1918 Ελληνικες εφημεριδες
«Η γρίπη, ισπανική ή όχι, υφίσταται πλέον και στη χώρα μας. Εις Ελβετίαν όμως κάνει θραύσιν. Αι τελευταίαι εφημερίδες είναι γεμάται από τραγικωτάτας λεπτομερείας. Εις μίαν μικράν φρουράν, αίφνης, απέθαναν εντός εβδομάδος δώδεκα άτομα, εννέα στρατιωτικοί, τρεις ιδιώται.
Αξιωματικοί, βουλευταί, γνωσταί κυρίαι του κόσμου απεβίωσαν εντός ολίγων ημερών από γρίπην βαρυτάτης μορφής. Ολόκληρα συντάγματα προσεβλήθησαν και εστρώθησαν "ψάθα" εις τα νοσοκομεία. Ωρισμένα τραμ εσταμάτησαν ελλείψει υπαλλήλων, κατακειμένων όλων! Οι κινηματογράφοι έκλεισαν διά να μη μεταδίδεται το μόλυσμα. Τα σχολεία επίσης. Αι εορταί κατηργήθησαν, αι συγκεντρώσεις εις κλειστούς χώρους απηγορεύθησαν, γίνεται δε σκέψις αναβολής και αυτών... των δημοτικών εκλογών!».
Αυτά έγραφε η εφημερίδα «Θεσσαλία» τον Ιούλιο του 1918. «Γιατί φοβόμαστε τη γρίπη;» τιτλοφορείται ο νέος συλλογικός τόμος που θα κυκλοφορήσει αύριο από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, σε επιμέλεια του Κ. Ι. Γουργουλιάνη, καθηγητή Πνευμονολογίας και πρύτανη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Υπότιτλος του βιβλίου, «Από την εξάπλωση των λοιμώξεων στην πανδημία της γρίπης. Η ιστορία επαναλαμβάνεται», το οποίο ανατρέχει στην εξάπλωση και αντιμετώπιση των λοιμωδών νοσημάτων κατά τον 20ό αιώνα, στην κάλυψή τους από τον Τύπο, και συνοδεύεται από οπτικά ντοκουμέντα και αρχειακό υλικό.
«Η ιστορία επαναλαμβάνεται» στον υπότιτλο; «Ναι, διότι είναι πολλά τα κοινά με όσα συνέβησαν το 1918, όταν ξέσπασε η πανδημία της λεγόμενης ισπανικής γρίπης», αποκρίνεται ο Κ. Ι. Γουργουλιάνης. «Ιδια ήταν και η συμπεριφορά του κόσμου τότε, επικρατούσε φοβία, σχολεία έκλεισαν, η ασθένεια χρησιμοποιήθηκε πολιτικά, η γριποφοβία οδήγησε σε απολύσεις από εργοστάσια, από καφέ, από χώρους με μεγάλη συγκέντρωση ανθρώπων. Στο βιβλίο αναφερόμαστε ειδικά στα καπνεργοστάσια του Βόλου, όπου εργαζόταν πολύς κόσμος και γι' αυτό πολύς κόσμος έχασε τη δουλειά του τότε. Επίσης, και τότε έλεγαν ότι καλό κάνει το σκόρδο και το κρεμμύδι».
Για το χρονικό της ισπανικής γρίπης (ήταν η πιο φονική και έπληξε την υφήλιο το χρονικό διάστημα 1918-1919. Οι βιβλιογραφικές αναφορές κάνουν λόγο για τρία επιδημικά κύματα της γρίπης στην Ευρώπη -το πρώτο τον Μάρτιο του 1918, το δεύτερο, κατά το οποίο σημειώθηκαν και οι περισσότεροι θάνατοι, από τα τέλη Σεπτεμβρίου έως τον Νοέμβριο του 1918, και το τρίτο τον Μάρτιο του 1919) η Φωτεινή Καραχάλιου σημειώνει στο βιβλίο:
«Στις 19 Ιουλίου του 1918, σε άρθρο με τίτλο "Η ισπανική γρίπη", έχουμε την πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά για την εμφάνιση της γρίπης στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Πάτρα, όπου μερικές μέρες νωρίτερα εκδηλώθηκαν κρούσματα γρίπης η οποία σε κάποιες περιπτώσεις παρουσίαζε κακοήθη χαρακτήρα. Οι γιατροί της εποχής χαρακτηρίζουν τη γρίπη όμοια με αυτήν που έχει εμφανιστεί στην Ισπανία, από όπου έχει πάρει και το όνομά της, ενώ για την προέλευση της νόσου αυτής στην Πάτρα κυκλοφορεί η πληροφορία ότι είκοσι πέντε μέρες νωρίτερα στο εκεί καπνοκοπτήριο εισήχθησαν πέντε κιβώτια συσκευασμένου καπνού που προέρχονταν από τη Θεσσαλονίκη και είχαν σφραγιστεί εκεί από το δημόσιο προκειμένου να δοθούν στην κατανάλωση. Κατά την αποσφράγιση των κιβωτίων αυτών στο καπνοκοπτήριο της Πάτρας παρών ήταν ο διευθυντής Καντερές και άλλοι δεκαπέντε εργάτες.
Την επόμενη μέρα από την αποσφράγιση των κιβωτίων ο διευθυντής αρρώστησε από νόσο με συμπτώματα όμοια με αυτά της ισπανικής γρίπης, και τέσσερις μέρες αργότερα απεβίωσε. Τη μεθεπομένη του θανάτου του απεβίωσε από τους εργάτες του καπνοκοπτηρίου ο Γ. Τριανταφυλλόπουλος, ενώ οι περισσότεροι εργάτες του εργοστασίου -αν όχι όλοι- αρρώστησαν με γρίπη».
Υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για τη χώρα προέλευσης του φονικού ιού, γνωρίζουμε ότι η γρίπη δεν ξεκίνησε από την Ισπανία, αλλά πιθανότατα από την Κίνα ή από τη Γαλλία, και αίτιό της ήταν ο ιός Η1Ν1. Αγνωστος είναι και ο ακριβής αριθμός των ατόμων που νόσησαν. Πηγές όμως αναφέρουν ότι από αυτούς απεβίωσε το 20%-40%. Συγκλονιστικό είναι επίσης το γεγονός ότι τα άτομα που προσβάλλονταν είχαν ταχεία εξέλιξη και απεβίωναν σε λιγότερες από 24 ώρες, παρ' όλο που προσβλήθηκαν και άτομα νεαρής ηλικίας. Βέβαια στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσουμε τις δραματικές συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή εκείνη: ανεπαρκείς μονάδες νοσηλείας, έλλειψη αντιβιοτικών, ανύπαρκτες μονάδες εντατικής θεραπείας, κακές συνθήκες υγιεινής, συγχρωτισμός και διαβίωση πολλών ατόμων σε μικρούς χώρους, και όλα αυτά με φόντο τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχουν αναφορές για την ιστορία της γρίπης και την πορεία που διέγραψε στην Αμερική και την Ευρώπη. Λίγα πράγματα όμως είναι γνωστά για τη χώρα μας, και ειδικότερα για την περιφέρεια.
Η «Θεσσαλία», με βάση τις οδηγίες των ελβετικών εφημερίδων, γράφει: «Η ασθένεια μεταδίδεται διά των πτυέλων και εν γένει των σταγονιδίων σιέλου όταν ο άρρωστος βήχη. Μεταδίδεται επίσης από τας ακαθαρσίας της ρινός». Κατά συνέπεια απαγορεύεται η επικοινωνία με τους ασθενείς, ενώ τα μαντίλια πρέπει να βράζονται πριν χρησιμοποιηθούν ξανά. Συστήνεται απόλυτη προφύλαξη σε όσους πάσχουν από νοσήματα των βρόγχων και των πνευμόνων και όσους αναρρώνουν από πρόσφατο κρυολόγημα. Επίσης συστήνεται προφύλαξη μέχρι την πλήρη ανάρρωση, διότι οι επιπλοκές της πλευρίτιδας και της πνευμονίας που παρουσιάζει η γρίπη αυτή, και οι οποίες προκαλούν τους περισσότερους θανάτους στην Ελβετία, οφείλονται στην πρόωρη έγερση των ασθενών.
«Στο φύλλο της 7ης Οκτωβρίου» σημειώνει η κ. Καραχάλιου, «καταγράφεται ότι οι αρχές του Βόλου άρχισαν από χθες να λαμβάνουν δραστικά μέτρα για τον κίνδυνο μετάδοσης της γρίπης και στην πόλη τους. Μία μέρα αργότερα το υπουργείο Εσωτερικών αποστέλλει προς τις αρχές του κράτους τηλεγραφική εγκύκλιο με λεπτομερείς οδηγίες για την προφύλαξη του κοινού από τη γρίπη, που πλέον χαρακτηρίζεται ως πανδημία.
Σύμφωνα με αυτές, γνωστοποιείται στο κοινό ότι τα μικρόβια της νόσου εισέρχονται στον οργανισμό από το στόμα, και γενικά από το αναπνευστικό σύστημα, και ότι οι γαργαρισμοί κυρίως με οξυγονούχο ύδωρ και οι αντισηπτικές εισπνοές μπορούν να έχουν κάποια προληπτική δράση. Επίσης η νόσος μεταδίδεται με τον βήχα και με τα εκπεμπόμενα από το στόμα σταγονίδια. Συστήνεται λοιπόν η αποφυγή των ψύξεων και της υπερκόπωσης, καθώς και των συγκεντρώσεων κάθε είδους, η διακοπή των μαθημάτων στα σχολεία και η σχολαστική διατήρηση της καθαριότητας των εσωρούχων και των χεριών. Προπαντός συστήνεται η αποφυγή συγχρωτισμού με κάθε άνθρωπο που εμφανίζει έστω και ελάχιστα συμπτώματα γρίπης».
Σε άλλο άρθρο της η εφημερίδα τονίζει τις κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις της γριποφοβίας. «Δεν πρόκειται μόνο για την αδικαιολόγητη καταστροφή πέντε-δέκα καφενείων, ούτε των 300 καλλιτεχνών του θεάτρου που είναι καταδικασμένοι να στερηθούν τον επιούσιο. Κλονίζεται η οικονομική ζωή ολόκληρης της πόλης. Πριν απ' όλους αυτοί που διατρέχουν κίνδυνο να πέσουν θύματα της γριποφοβίας είναι οι υπάλληλοι των καφενείων.
Ακολουθούν οι εργατικές τάξεις, που είναι και αυτές καταδικασμένες να υποστούν τις συνέπειες του πανικού. Γιατί, σύμφωνα με τη λογική των αστυνομικών διατάξεων, οι καπναποθήκες, τα καπνεργοστάσια και γενικά όλα τα εργοστάσια όπου ο εργάτης κερδίζει το ψωμί του είναι εστίες θανάτου, αφού τα καφενεία και τα θέατρα, με τις μέτριες συγκεντρώσεις, τα πούλια του ταβλιού και τα χαρτιά της κολτσίνας, είναι όλα επικίνδυνα. Πώς θα ξεκινήσουν οι χειμερινές εργασίες στις καπναποθήκες, με τη δαμόκλειο σπάθη του αδικαιολόγητου αυτού πανικού; Δεν καταδικάζονται λοιπόν χιλιάδες εργάτες, στα καλά καθούμενα, σε δυσπραγία; Και η οικονομική δυσπραγία δεν είναι η καλύτερη αρωγός της νόσου;».