21 Σεπτεμβρίου 2016

Aλεξανδρείας Θεόδωρος: “Η σταυροφορία των καιρών μας οφείλει να αφυπνίσει τις αποχριστιανοποιημένες κοινωνίες της εποχής μας”

Του Γιάννου Γεωργιάδη (αντιπροέδρου Συλλόγου Φίλοι Ιεραποστολής Ζιμπάμπουε)
Σε τριήμερο Συνέδριο  για το ρόλο των Θρησκειών για τα θέματα της ειρήνης και της παγκόσμιας ασφάλειας που πραγματοποιήθηκε στην Ασίζη στην Ιταλία από την Κοινότητα του Αγίου Αιγιδίου σε συνεργασία με την Μοναστική Αδελφότητα του Αγίου Φραγκίσκου και την Τοπική Ρωμαιοκαθολική Επισκοπή, στο Πατριαρχικό Μήνυμα της Α.Θ.Μ. του Πάπα και Πατριάρχου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ.κ.  Θεοδώρου Β’ που διάβασε ο εκπρόσωπος του εις το συνέδριο αυτό, Σεβ. Μητροπολίτης Ζιμπάμπουε Σεραφείμ, υπογραμμίσθηκε η ποιμαντική ανάγκη της συνεργασίας των απανταχού Χριστιανών για να επουλωθούν οι πληγές του σώματος της Ανθρωπότητας, δίνοντας προτεραιότητα στη ζωή μας το μεγαλείο της αγάπης του Θεού, έτσι ώστε να ξαναζήσει ο άνθρωπος με αξιοπρέπεια μια καλύτερη ζωή και  την ελπίδα του Παραδείσου.
Στο Συνέδριο συμμετείχαν 500 Σύνεδροι από 75 χώρες, Αρχηγοί Κρατών, Θρησκευτικοί Αρχηγοί, Υπουργοί, Αξιωματούχοι Διεθνών Οργανισμών, Ακαδημαϊκοί και μάλιστα Νομπελίστες, με επικεφαλής τον Παναγιώτατον Οικουμενικό μας Πατριάρχη κ.  Βαρθολομαίο, τον Πάπα της Ρώμης κ. Φραντζέσκο, τον Αγγλικανό Αρχιεπίσκοπο του Κάντερπουρι κ. Ιουστίνο και τον Σύριο Πατριάρχη Εφραίμ, με τη διοργάνωση 29 συζητήσεων στρογγύλης τραπέζης και  εκδηλώσεις για την εικοσιπενταετή γόνιμη ποιμαντική διακονία του Οικουμενικού μας Πατριάρχου με αποκορύφωμα την απονομή του τιμητικού δοκτοράτου από το περίφημο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Περούτζιας, ως επίσης και την παρασημοφόρηση του  με το Ανώτατο τιμητικό παράσημο της Ιταλίας από τον Πρόεδρο της χώρας κ. Sergio Mattarella.
Στη συνέχεια παραθέτουμε το Πατριαρχικό Μήνυμα του Αλεξανδρινού Προκαθημένου κ.κ. Θεοδώρου Β’.
          «Αγαπητοί Αδελφοί,
«Ο Θεός δεν θέλει μόνος να μας σώσει... Πάντοτε βοηθεί, πάντα προφθάνει, αλλά θέλει και εμείς να εργαστούμε, να κάνουμε εκείνο που μπορούμε.»
(Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής)

          Η πορεία του ανθρωπίνου γένους προς τη σωτηρία υπήρξε ευθύς εξ αρχής είτε πορεία συγκλίσεως προς το θέλημα του Δημιουργού μας είτε πορεία αποκλίσεως από αυτό λόγω υπερισχύσεως του ιδίου θελήματος. Η ταλάντευση αυτή του ανθρωπίνου αυτεξουσίου μεταξύ του θείου και του ιδίου θελήματος σφράγισε και εξακολουθεί ακόμη να σφραγίζει – συχνά με τρόπο τραγικό – την πορεία του ανθρώπου προς τον φυσικό του, λόγω της χαρισματικής του προς τον Θεό συγγένειας, προορισμό, που δεν είναι άλλος από το να γίνει ο άνθρωπος κατά χάριν θεός.

          Ευρισκόμενος στον παράδεισο της κοινωνίας με τον Κτίστη του, ο άνθρωπος λησμόνησε την ευεργεσία της Δημιουργίας και ύψωσε σημαία ανταρσίας, αθετώντας το συμβόλαιο που έκανε με τον Θεό. Ωστόσο ο Θεός, με πατρική στοργή και αγάπη, δεν εγκατέλειψε τον άνθρωπο στην τραγωδία της πτώσεώς του. Επέλεξε τον ισραηλίτη λαό προκειμένου να αποκαλύψει το θέλημά Του. Στάθηκε στο πλευρό του, οδήγησε τα βήματά του και όταν ο λαός αυτός παγιδεύτηκε στο τέλμα της σκλαβιάς, του άνοιξε τον δρόμο της ελευθερίας και της επανόδου στη γη της επαγγελίας.
          Λησμονώντας όμως την ευεργεσία της απελευθερώσεως από τα δεσμά της σκλαβιάς, ο άνθρωπος θέλησε να επανέλθει στον κούφιο κόσμο των ειδώλων. Ωστόσο και πάλι ο Θεός, με περισσή μακροθυμία, δεν εγκατέλειψε μόνο τον άνθρωπο στο δρόμο της απωλείας. Συγκαταβαίνοντας προς την ανθρώπινη αδυναμία, απεκάλυψε το θέλημά Του, προσφέροντας στον άνθρωπο δείκτες ορθής και φιλαδέλφου βιωτής.

          Λησμονώντας την ευεργεσία της θείας συγκαταβάσεως και αποκαλύψεως, ο άνθρωπος υποβάθμισε την ουσία των θεικών παραινέσεων και μετέβαλε το Νόμο σε κούφιο τύπο. Ωστόσο και πάλι ο Θεός, από άκρα αγάπη προς το δημιούργημά Του, προσέφερε στον άνθρωπο δώρο μεγαλύτερο από αυτό της Δημιουργίας. Του προσέφερε το δώρο της Υιοθεσίας. Έστειλε τον Υιό Του τον Μονογενή για να αναμορφώσει τον άνθρωπο στον Σταυρό της θυσίας και να φωτίσει την οδό της επιστροφής στην Πατρική αγκάλη.

          Αυτή τη φορά το συμβόλαιο του Θεού με το ανθρώπινο γένος συγκεφαλαιώθηκε σε μια και μόνη παραίνεση: αγαπάτε αλλήλους. Η ανυπόκριτη αγάπη τέθηκε ως μόνος απαραίτητος παρονομαστής, ως μόνη απαραίτητη προϋπόθεση για την σωστή λειτουργία των ανθρωπίνων κοινωνιών. Και τούτο διότι η εν Χριστώ αγάπη είναι πολύ παραπάνω από ένα απλό συναίσθημα. Είναι στάση και τρόπος ζωής, τον οποίο μπορούν να ανακαλύψουν μόνο όσοι μπορούν να υπερβούν την εγωιστική φιλαυτία. Είναι στάση και τρόπος ζωής, ο οποίος μετράται με την πνευματική ετοιμότητα να αναγνωρίσω στο πρόσωπο του άλλου όχι απλά τον συνάνθρωπο, αλλά τον αδελφό. 
          Ο άνθρωπος όμως και πάλι λησμόνησε την ευεργεσία της σταυρικής θυσίας και την αναστάσιμη προοπτική της Βασιλείας των Ουρανών, ως πραγματικότητας που διαρκώς βιώνεται στο λειτουργικό παρόν της Εκκλησίας. Ενέδωσε και πάλι στη σαγήνη των σειρήνων του εγώ, έβαλε στο περιθώριο το εν Χριστώ εμείς και άρχισε να απομακρύνεται επικίνδυνα από το θέλημα του Θεού. Ειδωλοποίησε τον εαυτό του, αποθέωσε τις ικανότητες του και θέλησε να υποκαταστήσει τον Θεό.

          Έθεσε τον αυτάρεσκο δικαιωματισμό του ως πυξίδα των συντεταγμένων της ζωής του. Θέλησε να δέχεται ή να αρνείται κατά το δοκούν το δώρο της νέας ζωής. Θέλησε να ορίσει τον εαυτό του αποκλειστικό διαχειριστή του τερματισμού της επίγειας ζωής του. Θέλησε να επαναπροσδιορίσει το θεόδοτο θεσμό της οικογενείας ως ζωτικού κυττάρου των ανθρωπίνων κοινωνιών. Θέλησε να κυβερνήσει την κτίση όχι ως εχέφρων οικονόμος, αλλά ως στυγνός εκμεταλλευτής. Θέλησε να μετατρέψει την εγγενή ανθρώπινη ανάγκη της θρησκευτικής πίστεως σε δούρειο ίππο επιβολής μισάνθρωπων ιδεολογιών.

          Και τελικά, αφού τα συμβατικά σύνορα κατέλυσε η τεχνολογία, νέα σύνορα ύψωσε το μίσος. Ο μεταμοντέρνος άνθρωπος των απειραρίθμων κατακτήσεων, νιώθει σήμερα να ασφυκτιά μέσα στον κλοιό της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας. Νιώθει απροστάτευτος και ανυπεράσπιστος, διότι περιτριγυρίζεται από ανθρώπους που είναι αποφασισμένοι να θυσιάσουν τις ζωές των άλλων, προκειμένου να επιβάλλουν μισανθρώπως το δικό τους θέλημα. Νιώθει όπως ο Αλεξανδρινός ποιητής που απελπισμένος ομολογεί: “Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη”.

          Ο κόσμος που βγήκε βαριά πληγωμένος από τον παραλογισμό των δύο παγκοσμίων πολέμων, τώρα πλέον αντιμετωπίζει μια απειλή καθόλου συμβατική, αλλά μάλλον υπέρμετρα ασύμμετρη. Το κατ’ εικόνα Θεού στον άνθρωπο έχει αμαυρωθεί τόσο πολύ, καθώς ο άνθρωπος ενέδωσε στο ίδιο θέλημα, ώστε η προοπτική της έλξεως προς το θείο θέλημα και της ομοιώσεως προς τον Θεό να φαντάζει απελπιστικά μακρινή.

          Και όμως ο Χριστός ήταν ξεκάθαρος: “ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος.” (Ματθ. 20,28). Ποια είναι λοιπόν η ευθύνη μας ως Χριστιανών; Η ευθύνη μας είναι, έναντι του παραλογισμού του μίσους, να επαναστατήσουμε ειρηνικά με λάβαρο την εντολή της αγάπης, την βασική εντολή της Καινής Διαθήκης, του συμβολαίου που υπογράψαμε με τον Θεό. Η ευθύνη μας είναι να στρέψουμε το εκκρεμές της ανθρώπινης ιστορίας από το ίδιο θέλημα στο θέλημα του Θεού.

          Δεν έχουμε το ελαφρυντικό της αγνοίας ή της παρανοήσεως του θελήματος του Θεού. Η αλήθεια – με την πλατωνική έννοια του όρου ως άρσεως της λήθης – διατυπώθηκε ευαγγελικώς και συγκεφαλαιώνεται στη λέξη έλεος: ψωμίστε τον πεινασμένο, ξεδιψάστε τον διψασμένο, ντύστε τον γυμνό, φιλοξενήστε τον αναγκεμένο, απαλύνετε τον πόνο του ασθενούς, επισκεφθείτε τον φυλακισμένο. Με δυό λόγια μείνετε στο εμείς και όχι στο εγώ. Μοιραστείτε, αγαπήστε, κοινωνήστε τον πόνο του άλλου.  Ενδιαφερθείτε για το δίκαιο του άλλου, μην ανέχεστε την υποκρισία των πολλών. Επαναπροσδιορίστε τις ανθρώπινες προτεραιότητες με βάση όχι την ακόρεστη ατομική καταξίωση, αλλά την συλλογική ευημερία.

          Η σταυροφορία των καιρών μας οφείλει να μην έχει βλέψεις εδαφικών ανακτήσεων, ούτε δικαιούται να ξεστρατίσει από τον αρχικό της στόχο. Η σταυροφορία των καιρών μας οφείλει να αφυπνίσει τις αποχριστιανοποιημένες κοινωνίες της εποχής μας και να ενεργοποιήσει το εν υπνώσει κύτταρο του ελέους στον πανανθρώπινο γονιδιακό χάρτη. Σε αυτήν την σταυροφορία δεν περισσεύει κανένας άνθρωπος καλής θελήσεως, ο οποίος, μη αφιστάμενος της ιδιοσυστατικής του ταυτότητας, οφείλει να συνταχθεί στην αξιολογική πρόταξη της ελεήμονος αγάπης ως ασπίδας προστασίας έναντι της ταχείας διασποράς του μίσους.  

          Ο Θεός λοιπόν όντως δεν θέλει μόνος να μας σώσει. Σεβόμενος την ελευθερία μας, προσμένει να απλώσουμε το δικό μας χέρι. Προσμένει από εμάς να συνεργήσουμε, να κάνουμε αυτό που μπορούμε ώστε να πετύχουμε αυτό που ευαγγελίστηκε ο Κύριος μας, δηλαδή η ανθρώπινη  φύση μας να βρει τη σωτηρία στον απάνεμο λιμένα της Πατρικής ουσίας.

            Σας ευχαριστώ! «