβουλευτικής συνόδου). Τα μέλη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, προκειμένου να διαμορφώσουν συγκεκριμένες προτάσεις, ακροάστηκαν όλες τις Δικαστικές Ενώσεις, την Πανελλήνια Ενωση Δικηγορικών Συλλόγων και την Ομοσπονδία Δικαστικών Υπαλλήλων. Κατέληξαν δε σε ένα συμπέρασμα που αμφισβητεί την ευθικρισία των δικαστών, ενώ παράλληλα εντοπίζει φαινόμενα «κομματισμού και κυβερνητικών παρεμβάσεων στο έργο της».
Στο γνωμοδοτικό κείμενο της Επιτροπής για τα φαινόμενα διαφθοράς, η οποία όπως υπογραμμίζεται «δεν περιορίζεται μόνο στη δωροληψία», προστίθενται οι ελλείψεις «ήθους, παιδείας και ελευθέρου φρονήματος» που εντοπίζονται στο δικαστικό σώμα. Ως «βασική αδυναμία» για την αναποτελεσματικότητα του συστήματος θεωρείται η βραδύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης και ως αιτίες γι' αυτό εντοπίζονται:
* Η πολυνομία και η πολυπλοκότητα της νομοθεσίας. Η ποινικοποίηση των αστικών διαφορών και των διοικητικών παραβάσεων.
* Η γραφειοκρατική δικονομία σε συνδυασμό με τις συνεχείς και αδικαιολόγητες αναβολές των υποθέσεων.
* Τα ελλείμματα, όσον αφορά την οργάνωση της δικαστικής εξουσίας, σε υποδομές (σημειώνεται πως οι συνθήκες σε πολλά δικαστήρια της χώρας είναι «τριτοκοσμικές»), σε ανθρώπινο δυναμικό, σε τεχνολογικό εξοπλισμό, αλλά και στη γεωγραφική κατανομή των δικαστηρίων της χώρας.
Οι προτάσεις της Επιτροπής περιλαμβάνουν ρυθμίσεις για την ταχύτητα και τη διαφάνεια στην απονομή της Δικαιοσύνης (αστική - ποινική - διοικητική - φορολογικές υποθέσεις - Συμβούλιο της Επικρατείας). Οσο για την ενίσχυση της προσωπικής και της λειτουργικής ανεξαρτησίας των δικαστών, προτείνεται ενδεικτικά:
1 Η νομοθετική κατοχύρωση της συμμετοχής της Βουλής στη διαδικασία επιλογής στην ηγεσία της Δικαιοσύνης, χωρίς να ακυρώνεται η συνταγματική αρμοδιότητα του υπουργικού συμβουλίου. Η πλειονότητα των μελών της Επιτροπής εκτιμά ότι έτσι ακυρώνεται η αυθαιρεσία της εκάστοτε κυβέρνησης στην επιλογή των στελεχών της Δικαιοσύνης, αλλά και η «προσδοκία» της κομματικής εύνοιας από τους δικαστικούς λειτουργούς.
2Η απαγόρευση συμμετοχής όχι μόνον των εν ενεργεία δικαστών, αλλά και των συνταξιούχων σε έμμισθες θέσεις του Δημοσίου, εκτός των νομοπαρασκευαστικών επιτροπών.
3 Η πλήρης διαφάνεια της περιουσιακής κατάστασης των δικαστικών λειτουργών με την αναμόρφωση των δηλώσεων «πόθεν έσχες» και τη θεσμοθέτηση ανεξάρτητης ελεγκτικής αρχής, με τη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου όλων των δικαστικών λειτουργών.
4Η αναβάθμιση της λειτουργίας του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου και η αναμόρφωση του συστήματος αξιολόγησης των δικαστικών λειτουργών, με την επαναφορά του συστήματος της κλήρωσης των επιθεωρητών. *