Σε επίτιμο διδάκτορα του τμήματος δημόσιας διοίκησης του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών αναγορεύθηκε χθες βράδυ ο πρόεδρος του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού (ΣΑΕ) Στέφανος Ταμβάκης.
Στο χαιρετισμό του ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Παναγιώτης Τσίρης τόνισε ότι στο πρόσωπο του κ. Ταμβάκη το Πάντειο Πανεπιστήμιο τιμά τον απόδημο ελληνισμό.
Στη συνέχεια η καθηγήτρια Ισμήνη Κριάρη-Κατράνη αναφέρθηκε στο έργο και τις δράσεις του Στέφανου Ταμβάκη, ενώ ο πρόεδρος του τμήματος Σταύρος Περεντίδης ανάγνωσε το ψήφισμα της αναγόρευσης.
Η τελετή ολοκληρώθηκε με την ομιλία του κ. Ταμβάκη ο οποίος αναφέρθηκε στο ρόλο της ελληνικής γλώσσας στη διατήρηση της ελληνικής ταυτότητας των αποδήμων τονίζοντας ότι χαρακτηριστικό της ελληνικής διασποράς είναι ότι κράτησε την εθνική της ταυτότητα όπου κι αν εγκαταστάθηκε διατηρώντας την Ελλάδα μέσα της. “Δεν αλλοτριώθηκε, δεν αφομοιώθηκε ωστόσο, προσαρμόστηκε και ενσωματώθηκε στις νέες πατρίδες διαπρέποντας σε όλους τους τομείς”, επισήμανε. Τόνισε ακόμη την ανάγκη ενεργοποίησης των νέων ομογενών ενώ αναφέρθηκε και στο ρόλο και τους στόχους του ΣΑΕ.
Τέλος είπε ότι πρωταρχικές επιδιώξεις του ΣΑΕ είναι η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στους απόδημους της τρίτης και τέταρτης γενιάς, η ανάπτυξη και αξιοποίηση της νεολαίας στα ομογενειακά ζητήματα και η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των ομογενών στις χώρες όπου διαμένουν.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας του Προέδρου του ΣΑΕ, με θέμα «Ο Ελληνισμό της Διασποράς και η πρόκληση του μέλλοντος».
Κυρίες και κύριοι,
Αισθάνομαι ιδιαίτερη συγκίνηση και είμαι ευτυχής για την εξαιρετική τιμή της αναγόρευσής μου ως Επίτιμου Διδάκτορα του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης του Παντείου Πανεπιστημίου.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την Σύγκλητο, τον αξιότιμο Πρύτανη του Παντείου Καθηγητή Παναγιώτη Τσίρη καθώς και τον Πρόεδρο του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης Καθηγητή Σταύρο Περεντίδη. Επίσης, ευχαριστώ ιδιαιτέρως τους Καθηγητές του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης που ανέλαβαν την πρωτοβουλία να εισηγηθούν την απονομή αυτού του τίτλου στο πρόσωπό μου, τον εξαίρετο κ. Αναστάσιο Τσάμη και την αγαπητή κα Ισμήνη Κριάρη-Κατράνη, με την οποία είχαμε μία άκρως εποικοδομητική συνεργασία, κατά τη διάρκεια της επιτυχούς θητείας της, ως Ειδικής Γραμματέως Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης και Παιδείας Ομογενών του υπουργείου Παιδείας.
Επιτρέψτε μου να αναφέρω λίγα λόγια από μία ιστορική ομιλία του Γιώργου Σεφέρη,
«Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται».
Τα λόγια αυτά, μου ήρθαν πρώτα στο νου όταν έγραφα αυτές τις γραμμές, γιατί κι εγώ, από αυτή τη μικρή χώρα προέρχομαι, αυτή τη γλώσσα μιλώ.
Οι πρόγονοί μου ξεκίνησαν το μακρινό τους ταξίδι για τη χώρα του Νείλου από το νησί του Ηφαίστου, τη Λήμνο, και το βουνό των Κενταύρων, το Πήλιο. Ξεμπάρκαραν στη μεγάλη και φωτογενή Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, αναζητώντας καλύτερες μέρες, καλύτερη μοίρα για τους ίδιους, τα παιδιά και τα εγγόνια τους.
Και η μικρή αυτή χώρα από την οποία προέρχονταν, γιγαντώνονταν στα μάτια του μικρού παιδιού που ήμουν, και η γλώσσα της μακρινής πατρίδας, η ελληνική γλώσσα, ήταν το κυρίαρχο παιδικό εργαλείο έκφρασης.
Σ’ αυτήν τη γλώσσα μάθαμε να προσευχόμαστε, να ψιθυρίζουμε λόγια αγάπης και λατρείας, υπερηφάνειας για τους άθλους του παρελθόντος, για τους προγόνους, την ιστορία της πατρίδας, για τα ήθη, τα έθιμα, τις ρίζες μας. Σ’ αυτήν τη γλώσσα, ακούσαμε τα πρώτα παιδικά παραμύθια και τραγουδήσαμε τη χαρά και τη λύπη μας.Το μεγαλείο της ελληνικής γλώσσας μας ένωσε και μας ενώνει, όλους τους Έλληνες, σε όλο τον κόσμο, μ’ έναν μαγικό και αδιάψευστο τρόπο.
Αυτό, είχα την ευκαιρία και την τύχη να το ζήσω σε όλη του την έκταση από τα πρώτα χρόνια της ενασχόλησης μου με τα κοινά, στο φιλανθρωπικό Σωματείο «Αισχύλος-Αρίωνας» και στη συνέχεια ως Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας, της πρεσβυγενούς αυτής Κοινότητας που εξέθρεψε στους κόλπους της ένα εκλεκτό τμήμα του Ελληνισμού, προερχόμενο από όλους σχεδόν τους τόπους της πατρίδας. Ας θυμηθούμε τον πρώτο, το δημιουργό της και μεγάλο εθνικό ευεργέτη τον Γεώργιο Αβέρωφ και τους σπουδαίους Έλληνες που λάμπρυναν με το έργο τους τη νεότερη ιστορία. Τον Ζερβουδάκη, τον Μπενάκη, τον Σαλβάγο, τον Σιβιτανίδη, τον Στουρνάρα, τον Τοσίτσα.
Χαρακτηριστικό της δίψας των παροίκων που έζησα έντονα επί της προεδρίας μου, για επαφή με τα ελληνικά γράμματα, ήταν ότι η κοινοτική πρωτοβουλία για την έκδοση της παροικιακής εφημερίδας «Πατρίδα», μετά την αδόκητη διακοπή της κυκλοφορίας της ιστορικής αλεξανδρινής εφημερίδας «Ταχυδρόμoς», χαιρετίστηκε με απαράμιλλη θέρμη από τους συμπατριώτες μας στην Αλεξάνδρεια, οι οποίοι λαχταρούσαν να συνεχίσουν να διαβάζουν ένα δικό τους έντυπο στην ελληνική γλώσσα, τη γλώσσα της σκέψης και του συναισθήματός τους.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, που οι δυνατότητες στην τεχνολογία της επικοινωνίας ήταν περιορισμένες, ο Έλληνας ήταν απομονωμένος στο εξωτερικό. Δεν γνώριζε για τις εξελίξεις στην Ελλάδα, η εικόνα για την πατρίδα ήταν παγιωμένη και –ίσως γι’ αυτό- καλά προστατευμένη. Τον «θησαυρό» αυτόν, τον μοιραζόταν ευλαβικά με τους συμπατριώτες του και τον φύλαγε στο πιο ζεστό μέρος της καρδιάς του. Γι’ αυτό και μπόρεσε να διατηρήσει την ταυτότητά του, σε αντίθεση με άλλους λαούς που ενσωματώθηκαν στις κοινωνίες όπου διαβιούσαν. Γι’ αυτό και ακούμε συχνά ότι «Ο Έλληνας του εξωτερικού είναι δυο φορές Έλληνας».
Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της Ελληνικής Διασποράς, αυτή είναι και η ευλογία της, εκεί εστιάζουμε την προσοχή μας και τους στόχους μας, για τη διαιώνιση αυτής της ιδιαιτερότητας, για την κληροδότησή της στις επόμενες γενιές.
Ο Ελληνισμός διασκορπίστηκε από τον ελλαδικό χώρο, τον Πόντο, την Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη, την Αίγυπτο και τις άλλες εστίες όπου ζούσε, στα πέρατα της οικουμένης αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Αξιοποιώντας στο έπακρο το ελληνικό δαιμόνιο, κατόρθωσε όχι μόνο να διαπρέψει στις χώρες υποδοχής, αλλά και να μεγαλουργήσει σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής, επιχειρηματικής, εμπορικής, πνευματικής, καλλιτεχνικής και πολιτικής ζωής.
Δεν θεωρήθηκε ποτέ και πουθενά κατακτητής. Δεν αφομοιώθηκε, δεν αλλοτριώθηκε και ωστόσο δεν περιχαρακώθηκε. Μπόρεσε και μπορεί ακόμα και σήμερα να ζει στην κοινωνία των Κρατών υποδοχής σεβόμενος τα ήθη και έθιμα τους, συμμετέχοντας στις εξελίξεις, μεταλαμπαδεύοντας με άμεσο ή έμμεσο τρόπο τον ελληνικό πολιτισμό. Δημιούργησε οικογένεια, καταξιώθηκε επαγγελματικά και έφτασε σήμερα στην 3η, 4η ακόμα και 5η γενιά, με ζωντανή πάντα την ελληνική ρίζα, την ταυτότητά μας.
Αναντίρρητα ο Απόδημος Ελληνισμός σήμερα δεν είναι αυτός που ήταν στις αρχές του περασμένου αιώνα. Αποτελεί, κατά κοινή ομολογία, ένα επιτυχημένο, παραγωγικό τμήμα των κοινωνιών των χωρών υποδοχής, έχοντας κατακτήσει την εμπιστοσύνη και την εκτίμησή τους.
Σήμερα λοιπόν, που όλοι μας έχουμε ανάγκη συνεργασιών και συμμαχιών, ο απανταχού Ελληνισμός της Ελλάδας και της Κύπρου μπορεί να διαδραματίσει έναν καθοριστικό ρόλο στην επίλυση σοβαρών θεμάτων και στην επάξια εκπροσώπηση της χώρας μας.
Τα όποια προβλήματα της πατρίδας, εθνικά, οικονομικά ή άλλα, αποτελούν μέρος της ζωής και του έξω ελληνισμού, είναι και δικά μας προβλήματα. Νιώθουμε χρέος να αγωνιστούμε γι’ αυτά στον διεθνή στίβο. Για τα εθνικά μας θέματα, την προβολή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, την προσέλκυση Ελλήνων και φιλελλήνων στην πατρίδα, την στήριξη της Ελλάδας στην κρίσιμη οικονομική συγκυρία που διανύουμε.
Έχουμε τη δύναμη και τη θέληση να ασκήσουμε πίεση, ιδίως στις ηπείρους όπου βρίσκονται τα κέντρα λήψης αποφάσεων, κάτι που γίνεται ήδη με επιτυχία περισσότερο οργανωμένα και λιγότερο μεμονωμένα και μπορεί να ενισχυθεί με την περαιτέρω συσπείρωση και συντονισμό του Ελληνισμού.
Η σχέση της Ελλάδας και του απανταχού Ελληνισμού όμως, είναι αμφίδρομη. Η μητέρα πατρίδα, καλείται να δώσει λύσεις και να προσεγγίσει με ευαισθησία τα προβλήματα των «παιδιών» της, που αποτελούν τους πιο άξιους πρεσβευτές της.
Η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση του μέλλοντος για τον Ελληνισμό της Διασποράς είναι κατά την άποψή μου η προσέλκυση της νεολαίας και η συμμετοχή της σε μία σύγχρονη μορφή οργάνωσης του απανταχού Ελληνισμού.
Πιστεύω ακράδαντα ότι η νεολαία αποτελεί την αιχμή του δόρατος για την συνέχιση της ελληνικής παρουσίας στα πέρατα της οικουμένης και θεωρώ ότι είναι χρέος μας να μπορέσουμε όχι μόνο να προσεγγίσουμε και να αγκαλιάσουμε τους νέους μας, αλλά το κυριότερο να αξιοποιήσουμε την όρεξη που έχουν για δράση και αγώνα, τις πρωτοπόρες και επαναστατικές ιδέες τους και να προχωρήσουμε μαζί σαν μια ενωμένη και δυνατή ομάδα.
Επιθυμούμε και επιδιώκουμε τη συμμετοχή τους σε έναν διάλογο σχετικά με το πώς θέλουν την οργάνωση των Αποδήμων, τι τους εμπνέει, ποιες είναι οι ανάγκες τους. Προσωπικά βλέπω ότι υπάρχει ενδιαφέρον από την πλευρά τους, ενθουσιασμός για τα προγράμματα φιλοξενίας της ελληνικής πολιτείας, καλή δικτύωση μεταξύ τους, πολλές καλές ιδέες, οι οποίες δεν μένει παρά να τεθούν σε εφαρμογή.
Είναι γεγονός ότι οι ομογενειακές οργανώσεις στην πλειοψηφία τους δεν συμβαδίζουν με την εποχή της ταχύτητας, της πληροφορίας και του Διαδικτύου. Ωστόσο μία εκσυγχρονισμένη μορφή τους, είναι βέβαιο ότι θα προσέλκυε πολλούς νέους, αλλά και τον μη οργανωμένο Ελληνισμό που διαπρέπει στο εξωτερικό, πολιτικούς, χρηματιστές, γιατρούς δικηγόρους, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες και άλλους, που η δικτύωσή και η συντονισμένη δράση τους θα προσέδιδε πολλαπλά οφέλη στην Ελλάδα αλλά και στους ίδιους, καθώς και στον περίγυρό τους. Με αυτό τον τρόπο, μπορεί να αναδυθεί το νέο πρόσωπο του οργανωμένου Ελληνισμού.
Στη διάρκεια της 15ετούς θητείας μου στο Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού, από την ίδρυσή του το 1995, ως Συντονιστής της περιφέρειας Αφρικής και Ασίας, στη συνέχεια Αναπληρωτής Πρόεδρος και τώρα ως Πρόεδρος, αφοσιώθηκα σε αυτά τα ζητήματα.
Το ΣΑΕ με την ιδιότητα του συντονισμού και της προώθησης των αιτημάτων της ελληνικής διασποράς, ευαισθητοποιείται στις ανάγκες και τα προβλήματα που σωρεύει ο χρόνος και οι συγκυρίες, τα ζητήματα διατήρησης και ενίσχυσης της ελληνικής ταυτότητας, της γλώσσας και του πολιτισμού, και τα μεταφέρει στο εσωτερικό της πατρίδας με μια δυναμική και ισχυρή φωνή.
Δεν αντικαθιστά τις υπάρχουσες οργανώσεις της Ομογένειας απ’ όπου όλοι μας προερχόμαστε, αλλά τις εκπροσωπεί. Επιθυμεί να εκπροσωπήσει τον Απανταχού Ελληνισμό, δημοκρατικά, μεθοδικά και διεκδικητικά. Με στόχους, σχέδιο, με ζήλο και αγάπη, αποβλέποντας στην υποστήριξη και την ενδυνάμωση του Ελληνισμού, τόσο για όλους εμάς που ζούμε μακριά από την πατρίδα, όσο και για τα δίκαια της Ελλάδος και των αξιών που πρεσβεύει, φροντίζοντας να μεταφέρει και να εκφράσει με υπευθυνότητα τις θέσεις της Ομογένειας στην ελληνική Πολιτεία.
Βασικός στόχος μας είναι η συνεργασία, η υποστήριξη και η συνένωση της Ομογένειας σε παγκόσμιο επίπεδο, ώστε ο Ελληνισμός να αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη δύναμη.
Το όραμα μας αποβλέπει στην ένωση και προβολή του Ελληνισμού, ώστε να καταστεί μια σημαντική δύναμη επιρροής ανά τον κόσμο, στη στήριξη των προσπαθειών των Ελλήνων για την κάλυψη των αναγκών τους και την βελτίωση της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής τους θέσης.
Στην έμπνευση και προσέλκυση φιλελλήνων ανά τον κόσμο, καθώς και στην περαιτέρω ανάπτυξη και σύσφιξη των σχέσεων των χωρών διαμονής των Αποδήμων με την Ελλάδα.
Ιδιαίτερη αξία έχει και η πολιτιστική εξωτερική πολιτική, σε κοινωνίες που διαθέτουν έτσι κι αλλιώς μία αγνή αγάπη για οτιδήποτε ελληνικό. Κρίνεται απαραίτητο να επενδύουμε πολιτιστικά σε όλες αυτές τις χώρες με πρόγραμμα, συνέχεια και συστηματική παρακολούθηση. Είμαστε όλοι μας υποστηρικτές σε τέτοιες προσπάθειες, που έχουν αποφασιστεί και έχουν ήδη ξεκινήσει επιτυχώς. Πιστεύω πως η επένδυση στον φιλελληνισμό είναι επένδυση στην Ελλάδα.
Χρειάζεται συσπείρωση, δυναμική, συγχρονισμός, φαντασία, σοβαρή δουλειά, σωστή προώθηση των αιτημάτων από νέους σκεπτόμενους ανθρώπους, που έχουν την διάθεση της ανιδιοτελούς προσφοράς, από ανθρώπους που οι θέσεις δεν τους αγγίζουν και που αισθάνονται την ανάγκη της υλοποίησης του οράματος.
Τέσσερα πολύ ουσιαστικά ζητήματα τα οποία και θεωρώ είναι προκλήσεις του μέλλοντος για τη Διασπορά, προσπαθούμε να επιλύσουμε και θα είμαι πολύ περήφανος αν βρεθούν λύσεις στα αμέσως επόμενα χρόνια:
1. Την διδασκαλία και εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας στους νέους ομογενείς 2ης, 3ης και 4ης γενιάς μέσα από ένα ορθολογικό, και αποτελεσματικό σύστημα, το οποίο να ανταποκρίνεται στις σημερινές συνθήκες, ταυτόχρονα με την διατήρηση της εθνικής και πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
2. Την ανάπτυξη, αξιοποίηση, δραστηριοποίηση και κατ’ επέκταση ενασχόληση της νεολαίας με το γίγνεσθαι της ομογένειας.
3. Το ζήτημα της άσκησης του εκλογικού δικαιώματος των ομογενών, στις χώρες διαμονής τους με κάλπη ή επιστολική ψήφο.
4. Η διατήρηση της αμφίδρομης σχέσης του ελληνικού think tank (του εκλεκτού νοητικού δυναμικού των Ελλήνων) με την πατρίδα για τη προσέγγιση, διάδοση και επίλυση μέσω της επιρροής του στη διεθνή κοινή γνώμη, των εθνικών ή άλλων προβλημάτων της Ελλάδας.
Έτσι θα βαδίζουμε στο μέλλον προσεγγίζοντας τους προβληματισμούς και τα ερεθίσματα που προέρχονται από τις οργανώσεις των απανταχού Ελλήνων: τις ανάγκες, τις φροντίδες, τους κινδύνους, τις σκέψεις και τόσα άλλα στοιχεία που κινητοποιούν και ενεργοποιούν τους Έλληνες της Διασποράς για την καλύτερη οργάνωσή τους, και τη θεραπεία των αναγκών τους.
Η προκλήσεις τους μέλλοντος μας εμπνέουν και μας ενδυναμώνουν να υπερασπιστούμε και να πραγματώσουμε το καλύτερο.
Ολοκληρώνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την μητέρα μου (που είναι το ιερότερο πρόσωπο της ζωής μου) την οικογένειά μου, τους καλούς μου φίλους και συνοδοιπόρους που βρίσκονται σήμερα μαζί μου, όλους εσάς τους αγαπητούς καθηγητές και φοιτητές και να σας διαβεβαιώσω ότι η τιμητική αυτή διάκριση, γιγαντώνει ακόμα περισσότερο τη θέλησή μου, στην κορύφωση των προσπαθειών μου για την προβολή και τη στήριξη της Ελλάδας και του Ελληνισμού.
Σας Ευχαριστώ.
ΠΗΓΗ Ιστοσελιδα ΣΑΕ