Η αποθεωτική ανασύσταση μιας μητρόπολης του Ελληνισμού από τρεις διαφορετικού χαρακτήρα εκδόσεις
Τρία βιβλία γύρω από την Αλεξάνδρεια, ορμώμενα από διαφορετικά ερεθίσματα και με άλλες το καθένα στοχεύσεις, συνέπεσαν εκδοτικά. Επωφελούμενος ο αναγνώστης θα μπορούσε να ανασυστήσει την αλλοτινή Αλεξάνδρεια μέσα από κείμενα ποικίλης πνοής και φωτογραφίες κάθε λογής, ερασιτεχνικές και επαγγελματικές, μόνο ιστορικής ή και καλλιτεχνικής αξίας. Αρχαιότερο το βιβλίο της Αλεξάνδρειας του Μ. Γιαλουράκη, που πρωτοεκδόθηκε το 1963 από το αλεξανδρινό Τυπογραφείο του Εμπορίου των Χρ. Οικονομίδη και Στ. Μυλωνάκη, όπως ο ίδιος μας πληροφορεί. Αυτή η εν θερμώ διήγηση του Μ. Γιαλουράκη διαθέτει στοιχεία χρονικού, μια και αναφέρεται εν εκτάσει σε ιστορικά συμβάντα, έστω και παραβαίνοντας τη χρονολογική σειρά, συνιστά όμως και μαρτυρία όσων ο ίδιος έζησε, με ευδιάκριτο το τρίτο σκέλος, και μάλλον το ασθενέστερο, της ονειροπόλησης.
Κρητικής καταγωγής ο συγγραφέας, γεννήθηκε συμπτωματικά στην οδό Κρήτης της Αλεξάνδρειας· ονομασία που έμεινε από τα χρόνια του Μωχάμετ Αλυ, όταν είχε πάρει τη Μεγαλόνησο σουλτανικό δώρο για τη συμμετοχή του στην κατάπνιξη της Ελληνικής Επανάστασης. Στις αρχές του '60 ο Μ. Γιαλουράκης είναι έτοιμος για αναχώρηση ακολουθώντας την έξοδο του Ελληνισμού της Αιγύπτου. Τότε περιδιαβάζει για μια τελευταία φορά τους δρόμους και τις γειτονιές της πόλης ανακαλώντας τους μύθους για Πτολεμαίους και Φαραώ και τις άλλες ετερόκλητες ιστορίες που τον ανάθρεψαν. Και εν μέσω αυτών αφηγείται την ιστορία της ελληνικής παροικίας από το 1803, όταν στην Αλεξάνδρεια ζουν 40 ελληνικές οικογένειες και μερικοί καραβοκύρηδες, έμποροι ή καλόγεροι - στρατιώτες της ελληνικής λεγεώνας που πολέμησαν με τον Βοναπάρτη και ξέμειναν. Και μετά, το 1833, που ιδρύεται το ελληνικό προξενείο, με πρώτο πρόξενο τον Μιχάλη Τοσίτσα, και δέκα χρόνια αργότερα η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας, η πρώτη στην Αίγυπτο. Ζωντανεύει πρόσωπα, παρέχει πληροφορίες για νοσοκομεία, σχολεία και εκκλησίες της κοινότητας, ενώ περιγράφει ακόμη και κοσμικές συγκεντρώσεις σε ταβέρνες, καφενεία και θέατρα.
Ενα φωτογραφικό λεύκωμα το δεύτερο βιβλίο. Για τον Α. Τόπη που το έφτιαξε όλα άρχισαν στα παλαιοπωλεία και στα παζάρια της Αλεξάνδρειας, όταν εργαζόταν ως διευθυντής του εκεί παραρτήματος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού. Φωτογραφίες από τα τέλη του 19ου αιώνα ως τις αρχές της δεκαετίας του '60 αποτυπώνουν τις μεταμορφώσεις της πόλης και ταυτόχρονα δείχνουν την εξέλιξη της φωτογραφικής τέχνης από τους επαγγελματίες της Αλεξάνδρειας, με εξέχοντες τον Κεφαλλονίτη Αντώνη Μηλιώνη (1881-1941) και τον Ρουμελιώτη Κωνσταντίνο Ρήττα (1895-1976). Μετά τη σύντομη εισαγωγή στην ιστορία του τόπου οι φωτογραφίες παρατίθενται σε θεματικές ενότητες με κατατοπιστικές κειμενολεζάντες. Η πόλις - κτίσματα, μνημεία, δρόμοι -, τα πρόσωπα - αφανείς και επιφανείς -, προπαντός οι Ελληνες της Αλεξάνδρειας, συγγραφείς και ισχυροί οικονομικοί παράγοντες, ενώ, σε επίμετρο, δίνονται εκτενείς πληροφορίες υπό μορφή λήμματος για τα αναφερόμενα πρόσωπα. Προσεγμένη η τυποτεχνική απόδοση των φωτογραφιών, καθώς και ο σχεδιασμός της έκδοσης.
Το τρίτο βιβλίο έρχεται από τη σειρά «Μια πόλη στη λογοτεχνία» που έστησε ο νεότερος πεζογράφος Κ. Ακρίβος. Μετά τα ελληνικά αστικά κέντρα η Αλεξάνδρεια είναι η πρώτη πόλη του πάλαι ποτέ Ελληνισμού της Διασποράς και μακάρι να ακολουθήσουν κι άλλες. Οι τόμοι συντίθενται από κείμενα διαφόρων συγγραφέων, κάποτε και του ανθολόγου, και εικονογραφούνται, ως επί το πλείστον, από σύγχρονες φωτογραφίες του Καμίλο Νόλλα (άνευ βιογραφικών στοιχείων). Αν και η στάση των ανθολόγων απέναντι στον γενέθλιο τόπο, που συνιστά στις περισσότερες περιπτώσεις και τόπο διαμονής, ποικίλλει. Κάποιοι αγωνιούν να αναδείξουν την πόλη τους ως μια πόλη στη λογοτεχνία, παρά τις ισχνές ως και σχεδόν ανύπαρκτες λογοτεχνικές αποσκευές του τόπου, ενώ άλλοι, με γενέτειρα μια θαλερή λογοτεχνική πόλη, της γυρίζουν την πλάτη και οικοδομούν μια νέα πόλη στη λογοτεχνία με κείμενα νεόκοπων συγγραφέων ή και περαστικών από την πόλη, συχνά υποδεέστερα των παλαιότερων και ντόπιων, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο πνεύμα ανανέωσης.
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια ο Φ. Ταμβακάκης, πεζογράφος και μεταφραστής, εγκατεστημένος μόνιμα στην Αθήνα, για την ανασύνθεση της πόλης του στηρίχθηκε στα διαβάσματά του, τα παλαιότερα αλλά και τα πολύ πρόσφατα, ενώ για εικονογράφηση προτίμησε φωτογραφίες που τραβήχθηκαν εντός του 2002 από τον φίλο του Νίκο Λύκο και τον φωτογράφο της σειράς Κ. Νόλλα. Το σύνολο, 117 κείμενα, 13 ποιήματα και τα υπόλοιπα πεζά, μυθοπλαστικά αλλά και ενθυμήσεις και ταξιδιωτικά, 37 συγγραφέων, Αλεξανδρινών καθώς και Ελλαδιτών, Κυπρίων και ξένων. Ωστόσο οι προσφιλείς του ανθολόγου, που επανέρχονται με καμιά δεκαριά ή και περισσότερα αποσπάσματα, είναι μόλις οκτώ συγγραφείς. Εν αρχή ο Λ. Ντάρελ και οι δύο πρώτοι τόμοι του Αλεξανδρινού Κουαρτέτου, ενώ συγκριτικά μικρότερη είναι η παρουσία του Στρ. Τσίρκα με τιςΑκυβέρνητες πολιτείες του. Στις προτιμήσεις του Φ. Ταμβακάκη το μυθιστόρημα της Δ. Αλεξάνδρου Αντίο Αλεξάνδρεια που κυκλοφόρησε πέρυσι και η συλλογή διηγημάτων του Αλεξανδρινού Χ. Τζάλα που εκδόθηκε το 1997. Υπάρχει πάντως αρκετός Καβάφης, αν και μόλις δύο ποιήματα των άλλων δύο ποιητών του αλεξανδρινού κύκλου, του Π. Μάγνη και του Γλ. Αλιθέρση. Με τις πλέον ενδιαφέρουσες σελίδες να αντλούνται από τις Πρώτες ενθυμήσεις της Π. Δέλτα, τον Φάρο και Φαρίσκο του Ε. Μ. Φόρστερ και το βιβλίο του Μ. Γιαλουράκη. Οπως και αν έχει, με ερανίσματα από τον Ομηρο ως τον Σεφέρη και τη Ρέα Γαλανάκη, ο ανθολόγος κινείται κατά μήκος των αιώνων και ταυτόχρονα απλώνεται στις γειτονιές και στα αξιοθέατα της πόλης καταφεύγοντας ακόμη και σε ένα Ανθολόγιο της Αλεξάνδρειας του Τ. Ψαράκη, με δημοσιεύματα του ελλαδικού Τύπου, που είχε εκδοθεί πριν από δέκα χρόνια.
Τέλος, πιστεύουμε ότι σε παρόμοιες σταχυολογήσεις απαραίτητο συνοδευτικό στοιχείο συνιστούν τα βιογραφικά των συγγραφέων. Και ως μπούσουλας για νεότερους αναγνώστες που μπορεί και να συγχέουν τον Αχιλλέα Τάτιο με τον Ρόδη Ρούφο.