20 Αυγούστου 2011

Αλεξάνδρεια


Εργολάβοι κηδειών που «καπάρωναν» τους τάφους για τους πελάτες τους και σκάλιζαν στον βράχο προειδοποιήσεις ότι ο τοίχος τούς ανήκει ή ότι διαθέτουν τάφους πάνω από την επιφάνεια της υδάτινης λεκάνης, ναυάγια φορτωμένα με κρασί από την Κνίδο και τη Ρόδο, ένας μικρός Αλεξανδρινός πέντε μόλις χρόνων που ονομάζεται Balah (Χουρμάς επί το ελληνικότερον) και τρυπώνει στους τάφους περνώντας από τις τρύπες που είχαν ανοίξει οι αρχαιοκάπηλοι στην αρχαιότητα και ένας σκυλάκος που έχει βρει καταφύγιο σε έναν τάφο και ονειρεύεται στη σκιά του εκεί, στις αίθουσες τις σκαλισμένες στον βράχο για νεκρικά δείπνα και τελετουργίες. Ολα αυτά κάτω από τα πόδια σου, μέσα στη βοή της πόλης ή στη θάλασσα δίπλα στην άλλοτε κοσμοπολίτικη παραλία. Στην Αλεξάνδρεια σε περιμένουν πάντα εκπλήξεις.
Στη στενή λωρίδα της γης που βρίσκεται ανάμεσα στη λίμνη Μαρεώτιδα και στη θάλασσα η νέα πόλη έχει χτισθεί επάνω στην αρχαία, σε θέατρα, ναούς, παλάτια και νεκροταφεία. Η οικοδομική δραστηριότητα της Αλεξάνδρειας, προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο νέος πληθυσμός που συνεχώς εισρέει από τον Νότο, είναι η αιτία για αλλεπάλληλες αρχαιολογικές αποκαλύψεις. Πολλά αρχαία χάνονται. Αρκετά όμως προφθαίνουν και σώζουν οι αρχαιολόγοι. Σε αυτές τις σωστικές ανασκαφές η Γαλλική Αρχαιολογική Αποστολή συνδράμει την Αρχαιολογική Υπηρεσία της Αιγύπτου.
* Κολοσσικά αγάλματα στον βυθό του λιμανιού
Πριν αρκετα χρονια ειδαν το φως της δημοσιοτητας εκπληκτικές φωτογραφίες από τις υποβρύχιες έρευνες της Γαλλικής Αρχαιολογικής Αποστολής στο ανατολικό λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Εκεί, σε βάθος όχι μεγαλύτερο από έξι μέτρα, οι αρχαιολόγοι εντόπισαν αρχιτεκτονικά μέλη που ανήκουν στον περίφημο Φάρο της Αλεξάνδρειας, ένα μνημείο που είχε αποκτήσει μυθολογικές διαστάσεις και εθεωρείτο ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Κολοσσικά αγάλματα σκαλισμένα στον κόκκινο γρανίτη του Ασουάν ανασύρθηκαν από τον βυθό μαζί με σφίγγες με ελληνικές επιγραφές και οβελίσκους με χαραγμένα στις πλευρές τους ιερογλυφικά. Περισσότερο από άλλα αμιγώς ελληνικής ή ρωμαϊκής τέχνης ευρήματα αυτά εδώ δείχνουν το σμίξιμο των δύο πολιτισμών σε μια πόλη η οποία ιδρύθηκε από ένα μακεδόνα βασιλιά και χτίστηκε από Ελληνες που από την αρχή συνέζησαν με τον ντόπιο πληθυσμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη σήμερα οι Αιγύπτιοι μιλάνε για την «ελληνιστική περίοδο» σε αντίθεση με τη«ρωμαϊκή κυριαρχία».
Από την αρχή η Αλεξάνδρεια ήταν ένα ανακάτωμα ελληνικού και αιγυπτιακού πολιτισμού. Αιγυπτιακές θεότητες πέρασαν στην ελληνική θρησκεία, όπως ο Σάραπις μπερδεύτηκε με τον Ασκληπιό, έλληνες βασιλείς ενστερνίστηκαν τα ήθη των Φαραώ, αλλά και ο Αλέξανδρος, όπως ξέρουμε, εδώ θεοποιήθηκε εν ζωή ως γιος του Αμμωνος Διός, πράγμα που δεν θα επέτρεπε ποτέ ο ελληνικός ορθολογισμός να συμβεί σε ελληνικό έδαφος. Οι Ελληνες ήξεραν να σκαλίζουν την πέτρα και το μάρμαρο, αλλά δεν ήταν εξοικειωμένοι με τον σκληρό γρανίτη σαν αυτόν που βρίσκεται σε αφθονία στα λατομεία της Αιγύπτου. Ετσι οι αρχαιολόγοι σήμερα συμπεραίνουν ότι τα τεράστια από γρανίτη γλυπτά που βρέθηκαν στον βυθό του λιμανιού της Αλεξάνδρειας έφθασαν εδώ από το Ασουάν μέσω του Νείλου, φορτωμένα σε σχεδίες. Αλλα από αυτά ήταν ημιτελή έργα και άλλα σκαλίστηκαν από ντόπιους τεχνίτες ώσπου να μάθουν και οι Ελληνες να δουλεύουν αυτό το υλικό.

Ενα χρόνο από τότε που ο επικεφαλής της Γαλλικής Αποστολής κ. Jean - YvesEmpereur είχε μιλήσει  για τα εκπληκτικά ευρήματά του στον βυθό του λιμανιού, και αναφέρεται στην πρόοδο των υποβρύχιων ερευνών του και μας ξεναγεί στη νέα ανασκαφή της Γαλλικής Αποστολής, στη μεγάλη νεκρόπολη του Γκαμπαρί. Προτού όμως φθάσουμε στο Γκαμπαρί ας περάσουμε από το Καΐτ Μπέη, το επιβλητικό φρούριο που χτίστηκε στα 1480 από τους Μαμελούκους στη θέση όπου άλλοτε στεκόταν ο Φάρος της Αλεξάνδρειας.
* Τα μέλη του Φάρου
και τα αρχαία ναυάγια
Στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας όλοι γνώριζαν ότι ο βυθός ήταν γεμάτος αρχαιότητες, αλλά μόνον όταν οι λιμενικοί άρχισαν να ρίχνουν στον βυθό τεράστιους όγκους μπετόν για να φτιάξουν κυματοθραύστη αποφασίστηκε να αρχίσει η υποβρύχια έρευνα. Ετσι ήρθαν στο φως τα εκπληκτικά ευρήματα: οι σφίγγες, οι οβελίσκοι, τα αγάλματα και κυρίως τα αρχιτεκτονικά μέλη που ανήκουν στον Φάρο. Οι περιγραφές αναφέρουν ότι είχε ύψος πάνω από 125 μέτρα και ότι το φως του το έβλεπαν τα καράβια που έπλεαν πολλά μίλια έξω από το λιμάνι. Μια σειρά σεισμοί που έπληξαν την Αλεξάνδρεια από τον 4ο ως τον 14ο αιώνα μ.Χ. ήταν η αιτία των σταδιακών καταρρεύσεων του Φάρου ώσπου τελικά εγκαταλείφθηκε. Ο εμίρης Καΐτ έδωσε το όνομά του στο εντυπωσιακό φρούριο που χτίστηκε με αρκετό από το αρχαίο υλικό.
Στον χρόνο που πέρασε από τον περασμένο Οκτώβριο οι αρχαιολόγοι συμπλήρωσαν την αποτύπωση του βυθού του λιμανιού. «Τώρα στον χάρτη της ανασκαφής είναιαποτυπωμένα πάνω από 2.150 αρχαία κομμάτια και δεν έχουμε ακόμη τελειώσει», λέει ο κ. Empereur, ο οποίος υπολογίζει ότι στο τέλος θα έχουν αποτυπωθεί κάπου 2.500 αρχαία κομμάτια που θα έχουν κατά το δυνατόν μελετηθεί. Εκτός πάντως από τα αρχιτεκτονικά μέλη που ανήκουν στον Φάρο, οι αρχαιολόγοι προσπαθούν να καταλάβουν από ποια μνημεία της πόλης προέρχονται τα γλυπτά που βρίσκονται στον βυθό.
Προς το παρόν μόνο 12 ως 15 τεράστια κομμάτια του Φάρου έχουν βρεθεί και φυσικά δεν γίνεται λόγος για αναστήλωση του μνημείου. Αρκετά αρχαία κομμάτια που ανασύρθηκαν από το νερό (περισσότερα από 35) βρίσκονται τώρα συντηρημένα και εκτίθενται σε ένα πάρκο της Αλεξάνδρειας δίπλα στο ρωμαϊκό θέατρο. Αυτά θα σταλούν στο Παρίσι για μια έκθεση που θα γίνει στο Petit PalaιΘα ονομάζεται «Η φήμη της Αλεξάνδρειας». Τα υπόλοιπα ευρήματα θα παραμείνουν στη θέση τους στον βυθό του λιμανιού και οι Αιγύπτιοι προγραμματίζουν ένα υποβρύχιο αρχαιολογικό πάρκο το οποίο ο κόσμος θα επισκέπτεται με στολή δύτη. Μετά το Παρίσι οι αρχαιότητες θα επιστρέψουν στην Αλεξάνδρεια και θα εκτίθενται μόνιμα στο φρούριο Καΐτ Μπέη, που θα μετατραπεί σε μουσείο.
Οταν οι αρχαιολόγοι μεταμφιέζονται σε δύτες και ψάχνουν ένα βυθό γεμάτο αρχαιότητες, είναι φυσικό να μη μένουν συνεχώς στο ίδιο σημείο, όσο ελκυστικό κι αν είναι το υλικό που βρίσκουν. Μερικές εκατοντάδες μέτρα έξω από το λιμάνι λοιπόν βρέθηκαν ναυάγια· πολλά αρχαία ναυάγια, ελληνιστικά και ρωμαϊκά. Καράβια φορτωμένα με αμφορείς κρασιού, με λυχνάρια και άλλα κεραμικά αλλά και χάλκινα αγγεία από τη Ρόδο, την Κνίδο και την Κω και άλλες παράλιες πόλεις της Ανατολικής Μεσογείου βρίσκονται σε βάθη από 15 ως 40 μέτρα. Μέχρι στιγμής εντοπίστηκαν πάνω από 12 ναυάγια που χρονολογούνται από τον 4ο π.Χ. ως τον 7ο μ.Χ. αιώνα και αποτελούν μια πλούσια πηγή πληροφοριών για το εμπόριο στην Αλεξάνδρεια την περίοδο της μεγάλης ακμής της. Το λιμάνι της Αλεξάνδρειας ήταν από τα δυσκολότερα του αρχαίου κόσμου και οι αρχαιολόγοι αναζητούν κι άλλα ναυάγια.
Η λέξη νεκρόπολη είναι εφεύρημα του Στράβωνα για το νεκροταφείο του Γκαμπαρί, το οποίο τον είχε εντυπωσιάσει με την έκτασή του. Απλώνεται δυτικά, έξω από τα τείχη της Αλεξάνδρειας, και είχε τη φήμη του μεγαλύτερου νεκροταφείου του αρχαίου κόσμου. Η περιοχή του Γκαμπαρί βρίσκεται στη στενότερη λωρίδα γης ανάμεσα στη Μαρεώτιδα και στη θάλασσα. Εδώ είναι χτισμένα τα φτωχότερα σπίτια της πόλης γύρω από τις μεγάλες αποθήκες του λιμανιού. Και εδώ καταλήγει η μεγάλη γέφυρα που χτίζεται για να αποσυμφορηθεί η κυκλοφορία της πόλης. Η κατασκευή ειχε τοτε σταμάτησει ξαφνικά , όταν ο εκσκαφέας «χτύπησε» στην οροφή ενός τάφου. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων της Αλεξάνδρειας δεν είχε χρήματα για την ανασκαφή και έτσι απευθύνθηκαν στη Γαλλική Αποστολή, που δεν είχε όμως περισσότερα. Τελικά ο Jean - Yves Empereur έπεισε το 2ο Κανάλι της Γαλλικής Τηλεόρασης να στηρίξει την ανασκαφή παραχωρώντας του την αποκλειστικότητα της κινηματογράφησης και οι αρχαιολόγοι έπιασαν δουλειά.
*
Στην περιοχή του Γκαμπαρί ήταν από παλιά γνωστό ότι βρισκόταν η αρχαία νεκρόπολη. Οι τοπογράφοι και οι μηχανικοί του Ναπολέοντα από το 1798 είχαν σημειώσει στον χάρτη ότι υπήρχαν εκεί κατακόμβες. Και αργότερα βρέθηκαν σε πολλά σημεία της περιοχής αρχαίοι τάφοι και μάλιστα μια θαυμάσια τοιχογραφία από έναν τέτοιον τάφο βρίσκεται σήμερα στο Ελληνορωμαϊκό Μουσείο της Αλεξάνδρειας. Στους δύο αιώνες που πέρασαν από τότε χτίστηκε στην έκταση γύρω από το εμπορικό λιμάνι μια ολόκληρη φτωχογειτονιά και η ζωή συνεχίστηκε πάνω από την πόλη των νεκρών. Σκάβοντας οι αρχαιολόγοι δεν άργησαν να εντοπίσουν μια σκάλα που οδηγούσε κάτω, σε μια υπόγεια εσωτερική αυλή. Στους τοίχους του βράχου που την περιτριγυρίζουν είναι σκαλισμένες τακτικά σειρές από θυρίδες όπου εναπέθεταν τους νεκρούς. Πόρτες οδηγούν σε άλλες ανάλογες αίθουσες και σε μία από αυτές υπάρχουν σκαλισμένοι στον βράχο πάγκοι όπου θα κάθονταν οι συγγενείς για να παρακολουθήσουν νεκρώσιμες τελετουργίες ή δείπνα. Σκάλες οδηγούν σε άλλους τάφους χαμηλότερα.
Εδώ οι αρχαιολόγοι βρέθηκαν σε έναν υπόγειο τάφο όπου με μία απίστευτη οικονομία και τάξη οι Αλεξανδρινοί έθαβαν τους νεκρούς τους. Μέσα στη γη, γύρω από μια αυλή, σκάλιζαν στον βράχο θυρίδες και, αφού τοποθετούσαν τον νεκρό, τις σφράγιζαν ερμητικά. Σε κάθε τοίχο υπάρχουν κάπου 60 θυρίδες και κάθε αίθουσα χωρούσε πάνω από 150 ταφές. Πολλοί τάφοι συλήθηκαν κατά την αρχαιότητα, βρέθηκαν όμως πολλοί άθικτοι με κεραμικά κυρίως κτερίσματα. Επρόκειτο για ένα μόνο συγκρότημα τάφων που τελείωνε στις τρεις ή τέσσερις αίθουσες; Τότε ήταν που φάνηκε πόσο χρήσιμο είναι καμιά φορά να είσαι μικρός, να είσαι Αιγύπτιος και τόσο φτωχός ώστε να ζεις και να παίζεις στους αρχαίους τάφους. Ο πεντάχρονος Balah (Χουρμάς) ανέλαβε να δείξει στους γάλλους αρχαιολόγους πώς μέσα από τρύπες ανοιγμένες από αρχαιοκάπηλους στην αρχαιότητα οι θυρίδες συγκοινωνούσαν με άλλους τάφους και άλλους που έφθαναν κάτω από τις χαμοκέλλες. Ηταν άλλωστε και ο μόνος που χωρούσε να περάσει. Και βρέθηκαν κι άλλες σκάλες που οδηγούν χαμηλότερα μέσα στην υδάτινη λεκάνη της περιοχής. Εκεί αντλείται συνεχώς το νερό και η ανασκαφή προβλέπεται να συναντήσει δυσκολίες.
Συνολικά έχουν βρεθεί γύρω στις 16 αίθουσες, επιγραφές με τα ονόματα των εργολάβων, τα ονόματα των νεκρών και τη λέξη «ΧΑΙΡΕ», σταυροί σκαλισμένοι στον βράχο για τις ταφές χριστιανών, ενώ στις αίθουσες που βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα οι θυρίδες παραμένουν καλά σφραγισμένες και τα χρώματα διατηρούνται ζωντανά μέσα στο νερό. Αν ήταν ποτέ δυνατόν να ερευνηθεί σε όλη του την έκταση το υπόγειο δίκτυο τάφων που βρίσκονται κάτω από το Γκαμπαρί, θα είχε πολλά να μας αποκαλύψει για την απέραντη πόλη των νεκρών που λειτούργησε στην Αλεξάνδρεια από τις αρχές του 3ου π.Χ. αι. ως τον 7ο μ.Χ. Μετά η πόλη πέρασε στους Αραβες και η τεράστια νεκρόπολη των Λαγιδών ξεχάστηκε. Αναζητώντας τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Αν μια ιστορική φυσιογνωμία μένει ζωντανή στη λαϊκή συνείδηση στην Αλεξάνδρεια, αυτή είναι του ιδρυτή της. Στην Αθήνα δεν μιλάμε κάθε τόσο για τον Περικλή. Στην Αλεξάνδρεια η αναφορά στον μακεδόνα βασιλέα γίνεται με κάθε ευκαιρία ενώ η αναζήτηση του τάφου του εξακολουθεί να απασχολεί τους ιστορικούς και τους αρχαιολόγους τους τελευταίους δύο αιώνες και κανένας δεν εκπλήσσεται όταν στις συζητήσεις οι τόνοι ανεβαίνουν. Σίγουρα σε αυτό θα παίζουν ρόλο το ηρωικό της φυσιογνωμίας του μακεδόνα βασιλιά, το κάλλος και τα νιάτα του. Δεν πρέπει όμως να είναι άσχετος και ο μύθος γύρω από τη χρυσή σαρκοφάγο που άρπαξε έξω από τη Βαγδάτη ο Πτολεμαίος Ι ο Σωτήρ για να τη φέρει στην Αλεξάνδρεια προσδίδοντας έτσι κάτι από την αίγλη του βασιλιά και στη δική του ισχύ αλλά και στην πόλη που μόλις είχε ιδρυθεί.
Από τον περασμένο αιώνα οι αρχαιολόγοι αναζητούν το Σώμα (ή κατ' άλλους Σήμα), τη θέση δηλαδή μέσα στον περίβολο των ανακτόρων όπου βρίσκονταν οι τάφοι των Πτολεμαίων. Εκεί, λέει ο Λουκιανός, ο Ιούλιος Καίσαρ επισκέφθηκε τον τάφο του Αλεξάνδρου και εκεί κατά άλλη περιγραφή του Σουετόνιου ο ρωμαίος αυτοκράτωρ, αφού αναστέναξε βαθιά, είπε ότι δεν ήθελε να δει τίποτε άλλο από την πόλη. Μετά ήρθε και ο θετός γιος του, ο Οκτάβιος, ο οποίος μάλιστα «το μεν του Αλεξάνδρου σώμα είδεν και προσήψατο, ώστε τι της ρηνός, ως φάσι, θραυσθήναι». Αργότερα άλλος ιστορικός αναφέρει πως ο Καλιγούλας του αφαίρεσε τον χρυσό θώρακα. Στις ιστορικές πηγές, με άλλα λόγια, υπάρχουν αναφορές ότι ο τάφος βρισκόταν στην Αλεξάνδρεια και ότι εκεί τον είδαν και τον προσκύνησαν ρωμαίοι αυτοκράτορες. Εκείνο που δεν ξέρουμε είναι το πού βρισκόταν αυτός ο τάφος καθώς ακόμη δεν έχει εντοπιστεί η ακριβής θέση ούτε των ανακτόρων των Πτολεμαίων.
Για τα ανάκτορα γνωρίζουμε μόνον ότι βρίσκονταν στην πλουσιότερη συνοικία της πόλης, το Βρούχιον. Στο Βρούχιον κατά τις αρχαίες περιγραφές βρίσκονταν το ανάκτορο των Πτολεμαίων, το Μουσείο και η Βιβλιοθηκη μέσα σε εκτεταμένους κήπους και επίσης οι βασιλικοί τάφοι, το Σώμα, που ήταν συγκεκριμένα στη διασταύρωση της Κανωβικής οδού με την οδό Σώματος. Ετσι τώρα η αναζήτηση του τάφου στρέφεται στην εντόπιση των δύο αυτών αρχαίων δρόμων οι οποίοι κατά μία άποψη είναι η σύγχρονη Κανωβική οδός και η Ντέμπι Δανιάλ. Στην Ντέμπι Δανιάλ βρίσκεται σήμερα το Τζαμί του Προφήτη Δανιήλ που ακόμη πιστεύεται πως χτίστηκε επάνω στον τάφο του Αλεξάνδρου. Στην κρύπτη του τεμένους, όπου κατεβαίνεις δύσκολα με μιαν ανεμόσκαλα, υπάρχει μια τρύπα που λένε ότι πρέπει να ερευνηθεί γιατί αυτή οδηγεί στον τάφο. Είναι όμως πολυσύχναστη η περιοχή σε αυτό το σημείο της πόλης και κανένας δεν είναι διατεθειμένος να αρχίσει ανασκαφές χωρίς περισσότερα στοιχεία.
Μια άλλη θέση όπου από μερικούς μελετητές τοποθετείται η περίφημη διασταύρωση της Κανωβικής οδού με εκείνη του Σώματος βρίσκεται κοντά στον περίβολο του λατινικού νεκροταφείου της Αλεξάνδρειας, πολύ κοντά στον τάφο του Καβάφη. Εκεί είχε βρεθεί στις αρχές του αιώνα ένα μνημείο από αλάβαστρο, το οποίο υποστηρίζεται τώρα από τον αιγύπτιο καθηγητή κ. F. Fakharani και τους συνεργάτες του ότι μπορεί να είναι ο προθάλαμος κάποιου μακεδονικού τάφου. Και αυτή, λένε, είναι μια θέση που πρέπει να ερευνηθεί γιατί από εκεί περνούσε η Κανωβική οδός, που ένωνε τις δύο πύλες της λαμπρής πόλης, εκείνη της Σελήνης με εκείνη του Ηλίου.
Γύρω από αυτές τις δύο θέσεις λοιπόν συνεχίζεται ακόμη στις ημέρες μας η αντιπαράθεση αρχαιολόγων και ιστορικών στο θέμα του τάφου. Είναι μια αντιπαράθεση που συχνά οξύνεται, όπως συνέβη και στο αρχαιολογικό συμπόσιο του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού, που οργάνωσε με επιτυχία ο Κωστής Μοσκώφ πρόσφατα στην Αλεξάνδρεια, όπου οι τόνοι της συζήτησης ανέβηκαν όταν το θέμα άγγιξε την εγκυρότητα των αρχαίων πηγών που χρησιμοποιεί η μία ή η άλλη ομάδα των μελετητών.
Είναι όλα αυτά ιστορίες και προβλήματα μιας πόλης που εξακολουθεί επίμονα να ζει στη σκιά του ιδρυτή της, να τρέφεται με την αίγλη του σε μια απελπισμένη προσπάθεια να αντισταθεί στον χρόνο και στην εγκατάλειψη και να ξαναβρεί τους παλιούς ρυθμούς της, εκείνους που τραγούδησε ο ποιητής. Και είναι σαν να μη θέλει κανένας να αποχαιρετήσει την Αλεξάνδρεια που βλέπει μπροστά στα μάτια του να φεύγει...