Στα πρόσφατα επίσημα στοιχεία για τα ποσοστά ανεργίας στη χώρα μας που δημοσίευσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή τον περασμένο μήνα, παρά το γεγονός ότι στις περισσότερες ηλικιακές ομάδες κατεγράφη μικρή μείωση, στις ηλικίες που βρίσκονται κοντά στη σύνταξη διαπιστώθηκε αύξηση σε ποσοστό 1,2%. Μέσα στην τρικυμία της ύφεσης, με τη βύθιση της οικονομικής δραστηριότητας όλων των κλάδων, αυτή η άνοδος ίσως φαντάζει σχεδόν αμελητέα σημασίας, αλλά προτού κανείς προβεί σε ένα τέτοιο συμπέρασμα θα πρέπει να εξετάσει μια πολύ σημαντική παράμετρο.
Τα άτομα αυτού του ηλικιακού γκρουπ αντιμετωπίζουν περαιτέρω δυσκολίες στην εύρεση νέας εργασίας καθώς η ηλικία τους αποτελεί τροχοπέδη στην επαναπρόσληψή τους, ενώ η εργασιακή εμπειρία που ενδεχομένως διαθέτουν όχι μόνο δεν αποτελεί υψηλό κίνητρο για τους εργοδότες αλλά αντίθετα αποτρεπτικό στοιχείο καθώς άτομα με πολλά έτη προϋπηρεσίας έχουν μεγαλύτερο μισθολογικό κόστος. Θεωρούνται, λοιπόν, κατά τη γνωστή λαϊκή ρήση, «ξοφλημένοι».
Ερευνα της PricewaterhouseCoopers (PwC) ωστόσο όχι μόνο καταρρίπτει αυτόν τον χαρακτηρισμό αλλά υποστηρίζει ότι τα κράτη μπορούν να ενισχύσουν με εκατομμύρια τα δημόσια ταμεία τους αν αξιοποιήσουν στο μέγιστο τις δυνατότητες του μεγαλύτερου σε ηλικία εργατικού δυναμικού. Ο «δείκτης της χρυσής ηλικίας» που εκπόνησαν οι αναλυτές της γνωστής εταιρείας συμβούλων αποτελεί το σταθμικό μέσο μιας σειράς δεικτών (όπως η ανεργία, τα έσοδα και η εκπαίδευση) και αντανακλά την επίδραση που έχουν στην αγορά εργασίας οι εργαζόμενοι άνω των 55 ετών σε 34 χώρες μέλη του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ), καθώς και το κατά πόσο τα κράτη αξιοποιούν την οικονομική δύναμη των μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζομένων. Τα αποτελέσματα είναι μάλλον εντυπωσιακά. Αρκεί να αναφέρει κανείς ότι, αν στη Βρετανία το ποσοστό απασχόλησης των εργαζομένων ηλικίας μεταξύ 55 και 69 χρόνων ήταν στο ίδιο επίπεδο με τη Σουηδία, τη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης με το μεγαλύτερο αντίστοιχο ποσοστό, το βρετανικό ΑΕΠ θα ενισχυόταν κατά περίπου 5,4% ή 100 δισ. στερλίνες! Αξίζει να σημειωθεί δε ότι η Βρετανία βρίσκεται στη 19η θέση της κατάταξης ενώ η Σουηδία στην τρίτη.
Η Σουηδία έχει καθιερώσει ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων μετά το 1990 για να ενθαρρύνει τους πολίτες της να παραμείνουν στην εργασία για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και έχει μερικά από τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας, ιδιαίτερα μεταξύ των γυναικών. Παράλληλα η σκανδιναβική χώρα έχει εφαρμόσει φορολογικές ελαφρύνσεις για τους εργοδότες που προσλαμβάνουν εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας, γράφει ο «Guardian».
Την πρώτη θέση στον τελικό κατάλογο που διαμόρφωσε η PwC καταλαμβάνει η Ισλανδία (μόνη πρώτη από το 2003), ακολουθούμενη από τη Νέα Ζηλανδία και τη Σουηδία. Το Ισραήλ και η Χιλή επίσης σημειώνουν σημαντική άνοδο καθώς τα ποσοστά απασχόλησης ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας στις χώρες αυτές αυξάνονται συνεχώς. Την πρώτη δεκάδα των χωρών που πρωτοπορούν στον τομέα της αξιοποίησης του εργατικού δυναμικού μεγαλύτερης ηλικίας ολοκληρώνουν οι ΗΠΑ, η Κορέα, η Ιαπωνία και η Εσθονία.
Αντίθετα, η Ελλάδα μαζί με τη γειτονική Τουρκία είναι οι χώρες που σημείωσαν τη μεγαλύτερη πτώση. Η χώρα μας, που βρίσκεται πλέον στην 29η θέση, μόλις πέντε θέσεις από το τέλος, έχασε επτά θέσεις από το 2007 (22η θέση) και δέκα θέσεις την τελευταία δεκαετία (19η θέση το 2003).
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της PwC και ένας από τους συντάκτες της έκθεσης Τζον Χόκσγουορθ επισημαίνει ότι, «δεδομένης της γήρανσης των πληθυσμών του ανεπτυγμένου κόσμου, είναι σημαντικό οι χώρες να αξιοποιούν καλύτερα τους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζομένους με στόχο την ενίσχυση της οικονομίας και τη χρηματοδότηση των κρατικών δαπανών συνταξιοδότησης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης».
Σύμφωνα με τα γενικά συμπεράσματα της έρευνας, οι εθνικές κυβερνήσεις θα μπορούσαν να λάβουν ορισμένα μέτρα (περαιτέρω μεταρρύθμιση των κρατικών συνταξιοδοτικών συστημάτων με στόχο την ενθάρρυνση της αργότερης συνταξιοδότησης, δημιουργία οικονομικών κινήτρων για την παραμονή των μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζομένων στον εργασιακό στίβο ή την εκ νέου είσοδό τους σε αυτόν, ενθάρρυνση των προσλήψεων μεγαλύτερων εργαζομένων κ.ά.) ώστε να βελτιώσουν το ποσοστό απασχόλησης ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας. Από την πλευρά τους, οι επιχειρήσεις που αξιοποιούν καλύτερα τις ικανότητες και την εμπειρία των μεγαλύτερων εργαζομένων μπορούν να εξασφαλίσουν ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε μια εποχή που και η μέση ηλικία των πελατών αυξάνεται.
TO BHMA