Αθήνα
Βαριές ευθύνες επιρρίπτει το υπουργείο Εξωτερικών στην Τουρκία, κατηγορώντας την ότι «οδήγησε σε αδιέξοδο» και «τίναξε στο αέρα» τη Διεθνή Διάσκεψη για την Κύπρο στο Κραν Μοντανά αποκαλύπτοντας και επιβεβαιώνοντας τις πραγματικές της προθέσεις «που στρέφονται ενάντια στο διεθνές δίκαιο και τις αποφάσεις του ΟΗΕ».
Το υπουργείο Εξωτερικών, με ανακοίνωσή του, απαντώντας, εμμέσως πλην σαφώς, στην ανοίκεια και ανήθικη επίθεση που εξαπέλυσε το τουρκικό ΥΠΕΞ κατά του υπουργού Νίκου Κοτζιά, αποκαλύπτει σκληρές αλήθειες και γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο πλαίσιο των συνομιλιών και ειδικότερα στο κρίσιμο δείπνο της 6ης Ιουλίου, όπου έκλεισε τελεσίδικα η αυλαία των διαπραγματεύσεων.
Απευθύνει έκκληση προς όλα τα μέρη της Διάσκεψης «να δείξουν υπευθυνότητα, σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και αυτοσυγκράτηση» και τονίζει ότι «η Ελλάδα θα συνεχίσει να εργάζεται ανυποχώρητα με όλα τα μέσα που διαθέτει, για μία δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού σε στενή συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία, τον ΟΗΕ και την Ευρωπαϊκή Ένωση».
«Η Ελλάδα» αναφέρει η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ «προσήλθε στη Διάσκεψη στο Κραν Μοντανά αποφασισμένη να συμβάλει με όλους τους δυνατούς τρόπους στη λύση του Κυπριακού και με την ελπίδα ότι όλοι θα ενεργήσουν σε μια τέτοια κατεύθυνση» επισημαίνοντας ότι «η συμπεριφορά της Τουρκίας διέψευσε όλους όσοι είχαν ελπίσει ότι κάτι θα άλλαζε στη στάση της. Η Τουρκία, όπως εγκατέλειψε την πρώτη Διάσκεψη της Γενεύης, έτσι τίναξε στον αέρα και τη δεύτερη».
Και προσθέτει: «Η Τουρκία οδήγησε τη διάσκεψη του Κραν Μοντανά σε αδιέξοδο. Χαρακτηριστικότατο γεγονός αυτής της στάσης της ήταν η αποκαλυπτική συμπεριφορά της κατά τη διάρκεια του δείπνου της 6ης Ιουλίου, όταν ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ δήλωσε την πρόθεσή του να αποτυπώσει εγγράφως τις συγκλίσεις που είχαν επιτευχθεί. Στόχος του ήταν να διαμορφώσει ένα πλαίσιο συμφωνίας, προκειμένου να συνεχιστούν και με τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας, οι καταληκτικές διαπραγματεύσεις στη Νέα Υόρκη. Κάτι τέτοιο δεν κατέστη δυνατό διότι όταν ήρθε η στιγμή της κρίσης για τη Διάσκεψη, η Τουρκία καθέτως αρνήθηκε να επιτρέψει τη γραπτή καταγραφή σειράς υποσχέσεων που είχε κάνει στον Γενικό Γραμματέα».
Περιγράφοντας περαιτέρω την κατάσταση όπως αυτή διαμορφώθηκε σημειώνει ότι «η τουρκική πλευρά αρνήθηκε κατηγορηματικά να αποδεχθεί την κατάργηση των ανύπαρκτων παρεμβατικών «δικαιωμάτων» που επικαλείται. Κατάργηση που λίγο πριν, σε διμερή της συνάντηση με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, είχε αφήσει να εννοηθεί ότι θα αποδεχόταν στο δείπνο που ακολουθούσε. Και αυτό διότι γνώριζε ότι όλοι οι συμμετέχοντες πέραν της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων απαιτούσαν την κατάργησή τους».
Τρεις μέρες πριν, υπενθυμίσει στη συνέχεια το ΥΠΕΞ, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών είχε ωμά αποκαλύψει τη θέση της Τουρκίας σύμφωνα με την οποία η 'Άγκυρα «χρειάζεται τα δικαιώματα αυτά προκειμένου να μπορεί να επεμβαίνει σε όλη την Κύπρο, όποτε η ίδια το κρίνει σκόπιμο».
Όπως «αποκάλυψε επίσης η τουρκική πλευρά, κατά τη διάρκεια του δείπνου της 6ης Ιουλίου ότι θέλει να συνεχίσει τις παραβιάσεις στο όνομα της Συνθήκης Εγγυήσεων, να διασφαλίσει και να διαιωνίσει τη στρατιωτική της παρουσία στην Κύπρο. Και όλα αυτά, παρά τις αντίθετες υποσχέσεις που είχε δώσει στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ το απόγευμα της Πέμπτης 6ης Ιουλίου. Υποσχέσεις που εκ των υστέρων αποκαλύπτονται ως προσπάθεια δημιουργίας εσφαλμένων εντυπώσεων ότι ήταν δήθεν διατεθειμένη να διαπραγματευτεί. Όμως το ψέμα έχει πάντα κοντά ποδάρια και η αλήθεια βρίσκει πάντα δρόμο να αποκαλύπτεται».
Και προσθέτει η ανακοίνωση: «Μόλις η Τουρκία βρέθηκε ενώπιον της πρότασης του Γενικού Γραμματέα για δεσμευτική γραπτή καταγραφή των εν δυνάμει συμβιβασμών, αναγκάστηκε να αποκαλύψει και παραδεχτεί τις πραγματικές θέσεις και προθέσεις της» αποδεικνύοντας αφενός ότι «καθ' όλη τη διάρκεια των πολυμερών διαπραγματεύσεων, δεν είχε καμιά πρόθεση να συμβιβαστεί» και αφετέρου ότι «με τη στάση της επεδίωκε να εξαπατήσει τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ", με αποτέλεσμα "αμέσως μετά από αυτές τις αποκαλυπτικές εξελίξεις ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ αναγκάστηκε να κηρύξει, άνευ κάθε χρονοτριβής, το τέλος της Διασκέψεως».
Το υπουργείο Εξωτερικών, με ανακοίνωσή του, απαντώντας, εμμέσως πλην σαφώς, στην ανοίκεια και ανήθικη επίθεση που εξαπέλυσε το τουρκικό ΥΠΕΞ κατά του υπουργού Νίκου Κοτζιά, αποκαλύπτει σκληρές αλήθειες και γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο πλαίσιο των συνομιλιών και ειδικότερα στο κρίσιμο δείπνο της 6ης Ιουλίου, όπου έκλεισε τελεσίδικα η αυλαία των διαπραγματεύσεων.
Απευθύνει έκκληση προς όλα τα μέρη της Διάσκεψης «να δείξουν υπευθυνότητα, σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και αυτοσυγκράτηση» και τονίζει ότι «η Ελλάδα θα συνεχίσει να εργάζεται ανυποχώρητα με όλα τα μέσα που διαθέτει, για μία δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού σε στενή συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία, τον ΟΗΕ και την Ευρωπαϊκή Ένωση».
«Η Ελλάδα» αναφέρει η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ «προσήλθε στη Διάσκεψη στο Κραν Μοντανά αποφασισμένη να συμβάλει με όλους τους δυνατούς τρόπους στη λύση του Κυπριακού και με την ελπίδα ότι όλοι θα ενεργήσουν σε μια τέτοια κατεύθυνση» επισημαίνοντας ότι «η συμπεριφορά της Τουρκίας διέψευσε όλους όσοι είχαν ελπίσει ότι κάτι θα άλλαζε στη στάση της. Η Τουρκία, όπως εγκατέλειψε την πρώτη Διάσκεψη της Γενεύης, έτσι τίναξε στον αέρα και τη δεύτερη».
Και προσθέτει: «Η Τουρκία οδήγησε τη διάσκεψη του Κραν Μοντανά σε αδιέξοδο. Χαρακτηριστικότατο γεγονός αυτής της στάσης της ήταν η αποκαλυπτική συμπεριφορά της κατά τη διάρκεια του δείπνου της 6ης Ιουλίου, όταν ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ δήλωσε την πρόθεσή του να αποτυπώσει εγγράφως τις συγκλίσεις που είχαν επιτευχθεί. Στόχος του ήταν να διαμορφώσει ένα πλαίσιο συμφωνίας, προκειμένου να συνεχιστούν και με τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας, οι καταληκτικές διαπραγματεύσεις στη Νέα Υόρκη. Κάτι τέτοιο δεν κατέστη δυνατό διότι όταν ήρθε η στιγμή της κρίσης για τη Διάσκεψη, η Τουρκία καθέτως αρνήθηκε να επιτρέψει τη γραπτή καταγραφή σειράς υποσχέσεων που είχε κάνει στον Γενικό Γραμματέα».
Περιγράφοντας περαιτέρω την κατάσταση όπως αυτή διαμορφώθηκε σημειώνει ότι «η τουρκική πλευρά αρνήθηκε κατηγορηματικά να αποδεχθεί την κατάργηση των ανύπαρκτων παρεμβατικών «δικαιωμάτων» που επικαλείται. Κατάργηση που λίγο πριν, σε διμερή της συνάντηση με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, είχε αφήσει να εννοηθεί ότι θα αποδεχόταν στο δείπνο που ακολουθούσε. Και αυτό διότι γνώριζε ότι όλοι οι συμμετέχοντες πέραν της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων απαιτούσαν την κατάργησή τους».
Τρεις μέρες πριν, υπενθυμίσει στη συνέχεια το ΥΠΕΞ, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών είχε ωμά αποκαλύψει τη θέση της Τουρκίας σύμφωνα με την οποία η 'Άγκυρα «χρειάζεται τα δικαιώματα αυτά προκειμένου να μπορεί να επεμβαίνει σε όλη την Κύπρο, όποτε η ίδια το κρίνει σκόπιμο».
Όπως «αποκάλυψε επίσης η τουρκική πλευρά, κατά τη διάρκεια του δείπνου της 6ης Ιουλίου ότι θέλει να συνεχίσει τις παραβιάσεις στο όνομα της Συνθήκης Εγγυήσεων, να διασφαλίσει και να διαιωνίσει τη στρατιωτική της παρουσία στην Κύπρο. Και όλα αυτά, παρά τις αντίθετες υποσχέσεις που είχε δώσει στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ το απόγευμα της Πέμπτης 6ης Ιουλίου. Υποσχέσεις που εκ των υστέρων αποκαλύπτονται ως προσπάθεια δημιουργίας εσφαλμένων εντυπώσεων ότι ήταν δήθεν διατεθειμένη να διαπραγματευτεί. Όμως το ψέμα έχει πάντα κοντά ποδάρια και η αλήθεια βρίσκει πάντα δρόμο να αποκαλύπτεται».
Και προσθέτει η ανακοίνωση: «Μόλις η Τουρκία βρέθηκε ενώπιον της πρότασης του Γενικού Γραμματέα για δεσμευτική γραπτή καταγραφή των εν δυνάμει συμβιβασμών, αναγκάστηκε να αποκαλύψει και παραδεχτεί τις πραγματικές θέσεις και προθέσεις της» αποδεικνύοντας αφενός ότι «καθ' όλη τη διάρκεια των πολυμερών διαπραγματεύσεων, δεν είχε καμιά πρόθεση να συμβιβαστεί» και αφετέρου ότι «με τη στάση της επεδίωκε να εξαπατήσει τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ", με αποτέλεσμα "αμέσως μετά από αυτές τις αποκαλυπτικές εξελίξεις ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ αναγκάστηκε να κηρύξει, άνευ κάθε χρονοτριβής, το τέλος της Διασκέψεως».
Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ