Γεννημένος στη Σύρο το 1843, ο Εμμανουήλ Μπενάκης, αφού επιδόθηκε σε σημαντικές εμπορικές δραστηριότητες στην Αίγυπτο,επιστρέφει στην Ελλάδα ως εκλεγμένος πολιτικός σε μια ιστορική περίοδο για να ανακηρυχθεί μετά θάνατον σε εθνικό ευεργέτη.
Ο Εμμανουήλ Μπενάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ερμούπολη της Σύρου. Εκεί η οικογένειά του, μανιάτικης καταγωγής, διέφυγε όταν εγκατέλειψε τη Χίο, όπου και διέμενε, έπειτα από τη σαρανταήμερη σφαγή των κατοίκων το 1822.
Και ο ίδιος όμως θα εγκαταλείψει το νησί και την Ελλάδα λίγο αργότερα για να παρακολουθήσει εμπορικές σπουδές στο Μάντσεστερ της Βρετανίας. Έχοντας, λοιπόν, αποκτήσει τη «θεωρητική» του επαγγελματική κατάρτιση οδεύει το 1865 προς την Αίγυπτο για να επιδοθεί σε πρακτική εξάσκηση των εμπορικών του γνώσεων, αρχής γενομένης από τον οίκο Ι.Π. Σκυλίτση στην Αλεξάνδρεια, όπου θα απασχοληθεί ως υπάλληλος. Μολονότι όμως κατείχε τις γνώσεις δεν γνώριζε την αραβική γλώσσα, γι’ αυτό και περιόδευσε ένα χρόνο στα ενδότερα της Αιγύπτου ώστε να τη μάθει.
Αξίζει να σημειωθεί πως την περίοδο που έχει προηγηθεί, δηλαδή το διάστημα 1861-1866, το βαμβάκι της Αιγύπτου χάρη στις ευνοϊκές συνθήκες (τον Αμερικανικό Εμφύλιο που δημιούργησε κενό στην αγορά βάμβακος και την αντιβασιλεία του Μωχάμετ Άλη που έφερε ευκολίες στο εμπόριο) αναδεικνύεται σε προϊόν, το οποίο εμπορεύονται κατά κύριο λόγο Έλληνες, όπως ο Αβέρωφ, ο Τοσίτσας κ.ά. Και αυτήν ακριβώς την πορεία έρχεται να επαναλάβει μια δεύτερη γενιά Ελλήνων εμπόρων, μεταξύ των οποίων και ο Μπενάκης, την περίοδο 1867-1879, οπότε και το βαμβάκι γίνεται το κατεξοχήν αγροτικό εξαγώγιμο προϊόν της Αιγύπτου αντιπροσωπεύοντας το 80% των συνολικών εξαγωγών της.
Έτσι, το 1868 από την Αλεξάνδρεια ξεκινάει να εμπορεύεται βαμβάκι μαζί με τον αδερφό του Λουκά, ενώ όταν το 1870 παντρεύεται τη Βιργινία Χωρέμη, της οποίας ο αδερφός διατηρούσε τον μεγάλο εμπορικό οίκο «Xωρέμης-Melhor και Σία», γίνεται συνέταιρος και ο οίκος σταδιακά μετονομάζεται σε «Xωρέμης- Μπενάκης και Σία». Ο οίκος δραστηριοποιείται στην επεξεργασία και εξαγωγή βάμβακος, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα εμφανίζεται πρώτος στις εξαγωγές με χώρες προορισμού από τη Γαλλία και τη Ρωσία ως τις Ινδίες και την Ιαπωνία. Κατέχοντας, λοιπόν, τον τίτλο του «πρωταθλητή» ο οίκος επέκτεινε συνεχώς τη δράση του με κέντρο το λιμάνι της Τεργέστης αλλά και ιδρύοντας νέα υποκαταστήματα στο εξωτερικό, όπως στο Λίβερπουλ και το Λονδίνο, στις Ινδίες και αργότερα (1916) στη Φρανκφούρτη, αλλά και στην ίδια την Αίγυπτο, αγοράζοντας για παράδειγμα το εκκοκκιστήριο Ροδοκανάκη στο Ζαγαζίκ της Κάτω Αιγύπτου.
Στα πλαίσια μιας ακόμη επέκτασης ιδρύθηκε, το 1905, η εταιρεία Associated Cotton Ginners of Egypt Ltd που ουσιαστικά αφορούσε τη σύμπραξη 16 εργοστασίων εκκοκκισμού με στόχο την επέκταση των δραστηριοτήτων τους μέσω συμμαχιών με ευρωπαϊκές εμπορικές εταιρείες. Ενώ, μια ακόμη επέκταση του οίκου μπορεί να θεωρηθεί όταν έπειτα από το γάμο της εγγονής του Μπενάκη με τον μεγαλέμπορο Κότσικα, που δραστηριοποιούταν στο Κάιρο με εμπορικό του αντικείμενο το οινόπνευμα, ο οίκος πια άλλαξε και πάλι σε «Xωρέμης- Μπενάκης -Κότσικα» δημιουργώντας ένας παγκόσμιας αξιοπιστίας δίκτυο.
Και φαίνεται πως ο οίκος και τα στελέχη του έχαιραν του σεβασμού και της αιγυπτιακής κυβέρνησης, η οποία αναγνώριζε τη σημαντική εκσυγχρονιστική συμβολή γενικά των Ελλήνων στον αιγυπτιακό χώρο. Γνωστό είναι άλλωστε πως η αιγυπτιακή κυβέρνηση είχε ζητήσει από τον Μπενάκη να συμμετάσχει στην Αιγυπτιακή Επιτροπή Βάμβακος. Και αυτό μάλλον γιατί ο Μπενάκης είχε ασχοληθεί αρκετά με τη συστηματική οργάνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Αίγυπτο διετελώντας είτε πρώτος πρόεδρος του νεοσυσταθέντος Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου της Αλεξάνδρειας- από το 1901 έως το 1909- είτε μέλος της Xεδιβικής Γεωργικής Εταιρείας Kαΐρου.
Και ο ίδιος όμως θα εγκαταλείψει το νησί και την Ελλάδα λίγο αργότερα για να παρακολουθήσει εμπορικές σπουδές στο Μάντσεστερ της Βρετανίας. Έχοντας, λοιπόν, αποκτήσει τη «θεωρητική» του επαγγελματική κατάρτιση οδεύει το 1865 προς την Αίγυπτο για να επιδοθεί σε πρακτική εξάσκηση των εμπορικών του γνώσεων, αρχής γενομένης από τον οίκο Ι.Π. Σκυλίτση στην Αλεξάνδρεια, όπου θα απασχοληθεί ως υπάλληλος. Μολονότι όμως κατείχε τις γνώσεις δεν γνώριζε την αραβική γλώσσα, γι’ αυτό και περιόδευσε ένα χρόνο στα ενδότερα της Αιγύπτου ώστε να τη μάθει.
Αξίζει να σημειωθεί πως την περίοδο που έχει προηγηθεί, δηλαδή το διάστημα 1861-1866, το βαμβάκι της Αιγύπτου χάρη στις ευνοϊκές συνθήκες (τον Αμερικανικό Εμφύλιο που δημιούργησε κενό στην αγορά βάμβακος και την αντιβασιλεία του Μωχάμετ Άλη που έφερε ευκολίες στο εμπόριο) αναδεικνύεται σε προϊόν, το οποίο εμπορεύονται κατά κύριο λόγο Έλληνες, όπως ο Αβέρωφ, ο Τοσίτσας κ.ά. Και αυτήν ακριβώς την πορεία έρχεται να επαναλάβει μια δεύτερη γενιά Ελλήνων εμπόρων, μεταξύ των οποίων και ο Μπενάκης, την περίοδο 1867-1879, οπότε και το βαμβάκι γίνεται το κατεξοχήν αγροτικό εξαγώγιμο προϊόν της Αιγύπτου αντιπροσωπεύοντας το 80% των συνολικών εξαγωγών της.
Έτσι, το 1868 από την Αλεξάνδρεια ξεκινάει να εμπορεύεται βαμβάκι μαζί με τον αδερφό του Λουκά, ενώ όταν το 1870 παντρεύεται τη Βιργινία Χωρέμη, της οποίας ο αδερφός διατηρούσε τον μεγάλο εμπορικό οίκο «Xωρέμης-Melhor και Σία», γίνεται συνέταιρος και ο οίκος σταδιακά μετονομάζεται σε «Xωρέμης- Μπενάκης και Σία». Ο οίκος δραστηριοποιείται στην επεξεργασία και εξαγωγή βάμβακος, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα εμφανίζεται πρώτος στις εξαγωγές με χώρες προορισμού από τη Γαλλία και τη Ρωσία ως τις Ινδίες και την Ιαπωνία. Κατέχοντας, λοιπόν, τον τίτλο του «πρωταθλητή» ο οίκος επέκτεινε συνεχώς τη δράση του με κέντρο το λιμάνι της Τεργέστης αλλά και ιδρύοντας νέα υποκαταστήματα στο εξωτερικό, όπως στο Λίβερπουλ και το Λονδίνο, στις Ινδίες και αργότερα (1916) στη Φρανκφούρτη, αλλά και στην ίδια την Αίγυπτο, αγοράζοντας για παράδειγμα το εκκοκκιστήριο Ροδοκανάκη στο Ζαγαζίκ της Κάτω Αιγύπτου.
Στα πλαίσια μιας ακόμη επέκτασης ιδρύθηκε, το 1905, η εταιρεία Associated Cotton Ginners of Egypt Ltd που ουσιαστικά αφορούσε τη σύμπραξη 16 εργοστασίων εκκοκκισμού με στόχο την επέκταση των δραστηριοτήτων τους μέσω συμμαχιών με ευρωπαϊκές εμπορικές εταιρείες. Ενώ, μια ακόμη επέκταση του οίκου μπορεί να θεωρηθεί όταν έπειτα από το γάμο της εγγονής του Μπενάκη με τον μεγαλέμπορο Κότσικα, που δραστηριοποιούταν στο Κάιρο με εμπορικό του αντικείμενο το οινόπνευμα, ο οίκος πια άλλαξε και πάλι σε «Xωρέμης- Μπενάκης -Κότσικα» δημιουργώντας ένας παγκόσμιας αξιοπιστίας δίκτυο.
Και φαίνεται πως ο οίκος και τα στελέχη του έχαιραν του σεβασμού και της αιγυπτιακής κυβέρνησης, η οποία αναγνώριζε τη σημαντική εκσυγχρονιστική συμβολή γενικά των Ελλήνων στον αιγυπτιακό χώρο. Γνωστό είναι άλλωστε πως η αιγυπτιακή κυβέρνηση είχε ζητήσει από τον Μπενάκη να συμμετάσχει στην Αιγυπτιακή Επιτροπή Βάμβακος. Και αυτό μάλλον γιατί ο Μπενάκης είχε ασχοληθεί αρκετά με τη συστηματική οργάνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Αίγυπτο διετελώντας είτε πρώτος πρόεδρος του νεοσυσταθέντος Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου της Αλεξάνδρειας- από το 1901 έως το 1909- είτε μέλος της Xεδιβικής Γεωργικής Εταιρείας Kαΐρου.
Το πρώτο υπουργείο Γεωργίας, Εμπορίου και ΒιομηχανίαςΗ φυσιογνωμία του Εμμανουήλ Μπενάκη στην Ελλάδα αντέχει ακόμα
Έχοντας εξασφαλίσει την εμπορική του σταδιοδρομία μέσα και έξω από την Αίγυπτο πράττει το ίδιο και με την οικογενειακή του ολοκλήρωση, αφού από το γάμο του με τη Βιργινία Χωρέμη αποκτάει πέντε παιδιά, τον Αντώνιο, τον Αλέξανδρο, την Αλεξάνδρα, την Αργίνη και την Πηνελόπη, η οποία δεν είναι άλλη από την Πηνελόπη Δέλτα (επίθετο που «κληρονόμησε» από το σύζυγό της, Στέφανο Δέλτα), που αργότερα θα πρωταγωνιστήσει στην ελληνική λογοτεχνία γράφοντας παιδικά μυθιστορήματα.
Ωστόσο, η εγκατάσταση της οικογένειας Μπενάκη στην περιοχή της Αλεξάνδρειας θα λήξει περί το 1910, οπότε και σύσσωμη η οικογένεια μετακομίζει στην Κηφισιά. Η μετακόμιση αυτή όχι μόνο συμπίπτει χρονικά με την ανάληψη της πρωθυπουργίας της Ελλάδας από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, αλλά η πολιτική αυτή αποτέλεσε και την αιτία της επιστροφής του Μπενάκη στην πατρίδα. Κι αυτό γιατί τότε ο Μπενάκης, ο οποίος διατηρούσε προσωπική και πολιτική εκτίμηση για τον Βενιζέλο και το κόμμα του, κινείται προς ένα νέο άνοιγμα, στην πολιτική αυτή τη φορά, και εκλέγεται βουλευτής Αττικοβοιωτίας με το βενιζελικό κόμμα.
Μάλιστα κατά το σχηματισμό της κυβέρνησης ο Βενιζέλος προχωράει στη σύσταση ενός νέου υπουργείου, του Υπουργείου Γεωργίας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, του οποίου καλείται να ηγηθεί ο Μπενάκης, ενώ στην πορεία θα αναλάβει και το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Ως υπουργός όμως θα πορευθεί ως το 1914, έτος που τον βρίσκει να εκλέγεται δήμαρχος Αθηνών αλλάζοντας έτσι και πάλι λίγο το πολιτικό του αντικείμενο αυτή τη φορά. Η θητεία του ως δήμαρχος θα λήξει δύο χρόνια αργότερα, και όχι με «αναίμακτο» τρόπο μιας και το 1916 αποτελεί το έτος αναβρασμού του Εθνικού Διχασμού που ταλαιπωρεί την Ελλάδα εκείνη την περίοδο.
Ο Εθνικός Διχασμός, που ουσιαστικά επρόκειτο για τη διαφωνία του πρωθυπουργού Βενιζέλου και του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ για το κατά πόσο έπρεπε η Ελλάδα να συμμετάσχει στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έσπειρε τη διχόνοια στους Έλληνες και τους χώρισε σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Το 1916 το κλίμα πολώνεται με τη δημιουργία της Προσωρινής Κυβέρνησης και τη συνακόλουθη κήρυξη του πολέμου στις Κεντρικές Δυνάμεις, πράγμα που οδήγησε στα Νοεμβριανά, το βομβαρδισμό δηλαδή της Αθήνας από τη Γαλλία- με τη σύμφωνη γνώμη του Βενιζέλου.
Ωστόσο, η εγκατάσταση της οικογένειας Μπενάκη στην περιοχή της Αλεξάνδρειας θα λήξει περί το 1910, οπότε και σύσσωμη η οικογένεια μετακομίζει στην Κηφισιά. Η μετακόμιση αυτή όχι μόνο συμπίπτει χρονικά με την ανάληψη της πρωθυπουργίας της Ελλάδας από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, αλλά η πολιτική αυτή αποτέλεσε και την αιτία της επιστροφής του Μπενάκη στην πατρίδα. Κι αυτό γιατί τότε ο Μπενάκης, ο οποίος διατηρούσε προσωπική και πολιτική εκτίμηση για τον Βενιζέλο και το κόμμα του, κινείται προς ένα νέο άνοιγμα, στην πολιτική αυτή τη φορά, και εκλέγεται βουλευτής Αττικοβοιωτίας με το βενιζελικό κόμμα.
Μάλιστα κατά το σχηματισμό της κυβέρνησης ο Βενιζέλος προχωράει στη σύσταση ενός νέου υπουργείου, του Υπουργείου Γεωργίας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, του οποίου καλείται να ηγηθεί ο Μπενάκης, ενώ στην πορεία θα αναλάβει και το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Ως υπουργός όμως θα πορευθεί ως το 1914, έτος που τον βρίσκει να εκλέγεται δήμαρχος Αθηνών αλλάζοντας έτσι και πάλι λίγο το πολιτικό του αντικείμενο αυτή τη φορά. Η θητεία του ως δήμαρχος θα λήξει δύο χρόνια αργότερα, και όχι με «αναίμακτο» τρόπο μιας και το 1916 αποτελεί το έτος αναβρασμού του Εθνικού Διχασμού που ταλαιπωρεί την Ελλάδα εκείνη την περίοδο.
Ο Εθνικός Διχασμός, που ουσιαστικά επρόκειτο για τη διαφωνία του πρωθυπουργού Βενιζέλου και του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ για το κατά πόσο έπρεπε η Ελλάδα να συμμετάσχει στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έσπειρε τη διχόνοια στους Έλληνες και τους χώρισε σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Το 1916 το κλίμα πολώνεται με τη δημιουργία της Προσωρινής Κυβέρνησης και τη συνακόλουθη κήρυξη του πολέμου στις Κεντρικές Δυνάμεις, πράγμα που οδήγησε στα Νοεμβριανά, το βομβαρδισμό δηλαδή της Αθήνας από τη Γαλλία- με τη σύμφωνη γνώμη του Βενιζέλου.
Μαζί με το Βενιζέλο
Φυσικό επακόλουθο ήταν η πρόκληση αναταραχών και βίαιων εξάρσεων μεταξύ των δύο ομάδων, με τον Μπενάκη να μην ξεφεύγει του κανόνα και ως δηλωμένος βενιζελικός να κακοποιείται και να φυλακίζεται. Μάλιστα το 1920 ακολούθησε στην εξορία τον ίδιο το Βενιζέλο, αρχικά στη Νίκαια και έπειτα στο Παρίσι, από όπου θα γυρίσει οριστικά, και μετά το τέλος των ταραγμένων χρόνων, το 1924.
Χαρακτηριστικό ωστόσο του γενικότερου πολιτικού κλίματος αποτελεί και η κατηγορία του Μπενάκη ως ενός εκ των ηθικών αυτουργών για τη δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη, αντιβενιζελικής τοποθέτησης πολιτικού και λογοτέχνη, με τον οποίο η κόρη του Πηνελόπη Δέλτα διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση για κάποιο διάστημα.Η κατηγορία όμως γνωστοποιήθηκε μετά το θάνατο του Μπενάκη, γι’ αυτό και το δικαστήριο αδυνατούσε να βγάλει πόρισμα.
Φυσικό επακόλουθο ήταν η πρόκληση αναταραχών και βίαιων εξάρσεων μεταξύ των δύο ομάδων, με τον Μπενάκη να μην ξεφεύγει του κανόνα και ως δηλωμένος βενιζελικός να κακοποιείται και να φυλακίζεται. Μάλιστα το 1920 ακολούθησε στην εξορία τον ίδιο το Βενιζέλο, αρχικά στη Νίκαια και έπειτα στο Παρίσι, από όπου θα γυρίσει οριστικά, και μετά το τέλος των ταραγμένων χρόνων, το 1924.
Χαρακτηριστικό ωστόσο του γενικότερου πολιτικού κλίματος αποτελεί και η κατηγορία του Μπενάκη ως ενός εκ των ηθικών αυτουργών για τη δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη, αντιβενιζελικής τοποθέτησης πολιτικού και λογοτέχνη, με τον οποίο η κόρη του Πηνελόπη Δέλτα διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση για κάποιο διάστημα.Η κατηγορία όμως γνωστοποιήθηκε μετά το θάνατο του Μπενάκη, γι’ αυτό και το δικαστήριο αδυνατούσε να βγάλει πόρισμα.
Γονίδιο στη σύγχρονη πολιτικήΌπως και να ‘χει τελικά ο Μπενάκης πίστεψε στα οράματα του Βενιζέλου και τα υποστήριξε έμπρακτα. Έτσι, διαθέτοντας το γονίδιο της πολιτικής, φρόντισε να «υπάρχει» κατά κάποιο τρόπο ακόμη και σήμερα στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, αφού δύο γνωστά πολιτικά πρόσωπα, και μάλιστα διαφορετικών παρατάξεων, ο Αντώνης Σαμαράς και ο Πέτρος Γερουλάνος, αποτελούν απογόνους του.
Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας της Αλεξάνδρειας Πλούσιο φιλανθρωπικό έργο
Το ενδιαφέρον του Μπενάκη για τα κοινά αποκαλύπτεται χρόνια πριν την ενασχόλησή του με την πολιτική όταν κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αλεξάνδρεια αναλαμβάνει πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας. Και επί προεδρίας του η Κοινότητα επιδόθηκε σε πλήθος φιλαναθρωπικών ενεργειών, ενώ τότε υλοποιούνται πολλά από τα έργα που αποτέλεσαν το όραμα του Γεώργιου Αβέρωφ κάποια χρόνια πριν, π.χ. η Σαλβάγειος Σχολή. Η στήριξη μάλιστα στην Ελληνική Κοινότητα Αλεξάνδρειας δεν σταματάει με την επιστροφή του στην Ελλάδα. Τουναντίον, συνδρομές μεγάλου ύψους στέλνονται, ενώ στη μνήμη της συζύγου του θα διαθέσει μεγάλη δωρεά, όπως και αργότερα στη διαθήκη του θα συμπεριλάβει την Κοινότητα.
Πλούσιο είναι όμως το φιλανθρωπικό του έργο και εκτός Αλεξάνδρειας, καθώς προσέφερε χρήματα για την ανέγερση κοινωφελών ιδρυμάτων, όπως το Μπενάκειο Παιδικό Άσυλο, για την ίδρυση επαγγελματικών σχολών, όπως το Κολλέγιο Αθηνών και της Σχολής Νοσοκόμων του Ερυθρού Σταυρού, για την ενίσχυση βιβλιοθηκών, όπως τη βιβλιοθήκη E. Renan ή την Μπενάκειο βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, καθώς και για την αποκατάσταση προσφυγικών πληθυσμών μετά τη μικρασιάτικη καταστροφή. Και στο ίδιο μήκος κύματος εξέπεμπε ολόκληρη η οικογένεια με τη συμμετοχή τους στην ίδρυση και λειτουργία ιδρυμάτων.
Πολλές επομένως οι ευεργεσίες του Μπενάκη από τη φιλανθρωπική του δράση με πλέον ωστόσο γνωστή την ίδρυση του Μουσείου Μπενάκη μετά το θάνατό του για τη φιλοξενία των έργων του γιου του Αντώνη.
Πλούσιο είναι όμως το φιλανθρωπικό του έργο και εκτός Αλεξάνδρειας, καθώς προσέφερε χρήματα για την ανέγερση κοινωφελών ιδρυμάτων, όπως το Μπενάκειο Παιδικό Άσυλο, για την ίδρυση επαγγελματικών σχολών, όπως το Κολλέγιο Αθηνών και της Σχολής Νοσοκόμων του Ερυθρού Σταυρού, για την ενίσχυση βιβλιοθηκών, όπως τη βιβλιοθήκη E. Renan ή την Μπενάκειο βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, καθώς και για την αποκατάσταση προσφυγικών πληθυσμών μετά τη μικρασιάτικη καταστροφή. Και στο ίδιο μήκος κύματος εξέπεμπε ολόκληρη η οικογένεια με τη συμμετοχή τους στην ίδρυση και λειτουργία ιδρυμάτων.
Πολλές επομένως οι ευεργεσίες του Μπενάκη από τη φιλανθρωπική του δράση με πλέον ωστόσο γνωστή την ίδρυση του Μουσείου Μπενάκη μετά το θάνατό του για τη φιλοξενία των έργων του γιου του Αντώνη.
Για τον αγρότη
Επηρεασμένος μάλλον από το καθεαυτό εμπορικό του αντικείμενο, αλλά και την ενασχόλησή του με τα γεωργικά ζητήματα ως υπουργός Γεωργίας, ο Μπενάκης χρηματοδότησε την ίδρυση δύο οργανισμών με κύριο αντικείμενο τη γεωργική ανάπτυξη. Κάπως έτσι σε κτίριο, που δώρισε η οικογένεια Μπενάκη, δημιουργείται η Μπενάκειος Σηροτροφική Σχολή Αθηνών που ασχολούνταν με την εκμάθηση εκτροφής μεταξοσκώληκων, η οποία όμως λειτούργησε για λίγα μόνο χρόνια και το κτίριο έπειτα μετατράπηκε σε δημοτικό σχολείο.
Η άλλη του προσφορά στη γεωργία, το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, είχε καλύτερη τύχη, μιας και λειτουργεί ως τις μέρες μας.
Το Ινστιτούτο αυτό αποτέλεσε απόρροια της υπουργίας του Μπενάκη, στα πλαίσια μάλιστα της οποίας οργάνωσε το κρατικό πλέγμα γεωργικών υπηρεσιών προς τους αγρότες και καθιέρωσε την υπηρεσία φυτοπαθολογίας. Έπειτα, και αφού οραματίστηκε τη σύσταση ενός φορέα επιστημονικά καταρτισμένου για τη στήριξη της λειτουργίας του υπουργείου για τα φυτοπαθολογικά ζητήματα, ανάλαβε το 1923 με προσωπικά του έξοδα την ίδρυση του Ινστιτούτου.
Έτσι, το 1929 θεμελιώνεται το Ινστιτούτο σε ιδιόκτητο οικόπεδο του Μπενάκη στο Στροφύλι Κηφισιάς και εγκαινιάζεται από τον πρωθυπουργό Βενιζέλο ένα χρόνο αργότερα, και αφού είχε ήδη φύγει από τη ζωή ο εμπνευστής και χρηματοδότης του. Το Ινστιτούτο σήμερα μέσα από τα τρία επιστημονικά του τμήματα-το τμήμα Φυτοπαθολογίας, το τμήμα Εντομολογίας και Γεωργικής Ζωολογίας και το τμήμα Ελέγχου Γεωργικών Φαρμάκων και Φυτοφαρμακευτικής- συνεργάζεται με το αρμόδιο υπουργείο και τους τοπικούς φορείς, με διάφορα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα σχετικού αντικειμένου, αλλά και με ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Και αναγνωρίζοντας αυτή ακριβώς τη συμβολή του Μπενάκη στην ελληνική γεωργία η Ακαδημία Αθηνών έχει αφιερώσει ένα από τα βραβεία της στην κατηγορία των Θετικών Επιστημών στη μνήμη του Μπενάκη. Το βραβείο αυτό απονέμεται σε θεσμικά όργανα που με τη δράση τους προωθούν την επιστημονική γνώση σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος του ελληνικού χώρου και των οικοσυστημάτων του.
Από το 352ο φύλλο της εφημερίδας AgrendaΕπηρεασμένος μάλλον από το καθεαυτό εμπορικό του αντικείμενο, αλλά και την ενασχόλησή του με τα γεωργικά ζητήματα ως υπουργός Γεωργίας, ο Μπενάκης χρηματοδότησε την ίδρυση δύο οργανισμών με κύριο αντικείμενο τη γεωργική ανάπτυξη. Κάπως έτσι σε κτίριο, που δώρισε η οικογένεια Μπενάκη, δημιουργείται η Μπενάκειος Σηροτροφική Σχολή Αθηνών που ασχολούνταν με την εκμάθηση εκτροφής μεταξοσκώληκων, η οποία όμως λειτούργησε για λίγα μόνο χρόνια και το κτίριο έπειτα μετατράπηκε σε δημοτικό σχολείο.
Η άλλη του προσφορά στη γεωργία, το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, είχε καλύτερη τύχη, μιας και λειτουργεί ως τις μέρες μας.
Το Ινστιτούτο αυτό αποτέλεσε απόρροια της υπουργίας του Μπενάκη, στα πλαίσια μάλιστα της οποίας οργάνωσε το κρατικό πλέγμα γεωργικών υπηρεσιών προς τους αγρότες και καθιέρωσε την υπηρεσία φυτοπαθολογίας. Έπειτα, και αφού οραματίστηκε τη σύσταση ενός φορέα επιστημονικά καταρτισμένου για τη στήριξη της λειτουργίας του υπουργείου για τα φυτοπαθολογικά ζητήματα, ανάλαβε το 1923 με προσωπικά του έξοδα την ίδρυση του Ινστιτούτου.
Έτσι, το 1929 θεμελιώνεται το Ινστιτούτο σε ιδιόκτητο οικόπεδο του Μπενάκη στο Στροφύλι Κηφισιάς και εγκαινιάζεται από τον πρωθυπουργό Βενιζέλο ένα χρόνο αργότερα, και αφού είχε ήδη φύγει από τη ζωή ο εμπνευστής και χρηματοδότης του. Το Ινστιτούτο σήμερα μέσα από τα τρία επιστημονικά του τμήματα-το τμήμα Φυτοπαθολογίας, το τμήμα Εντομολογίας και Γεωργικής Ζωολογίας και το τμήμα Ελέγχου Γεωργικών Φαρμάκων και Φυτοφαρμακευτικής- συνεργάζεται με το αρμόδιο υπουργείο και τους τοπικούς φορείς, με διάφορα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα σχετικού αντικειμένου, αλλά και με ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Και αναγνωρίζοντας αυτή ακριβώς τη συμβολή του Μπενάκη στην ελληνική γεωργία η Ακαδημία Αθηνών έχει αφιερώσει ένα από τα βραβεία της στην κατηγορία των Θετικών Επιστημών στη μνήμη του Μπενάκη. Το βραβείο αυτό απονέμεται σε θεσμικά όργανα που με τη δράση τους προωθούν την επιστημονική γνώση σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος του ελληνικού χώρου και των οικοσυστημάτων του.