Στην αποκωδικοποίηση, από την διεύθυνση Οικονομικού Εγκλήματος, του περιεχομένου των 21 κινητών και ασύρματων τηλεφώνων και του σκληρού δίσκου από τον υπολογιστή της γραμματέως του Μ. Χριστοφοράκου Αικατερίνης Τσακάλου, που κατασχέθηκαν την περασμένη εβδομάδα, με καθυστέρηση δύο χρόνων, στρέφει τώρα το ενδιαφέρον της η εξεταστική επιτροπή της Βουλής. Ελπίδα και στόχος, να ρίξει φως στις επικοινωνίες με πολιτικά πρόσωπα, του τότε ισχυρού άνδρα της πολυεθνικής εταιρείας και να τις ταυτοποιήσει με τη ροή του χρήματος που πιστεύει ότι θα προκύψει από τα στοιχεία των λογαριασμών που επεξεργάζεται εδώ και ένα μήνα η Τράπεζα της Ελλάδος αλλά και από τους τραπεζικούς λογαριασμούς και τις χρηματιστηριακές συναλλαγές φυσικών προσώπων και επιχειρηματιών που εμπλέκονται στις διαδρομές του μαύρου χρήματος και η Εξεταστική δημοσιοποίησε την περασμένη εβδομάδα.
Μια επιστολή του Μ. Χριστοφοράκου στις 11/2/2008 προς τον διάδοχό του Ρούντολφ Φίσερ, που βρέθηκε στη δικογραφία και έφτασε στη Βουλή, επιβεβαιώνει ωστόσο τις υποψίες και καταγγελίες του προέδρου της εξεταστικής επιτροπής Σ. Βαλυράκη ότι πολλά κρίσιμα στοιχεία έχουν εξαφανιστεί. Επικαλούμενος προστασία των προσωπικών του δεδομένων και το απόρρητο των επικοινωνιών ο αρχιδιαχειριστής του μαύρου χρήματος της Siemens Ελλάς καλεί σύσσωμη τη διοίκηση της εταιρείας να μην συναινέσει σε οποιαδήποτε επεξεργασία των αποθηκευμένων στοιχείων της ηλεκτρονικής ή γραπτής αλληλογραφίας του και των άλλων ειδών, που βρίσκονται είτε στο γραφείο του, είτε στο γραφείο της προσωπικής του γραμματείας.
«Σας καλώ», αναφέρει μεταξύ των άλλων ο Μ. Χριστοφοράκος, «όπως μη συναινέσετε σε μια τέτοιου είδους επεξεργασία, ή όπως τουλάχιστον, με καλέσετε πριν λάβει χώρα οιαδήποτε επεξεργασία τους, προκειμένου να απομονώσω τα αυστηρώς προσωπικά δεδομένα μου, τα οποία εμπεριέχονται σε αυτή».
Την επιστολή προς τον διευθύνοντα σύμβουλο Ρ. Φίσερ κοινοποιεί και στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, του διοικητικού συμβουλίου, της Γραμματείας Γενικής Διεύθυνσης, την υπεύθυνη προστασίας προσωπικών δεδομένων και τον υπεύθυνο διαχείρισης ηλεκτρονικών δεδομένων.
Είχε προηγηθεί, στις 31-1-2008, επιστολή της νομικής συμβούλου της Siemens Μ. Καπόκη-Ταζδάκη προς τον Μ. Χριστοφοράκο, με την οποία του ζητούσε την επιστροφή του εταιρικού εξοπλισμού που είχε στο σπίτι του, ήτοι «τα laptop όσο και τυχόν εκτυπωτές ή οθόνες της εταιρείας».
Στο μεταξύ, μετά από τρεις επιστολές της εξεταστικής επιτροπής, με τις οποίες το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους κλήθηκε να προσκομίσει στοιχεία σχετικά με τη ζημιά του Δημοσίου από το σκάνδαλο της Siemens, ο πρόεδρός του Αλ. Τζεφεράκος ενημέρωσε την περασμένη εβδομάδα την εξεταστική επιτροπή ότι αντικατέστησε τα μέλη της επιτροπής που είχε συσταθεί στις 3/4/2009 με εντολή τον χειρισμό της υπόθεσης Siemens. Αντικατάσταση που, επί της ουσίας, επιβεβαιώνει ότι το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ουδέν έπραξε για να διασφαλίσει, ως όφειλε, τα συμφέροντα του Δημοσίου.
Σύμφωνα με την απόφαση (4/6/2010), στη νέα επιτροπή παρέχεται η εντολή για «περαιτέρω χειρισμό της υπόθεσης της εταιρείας Siemens στο σύνολό της (αστικό και ποινικό μέρος), προς υποστήριξη των συμφερόντων και των εν γένει απαιτήσεων του Δημοσίου». Η κίνηση αυτή συνδυάζεται με την απόφαση της Εξεταστικής να ζητήσει από τον πρωθυπουργό και τους αρχηγούς των κομμάτων να πάρουν πρωτοβουλίες ώστε να υποχρεωθεί η Siemens από τη γερμανική κυβέρνηση να παράσχει όλα τα στοιχεία για το σκάνδαλο προς την ελληνική Δικαιοσύνη και την Εξεταστική, να απαιτήσει το ελληνικό Δημόσιο αποζημίωση για την παράνομη δράση της Siemens και να παραπεμφθεί το θέμα στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
πηγη Ελευθεροτυπια