Γενεύη, Ελβετία
Ως ένα (μέτριο) βήμα προς την επιβράδυνση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος για πρώτη φορά σε μία δεκαετία μεταφράζεται η συμφωνία της Γενεύης μεταξύ της Ισλαμικής Δημοκρατίας και των μεγάλων δυνάμεων, η οποία αξιώνει μεν μία σχετικά μικρή «προκαταβολή» από την Τεχεράνη ως προς τον «πυρήνα» της διαμάχης, αλλά δεν παύει να είναι ιστορικής σημασίας.
Ουδείς έχει ψευδαισθήσεις ότι αυτή η συμφωνία λύνει το ιρανικό ζήτημα, ωστόσο η επιτυχία της Γενεύης είναι ότι άνοιξε το δρόμο για να ακολουθήσει το επόμενο εξάμηνο η πραγματική διαπραγμάτευση με το Ιράν.
Η μεταβατική συμφωνία δεν «εξουδετερώνει» το μεγαλύτερο κομμάτι της τεχνολογικής προόδου που έχει επιτύχει το Ιράν την τελευταία πενταετία, και η οποία έχει μειώσει δραστικά το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί για την κατασκευή πυρηνικής βόμβας εφόσον ο ανώτατος πνευματικός ηγέτης του Ιράν (ο οποίος έχει τον τελικό λόγο στο ζήτημα των πυρηνικών) ή οι Ένοπλες Δυνάμεις αποφασίσουν να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο.
Ωστόσο, φέρνει τη διακυβέρνηση Ομπάμα ένα βήμα πιο κοντά στον τελικό της στόχο: Να επιμηκύνει χρονικά αυτήν ακριβώς την περίοδο, ώστε οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους να έχουν το χρόνο να αντιδράσουν, όπως υπογραμμίζει ο Ντέιβιντ Σάντζερ στην ανάλυση που υπογράφει στους New York Times.
Παράλληλα η συμφωνία -η οποία έχει διάρκεια «ζωής» έξι μηνών- δημιουργεί τη βάση για μία πιο μόνιμη λύση στη διαμάχη με το Ιράν που «μετρά» σχεδόν όσο και ο Ψυχρός Πόλεμος, προσθέτει ο βρετανικός Economist, μιλώντας για μία συμφωνία «μέτρια, αλλά παρ' όλα αυτά ιστορική». Αυτή είναι και η πλέον κρίσιμη αποστολή, την οποία θα αναλάβουν το προσεχές εξάμηνο οι αντιπροσωπείες των εμπλεκόμενων στη διαπραγμάτευση χωρών.
Τα σημεία-κλειδιά της συμφωνίας της Γενεύης
Το πλαίσιο συμφωνίας, στο οποίο κατέληξαν τα πέντε μόνιμα κράτη-μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Κίνα και Ρωσία) και η Γερμανία, περιορίζει και «παγώνει» -δεν τερματίζει- δραστηριότητες του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος και κυρίως τον εμπλουτισμό ουρανίου. Ως αντάλλαγμα έρχεται για το Ιράν «περιορισμένη και στοχευμένη» αναστολή κυρώσεων ύψους 7 δισ. δολαρίων.
Το Ιράν δεσμεύεται ότι για περίοδο έξι μηνών θα σταματήσει να εμπλουτίζει ουράνιο σε ποσοστό άνω του 5%. Το «κλειδί» εδώ είναι ότι αναγνωρίζεται εμμέσως το δικαίωμα του Ιράν να συνεχίσει τον εμπλουτισμό ουρανίου σε ποσοστό κάτω του 5% που επαρκεί για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά απαιτείται περαιτέρω επεξεργασία για κατασκευή πυρηνικού όπλου, όπως επισημαίνει και το δίκτυο France 24.
Η ιρανική αντιπροσωπεία επεδίωξε ρητή αναφορά στη συμφωνία στο «δικαίωμα του Ιράν στον εμπλουτισμό», γεγονός που οι Ηνωμένες Πολιτείες απέκρουσαν.
Η Ισλαμική Δημοκρατία συμφώνησε, επίσης, ότι το απόθεμά της σε ουράνιο εμπλουτισμένο σε ποσοστό 20% είτε θα αραιωθεί, είτε θα μετατραπεί σε οξείδιο του ουρανίου, το οποίο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί άμεσα για στρατιωτικούς σκοπούς. Προκειμένου να συμβεί αυτό, το Ιράν θα αποσυναρμολογήσει τις συνδέσεις μεταξύ διαφορετικών δικτύων με φυγόκεντρους ώστε να μην είναι εύκολο να εμπλουτιστεί το ουράνιο σε υψηλότερο ποσοστό.
Παράλληλα, η Τεχεράνη δεσμεύεται ότι δεν θα εγκαταστήσει νέες συσκευές φυγοκέντρησης, δεν θα θέσει σε λειτουργία συσκευές φυγοκέντρησης που αυτή τη στιγμή είναι αδρανείς, ούτε θα κατασκευάσει νέες εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου.
Η συμφωνία δεν υποχρεώνει το Ιράν να διακόψει τη λειτουργία υπάρχοντων συσκευών φυγοκέντρησης.
Η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας λαμβάνει «καθημερινή πρόσβαση» να επιθεωρεί τις εγκαταστάσεις στις δύο κεντρικές εγκαταστάσεις της Νατάνζ και του Φορντό. Οι επιθεωρητές θα λάβουν επίσης σχέδια και συχνή πρόσβαση στον αμφιλεγόμενο αντιδραστήρα βαρέως ύδατος στο Αράκ, όπου πιστεύεται ότι μπορεί να παραχθεί πλουτώνιο, και όπου το Ιράν δεσμεύεται βάσει της συμφωνίας ότι δεν υπάρξει περαιτέρω ανάπτυξη.
Ως αντάλλαγμα της εφαρμογής των συμφωνηθέντων, δεν θα επιβληθούν στην Τεχεράνη νέες κυρώσεις το επόμενο εξάμηνο και θα δοθεί «ανακούφιση» από τις κυρώσεις, ύψους 7 δισ. δολαρίων, σε τομείς που περιλαμβάνουν τα πολύτιμα μέταλλα. Κατά τον Λευκό Οίκο πρόκειται για «περιορισμένη, στοχευμένη και αναστρέψιμη ανακούφιση».
Τα πιο δύσκολα έπονται
«Αμφότεροι Ιρανοί και Αμερικανοί φάνηκαν να βγήκαν από τη αυτή τη μεταβατική συμφωνία χαμογελώντας. Αμφότεροι μπορούν να πουν ότι έλαβαν παραχωρήσεις, αλλά η πρακτική τους επίπτωση θα είναι περιορισμένη. Η πραγματική επιτυχία εδώ είναι ότι προετοιμάστηκε το έδαφος για περαιτέρω ουσιώδεις συνομιλίες» σχολιάζει ο διπλωματικός ανταποκριτής του BBC Τζόναθαν Μάρκους.
Ο πιο άμεσος κίνδυνος για τη συμφωνία έρχεται από τους σκληροπυρηνικούς στην Ουάσινγκτον και την Τεχεράνη, οι οποίοι μπορεί να επιχειρήσουν να την ανατρέψουν.
Ο Μπαράκ Ομπάμα συναντήθηκε την περασμένη εβδομάδα με γερουσιαστές αμφότερων Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών, ελπίζοντας να τους αποθαρρύνει από την επιβολή νέων κυρώσεων τη στιγμή που ο ίδιος αίρει κυρώσεις για να οδηγήσει το Ιράν σε συμφωνία (η άρση μπορεί να γίνει με προεδρικό διάταγμα, ώστε να μην καταφύγει ο Ομπάμα στο Κογκρέσο).
Όμως, ακόμη και ορισμένοι από τους πιο στενούς του συμμάχους δεν πείθονται, ενώ γερουσιαστές των Ρεπουμπλικανών, όπως ο Μπομπ Κρόκερ που διαθέτει μεγάλη επιρροή, εξέφρασαν ήδη ανησυχίες για το πλαίσιο της συμφωνίας προειδοποιώντας ότι θα παρακολουθούν, «ανακρίνουν» και θα καταστήσουν υπόλογη τη διακυβέρνηση.
Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων, δήλωσε πάντως πως η Γερουσία είναι πιθανόν να εξετάσει νομοθεσία που θα απειλεί την Τεχεράνη με κυρώσεις εάν δεν συμμορφωθεί με τη μεταβατική συμφωνία, αλλά θα αφήνει επίσης «παράθυρο» ενός εξαμήνου πριν οι όποιες πρόσθετες κυρώσεις τεθούν σε ισχύ.
Από ιρανικής πλευράς, οι Φρουροί της Επανάστασης ενδέχεται επίσης να επιχειρήσουν να σαμποτάρουν τη συμφωνία, επιχειρηματολογώντας ότι η ανακούφιση από τις κυρώσεις είναι μικρή και οι περιορισμοί στο βαθμό εμπλουτισμού ουρανίου επιβραδύνουν τις ιρανικές δυνατότητες.
Και φυσικά, υπάρχουν οι σύμμαχοι του Λευκού Οίκου, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία, που δεν κρύβουν ότι θεωρούν πως η διακυβέρνηση Ομπάμα τους «πούλησε». Για «κακή» συμφωνία και «ιστορικό λάθος» μίλησε εκ νέου την Κυριακή ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, ξεκαθαρίζοντας πως το Ισραήλ δεν δεσμεύεται από τη συμφωνία αυτή.
Όσο για την Σαουδική Αραβία, έχει υπαινιχθεί ότι εάν οι ΗΠΑ δεν καταφέρουν να εμποδίσουν το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, μπορεί να είναι καιρός για την ίδια να κινηθεί προς το Σχέδιο Β' -δικά της πυρηνικά όπλα, που θεωρητικά μπορεί να αποκτήσει από το Πακιστάν.
Ο Τζον Κέρι και η επικεφαλής της αμερικανικής αντιπροσωπείας διαπραγμάτευσης, Γουέντι Σέρμαν, τονίζουν ότι δεν έχουν ψευδαισθήσεις ότι αυτή η συμφωνία λύνει το ιρανικό ζήτημα. Ανοίγει απλά το χώρο για τις πραγματικές διαπραγματεύσεις, με στόχο να πειστεί το Ιράν πως ο μόνος τρόπος για την άρση των πιο επώδυνων κυρώσεων -που έχουν μειώσει στο μισό τα πετρελαϊκά του έσοδα- είναι να παροπλίσουν μεγάλα τμήματα ενός προγράμματος για το οποίο έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια, καθώς και την εθνική τους υπερηφάνεια, τονίζουν οι NY Times.
Μετά την επιστροφή του στην Ουάσινγκτον από τη Γενεύη, ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας επιχείρησε να καθησυχάσει-διαβεβαιώσει το Ισραήλ, λέγοντας από τους δέκτες του CNN ότι η συμφωνία με την Ισλαμική Δημοκρατία «από τώρα και τους επόμενους έξι μήνες θα καταστήσει στην πραγματικότητα το Ισραήλ πιο ασφαλές».
Ευαγγελία Μπίφη
Ουδείς έχει ψευδαισθήσεις ότι αυτή η συμφωνία λύνει το ιρανικό ζήτημα, ωστόσο η επιτυχία της Γενεύης είναι ότι άνοιξε το δρόμο για να ακολουθήσει το επόμενο εξάμηνο η πραγματική διαπραγμάτευση με το Ιράν.
Η μεταβατική συμφωνία δεν «εξουδετερώνει» το μεγαλύτερο κομμάτι της τεχνολογικής προόδου που έχει επιτύχει το Ιράν την τελευταία πενταετία, και η οποία έχει μειώσει δραστικά το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί για την κατασκευή πυρηνικής βόμβας εφόσον ο ανώτατος πνευματικός ηγέτης του Ιράν (ο οποίος έχει τον τελικό λόγο στο ζήτημα των πυρηνικών) ή οι Ένοπλες Δυνάμεις αποφασίσουν να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο.
Ωστόσο, φέρνει τη διακυβέρνηση Ομπάμα ένα βήμα πιο κοντά στον τελικό της στόχο: Να επιμηκύνει χρονικά αυτήν ακριβώς την περίοδο, ώστε οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους να έχουν το χρόνο να αντιδράσουν, όπως υπογραμμίζει ο Ντέιβιντ Σάντζερ στην ανάλυση που υπογράφει στους New York Times.
Παράλληλα η συμφωνία -η οποία έχει διάρκεια «ζωής» έξι μηνών- δημιουργεί τη βάση για μία πιο μόνιμη λύση στη διαμάχη με το Ιράν που «μετρά» σχεδόν όσο και ο Ψυχρός Πόλεμος, προσθέτει ο βρετανικός Economist, μιλώντας για μία συμφωνία «μέτρια, αλλά παρ' όλα αυτά ιστορική». Αυτή είναι και η πλέον κρίσιμη αποστολή, την οποία θα αναλάβουν το προσεχές εξάμηνο οι αντιπροσωπείες των εμπλεκόμενων στη διαπραγμάτευση χωρών.
Τα σημεία-κλειδιά της συμφωνίας της Γενεύης
Το πλαίσιο συμφωνίας, στο οποίο κατέληξαν τα πέντε μόνιμα κράτη-μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Κίνα και Ρωσία) και η Γερμανία, περιορίζει και «παγώνει» -δεν τερματίζει- δραστηριότητες του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος και κυρίως τον εμπλουτισμό ουρανίου. Ως αντάλλαγμα έρχεται για το Ιράν «περιορισμένη και στοχευμένη» αναστολή κυρώσεων ύψους 7 δισ. δολαρίων.
Το Ιράν δεσμεύεται ότι για περίοδο έξι μηνών θα σταματήσει να εμπλουτίζει ουράνιο σε ποσοστό άνω του 5%. Το «κλειδί» εδώ είναι ότι αναγνωρίζεται εμμέσως το δικαίωμα του Ιράν να συνεχίσει τον εμπλουτισμό ουρανίου σε ποσοστό κάτω του 5% που επαρκεί για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά απαιτείται περαιτέρω επεξεργασία για κατασκευή πυρηνικού όπλου, όπως επισημαίνει και το δίκτυο France 24.
Η ιρανική αντιπροσωπεία επεδίωξε ρητή αναφορά στη συμφωνία στο «δικαίωμα του Ιράν στον εμπλουτισμό», γεγονός που οι Ηνωμένες Πολιτείες απέκρουσαν.
Η Ισλαμική Δημοκρατία συμφώνησε, επίσης, ότι το απόθεμά της σε ουράνιο εμπλουτισμένο σε ποσοστό 20% είτε θα αραιωθεί, είτε θα μετατραπεί σε οξείδιο του ουρανίου, το οποίο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί άμεσα για στρατιωτικούς σκοπούς. Προκειμένου να συμβεί αυτό, το Ιράν θα αποσυναρμολογήσει τις συνδέσεις μεταξύ διαφορετικών δικτύων με φυγόκεντρους ώστε να μην είναι εύκολο να εμπλουτιστεί το ουράνιο σε υψηλότερο ποσοστό.
Παράλληλα, η Τεχεράνη δεσμεύεται ότι δεν θα εγκαταστήσει νέες συσκευές φυγοκέντρησης, δεν θα θέσει σε λειτουργία συσκευές φυγοκέντρησης που αυτή τη στιγμή είναι αδρανείς, ούτε θα κατασκευάσει νέες εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου.
Η συμφωνία δεν υποχρεώνει το Ιράν να διακόψει τη λειτουργία υπάρχοντων συσκευών φυγοκέντρησης.
Η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας λαμβάνει «καθημερινή πρόσβαση» να επιθεωρεί τις εγκαταστάσεις στις δύο κεντρικές εγκαταστάσεις της Νατάνζ και του Φορντό. Οι επιθεωρητές θα λάβουν επίσης σχέδια και συχνή πρόσβαση στον αμφιλεγόμενο αντιδραστήρα βαρέως ύδατος στο Αράκ, όπου πιστεύεται ότι μπορεί να παραχθεί πλουτώνιο, και όπου το Ιράν δεσμεύεται βάσει της συμφωνίας ότι δεν υπάρξει περαιτέρω ανάπτυξη.
Ως αντάλλαγμα της εφαρμογής των συμφωνηθέντων, δεν θα επιβληθούν στην Τεχεράνη νέες κυρώσεις το επόμενο εξάμηνο και θα δοθεί «ανακούφιση» από τις κυρώσεις, ύψους 7 δισ. δολαρίων, σε τομείς που περιλαμβάνουν τα πολύτιμα μέταλλα. Κατά τον Λευκό Οίκο πρόκειται για «περιορισμένη, στοχευμένη και αναστρέψιμη ανακούφιση».
Τα πιο δύσκολα έπονται
«Αμφότεροι Ιρανοί και Αμερικανοί φάνηκαν να βγήκαν από τη αυτή τη μεταβατική συμφωνία χαμογελώντας. Αμφότεροι μπορούν να πουν ότι έλαβαν παραχωρήσεις, αλλά η πρακτική τους επίπτωση θα είναι περιορισμένη. Η πραγματική επιτυχία εδώ είναι ότι προετοιμάστηκε το έδαφος για περαιτέρω ουσιώδεις συνομιλίες» σχολιάζει ο διπλωματικός ανταποκριτής του BBC Τζόναθαν Μάρκους.
Ο πιο άμεσος κίνδυνος για τη συμφωνία έρχεται από τους σκληροπυρηνικούς στην Ουάσινγκτον και την Τεχεράνη, οι οποίοι μπορεί να επιχειρήσουν να την ανατρέψουν.
Ο Μπαράκ Ομπάμα συναντήθηκε την περασμένη εβδομάδα με γερουσιαστές αμφότερων Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών, ελπίζοντας να τους αποθαρρύνει από την επιβολή νέων κυρώσεων τη στιγμή που ο ίδιος αίρει κυρώσεις για να οδηγήσει το Ιράν σε συμφωνία (η άρση μπορεί να γίνει με προεδρικό διάταγμα, ώστε να μην καταφύγει ο Ομπάμα στο Κογκρέσο).
Όμως, ακόμη και ορισμένοι από τους πιο στενούς του συμμάχους δεν πείθονται, ενώ γερουσιαστές των Ρεπουμπλικανών, όπως ο Μπομπ Κρόκερ που διαθέτει μεγάλη επιρροή, εξέφρασαν ήδη ανησυχίες για το πλαίσιο της συμφωνίας προειδοποιώντας ότι θα παρακολουθούν, «ανακρίνουν» και θα καταστήσουν υπόλογη τη διακυβέρνηση.
Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων, δήλωσε πάντως πως η Γερουσία είναι πιθανόν να εξετάσει νομοθεσία που θα απειλεί την Τεχεράνη με κυρώσεις εάν δεν συμμορφωθεί με τη μεταβατική συμφωνία, αλλά θα αφήνει επίσης «παράθυρο» ενός εξαμήνου πριν οι όποιες πρόσθετες κυρώσεις τεθούν σε ισχύ.
Από ιρανικής πλευράς, οι Φρουροί της Επανάστασης ενδέχεται επίσης να επιχειρήσουν να σαμποτάρουν τη συμφωνία, επιχειρηματολογώντας ότι η ανακούφιση από τις κυρώσεις είναι μικρή και οι περιορισμοί στο βαθμό εμπλουτισμού ουρανίου επιβραδύνουν τις ιρανικές δυνατότητες.
Και φυσικά, υπάρχουν οι σύμμαχοι του Λευκού Οίκου, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία, που δεν κρύβουν ότι θεωρούν πως η διακυβέρνηση Ομπάμα τους «πούλησε». Για «κακή» συμφωνία και «ιστορικό λάθος» μίλησε εκ νέου την Κυριακή ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, ξεκαθαρίζοντας πως το Ισραήλ δεν δεσμεύεται από τη συμφωνία αυτή.
Όσο για την Σαουδική Αραβία, έχει υπαινιχθεί ότι εάν οι ΗΠΑ δεν καταφέρουν να εμποδίσουν το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, μπορεί να είναι καιρός για την ίδια να κινηθεί προς το Σχέδιο Β' -δικά της πυρηνικά όπλα, που θεωρητικά μπορεί να αποκτήσει από το Πακιστάν.
Ο Τζον Κέρι και η επικεφαλής της αμερικανικής αντιπροσωπείας διαπραγμάτευσης, Γουέντι Σέρμαν, τονίζουν ότι δεν έχουν ψευδαισθήσεις ότι αυτή η συμφωνία λύνει το ιρανικό ζήτημα. Ανοίγει απλά το χώρο για τις πραγματικές διαπραγματεύσεις, με στόχο να πειστεί το Ιράν πως ο μόνος τρόπος για την άρση των πιο επώδυνων κυρώσεων -που έχουν μειώσει στο μισό τα πετρελαϊκά του έσοδα- είναι να παροπλίσουν μεγάλα τμήματα ενός προγράμματος για το οποίο έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια, καθώς και την εθνική τους υπερηφάνεια, τονίζουν οι NY Times.
Μετά την επιστροφή του στην Ουάσινγκτον από τη Γενεύη, ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας επιχείρησε να καθησυχάσει-διαβεβαιώσει το Ισραήλ, λέγοντας από τους δέκτες του CNN ότι η συμφωνία με την Ισλαμική Δημοκρατία «από τώρα και τους επόμενους έξι μήνες θα καταστήσει στην πραγματικότητα το Ισραήλ πιο ασφαλές».
Ευαγγελία Μπίφη
Newsroom ΔΟΛ