Εντοπίστηκε μετά από 73 χρόνια το υποβρύχιο Κατσώνης Υ1 του Ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού...
που είχε βυθιστεί στα βόρεια της Σκιάθου από γερμανικό πλοίο στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το ιστορικό υποβρύχιο, εντοπίστηκε σε βάθος 170 μέτρα από το υδρογραφικό-ωκεανογραφικό πλοίο «Ναυτίλος» που εκτελούσε σχετική επιχείρηση βόρεια της Σκιάθου από τις 4 Ιουλίου.
Το Β.Π. Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ (Υ1) υπήρξε ένα από τα έξι υποβρύχια του Ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού κατά την διάρκεια του Μεσοπολέμου και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πήρε το όνομά του από τον Έλληνα αξιωματικό του τσαρικού στρατού Λάμπρο Κατσώνη και ήταν το δεύτερο σκάφος του πολεμικού ναυτικού με αυτή την ονομασία.
Παραγγέλθηκε στην Γαλλία από την ελληνική κυβέρνηση το 1925, μαζί με το ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ (Υ2), και κατασκευάστηκε κατά τα έτη 1925-1927 στο ναυπηγείο Forge et Chantiers de la Gironde, του Μπορντό. Παραλήφθηκε στην Χάβρη της Γαλλίας στις 8 Ιουνίου 1928 από τον πρώτο του κυβερνήτη αντιπλοίαρχο Κωνσταντίνο Αρβανίτη και κατέπλευσε στον ναύσταθμο της Σαλαμίνας στις 21 Ιουνίου 1928 όπου εντάχθηκε στο Ελληνικό Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό με τον διακριτικό κωδικό «Y1».
Κατά τον Ελληνοïταλικό Πόλεμο, με κυβερνήτη τον Αθανάσιο Σπανίδη, πραγματοποίησε τέσσερις πολεμικές περιπολίες. Στις 31 Δεκεμβρίου 1940 βύθισε με το πυροβόλο του το ιταλικό ατμόπλοιο QUINΤO πλησίον των Γιουγκοσλαβικών ακτών. Μετά την κατάληψη της Ελλάδας, τον Απρίλιο του 1941, κατέφυγε με τον υπόλοιπο ελληνικό στόλο στην Αίγυπτο και στην συνέχεια κατέπλευσε στο Πορτ Σουδάν όπου παρέμεινε για μακρά επισκευή.
Στις 2 Ιουλίου 1942, μετά την επανάπλευση του στην Αίγυπτο, βυθίστηκε από λανθασμένο χειρισμό στο λιμάνι του Πορτ Σάιντ κατά την αποπεράτωση του δεξαμενισμού του.
Ανελκύστηκε, επισκευάστηκε και άρχισε περιπολίες στο Αιγαίο με κυβερνήτη τον Βασίλη Λάσκο. Στις 2 Απριλίου 1943 βύθισε το ιταλικό βοηθητικό περιπολικό TERGESTE στο λιμάνι του Γυθείου.
Στις 5 Απριλίου 1943 βύθισε έξω από τον Μέριχα της Κύθνου το ισπανικό ατμόπλοιο SAN ISIDRO LABRADOR. Στις 29 Μαΐου 1943 βύθισε κοντά στην Σηπιάδα το ισπανικό ατμόπλοιο RIGEL, συλλαμβάνοντας αιχμάλωτο τον καπετάνιο και τέσσερα μέλη του πληρώματος.
Η βύθιση του ΚΑΤΣΩΝΗΣ
Στις 20:45 της 5ης Σεπτεμβρίου 1943, το ΚΑΤΣΩΝΗΣ απέπλευσε από την βάση υποβρυχίων της Βηρυτού αφενός για να αποβιβάσει τον συνταγματάρχη Φραδέλο για μυστική αποστολή στην Εύβοια, αφετέρου για να εγκαταστήσει στην συνέχεια επιθετική πολεμική περιπολία στο βορειοδυτικό Αιγαίο.Αφού εκτέλεσε το πρώτο μέρος της αποστολής του το υποβρύχιο κατευθύνθηκε στο κεντρικό Αιγαίο.
Όλη την ημέρα της 14ης Σεπτεμβρίου το ΚΑΤΣΩΝΗΣ παρέμεινε σε περισκοπικό βάθος περιπολώντας κοντά στις ανατολικές ακτές του Πηλίου και περιμένοντας την διέλευση του SINFRA ενός επιταγμένου γαλλικού πλοίου από τον γερμανικό Στρατό το οποίο σύμφωνα με πληροφορίες θα απέπλεε από την Θεσσαλονίκη.
Την ίδια ημέρα, το υποβρύχιο εντοπίζει ένα στόχο και ο κυβερνήτης Λάσκος θεωρώντας ότι επρόκειτο για το SINFRA, διέταξε την άμεση κατάδυση του υποβρυχίου και την κατεύθυνση του προς το σημείο όπου είχε εμφανιστεί ο εχθρικός στόχος. Κατά την κατάδυση παρουσιάστηκε βλάβη και στον δεξιό ηλεκτρικό κινητήρα του πλοίου η οποία επισκευάστηκε πρόχειρα.
Φοβούμενους ο κυβερνήτης περαιτέρω βλάβη του δεξιού κινητήρα, η οποία και θα άφηνε το υποβρύχιο ακυβέρνητο, έδωσε την διαταγή να χρησιμοποιηθεί, χωρίς κανέναν περιορισμό, και ο αριστερός ηλεκτρικός κινητήρας του σκάφους, ο οποίος είχε τεθεί εκτός λειτουργίας λόγω κακής μόνωσης.
Στην συνέχεια ετοιμάσθηκαν οι πρωραίοι και πρυμναίοι τορπιλοσωλήνες, δόθηκαν οι τελευταίες οδηγίες και το υποβρύχιο τέθηκε σε θέση «πολεμικής έγερσης». Στις 20:00 διατάχθηκε ανάδυση.
Η ομοχειρία του πυροβόλου πήρε θέση και έπλευσε εν επιφανεία, και με τις δύο του μηχανές, εναντίον του εχθρικού στόχου. Βρισκόμενο το υποβρύχιο σε απόσταση 2.000 μέτρων από τον εχθρικό στόχο, διέκρινε ότι αυτός αιφνίδια εξέπεμψε σήμα αναγνώρισης.
Κατανοώντας ο Λάσκος ότι επρόκειτο περί εχθρικού πολεμικού πλοίου, έδωσε αμέσως διαταγή ταχείας κατάδυσης η οποία εξετελέσθη φέρνοντας τον ΚΑΤΣΩΝΗ σε περισκοπικό βάθος και έτοιμο να επιτεθεί «δια τορπιλικής προσβολής».
Φοβούμενος ο Λάσκος ότι υπήρχε κίνδυνος να εισέλθει ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ στο παραπλήσιο ναρκοπέδιο ζήτησε εσπευσμένα πληροφορίες για την αποτύπωση του στον χάρτη. Παραμένοντας σε περισκοπικό βάθος ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ διαπίστωσε ότι το εχθρικό πλοίο εξέπεμπε με ηχοεντοπιστική συσκευή.
Το γερμανικό ανθυποβρυχιακό σκάφος και ο εμβολισμός
Το εχθρικό πλοίο – το οποίο ήταν το γερμανικό ανθυποβρυχιακό UJ-2101 (πρώην ελληνικό Β.Π. ναρκαλιευτικό-ναρκοθετικό ΣΤΡΥΜΩΝ) με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Friedrich Vollheim – φθάνοντας πάνω από τον ΚΑΤΣΩΝΗ, εξαπέλυσε τρεις δέσμες βομβών βάθους, με μικρά χρονικά διαστήματα ρίψης αναμεταξύ τους.
Οι δέσμες βομβών βάθους εξερράγησαν πλησίον του ΚΑΤΣΩΝΗ προκαλώντας σοβαρές βλάβες και ανωμαλίες. Η αντίδραση του Λάσκου ήταν να διατάξει «γενική δίωξη», διαταγή η οποία όμως δεν επαναλήφθηκε από το κέντρο με αποτέλεσμα να μην την λάβει ο υπεύθυνος αξιωματικός. Ο Β΄ μηχανικός αντελήφθη την διαταγή απ΄ ευθείας από τον πυργίσκο και άνοιξε το επιστόμιο του γενικού εξαερισμού.
Ο ύπαρχος του υποβρυχίου, Ηλίας Τσουκαλάς, θεωρώντας ότι το άνοιγμα του επιστομίου προήλθε από πρωτοβουλία του Β΄ μηχανικού το ξαναέκλεισε.
Πριν όμως τελειώσει τον χειρισμό του άκουσε από τον πυργίσκο την διαταγή του κυβερνήτη «επιφάνεια – γενική εκδίωξης». Το επιστόμιο ανοίχτηκε και πάλι και το υποβρύχιο ανήλθε στην επιφάνεια. Η κάθοδος του πυργίσκου όμως, λόγω εμπλοκής της, παρουσίασε δυσκολία στο να ανοιχτεί και ανοίχτηκε μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα με την χρήση σιδερένιου μοχλού.
Μετά το άνοιγμα της καθόδου του πυργίσκου βγήκαν στην γέφυρα ο κυβερνήτης, Βασίλης Λάσκος, και μέλη του πληρώματος καθώς και η ομοχειρία του πυροβόλου,αμέσως δε άρχισε η τροφοδότηση του πυροβόλου με πυρομαχικά από την πυριτιδαποθήκη του πλοίου προς την γέφυρα.
Μετά την απασφάλιση του πυροδοτικού μηχανισμού, το πυροβόλο του ΚΑΤΣΩΝΗ άρχισε να βάλλει εναντίον του γερμανικού ανθυποβρυχιακού το οποίο άρχισε να ανταποδίδει τα πυρά με τα δυο του πυροβόλα και όλα τα βαριά και ελαφρά πολυβόλα του.
Τελικά το ΚΑΤΣΩΝΗΣ Εμβολίζεται από το γερμανικό σκάφος και βυθίζεται πρώτα με την πρύμνη ενώ η πλώρη για αρκετό διάστημα παραμένει πάνω από την επιφάνειας της θάλασσας για 10 με 15 λεπτά.
Συγκεκριμένα μετά την ρίψη βομβών βάθους το ΚΑΤΣΩΝΗΣ εξαναγκάσθηκε σε ανάδυση και εξόρμηση δια πυροβόλου αλλά εμβολίστηκε. Φονεύθηκαν ο κυβερνήτης του Βασίλης Λάσκος και 31 μέλη του πληρώματος, οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία 17, ενώ τρεις κατάφεραν να διαφύγουν κολυμπώντας.
Φονεύθηκαν ο κυβερνήτης του Βασίλης Λάσκος και 31 μέλη του πληρώματος, οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία 17, ενώ τρεις κατάφεραν να διαφύγουν κολυμπώντας
που είχε βυθιστεί στα βόρεια της Σκιάθου από γερμανικό πλοίο στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το ιστορικό υποβρύχιο, εντοπίστηκε σε βάθος 170 μέτρα από το υδρογραφικό-ωκεανογραφικό πλοίο «Ναυτίλος» που εκτελούσε σχετική επιχείρηση βόρεια της Σκιάθου από τις 4 Ιουλίου.
Το Β.Π. Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ (Υ1) υπήρξε ένα από τα έξι υποβρύχια του Ελληνικού Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού κατά την διάρκεια του Μεσοπολέμου και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πήρε το όνομά του από τον Έλληνα αξιωματικό του τσαρικού στρατού Λάμπρο Κατσώνη και ήταν το δεύτερο σκάφος του πολεμικού ναυτικού με αυτή την ονομασία.
Παραγγέλθηκε στην Γαλλία από την ελληνική κυβέρνηση το 1925, μαζί με το ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ (Υ2), και κατασκευάστηκε κατά τα έτη 1925-1927 στο ναυπηγείο Forge et Chantiers de la Gironde, του Μπορντό. Παραλήφθηκε στην Χάβρη της Γαλλίας στις 8 Ιουνίου 1928 από τον πρώτο του κυβερνήτη αντιπλοίαρχο Κωνσταντίνο Αρβανίτη και κατέπλευσε στον ναύσταθμο της Σαλαμίνας στις 21 Ιουνίου 1928 όπου εντάχθηκε στο Ελληνικό Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό με τον διακριτικό κωδικό «Y1».
Κατά τον Ελληνοïταλικό Πόλεμο, με κυβερνήτη τον Αθανάσιο Σπανίδη, πραγματοποίησε τέσσερις πολεμικές περιπολίες. Στις 31 Δεκεμβρίου 1940 βύθισε με το πυροβόλο του το ιταλικό ατμόπλοιο QUINΤO πλησίον των Γιουγκοσλαβικών ακτών. Μετά την κατάληψη της Ελλάδας, τον Απρίλιο του 1941, κατέφυγε με τον υπόλοιπο ελληνικό στόλο στην Αίγυπτο και στην συνέχεια κατέπλευσε στο Πορτ Σουδάν όπου παρέμεινε για μακρά επισκευή.
Στις 2 Ιουλίου 1942, μετά την επανάπλευση του στην Αίγυπτο, βυθίστηκε από λανθασμένο χειρισμό στο λιμάνι του Πορτ Σάιντ κατά την αποπεράτωση του δεξαμενισμού του.
Ανελκύστηκε, επισκευάστηκε και άρχισε περιπολίες στο Αιγαίο με κυβερνήτη τον Βασίλη Λάσκο. Στις 2 Απριλίου 1943 βύθισε το ιταλικό βοηθητικό περιπολικό TERGESTE στο λιμάνι του Γυθείου.
Στις 5 Απριλίου 1943 βύθισε έξω από τον Μέριχα της Κύθνου το ισπανικό ατμόπλοιο SAN ISIDRO LABRADOR. Στις 29 Μαΐου 1943 βύθισε κοντά στην Σηπιάδα το ισπανικό ατμόπλοιο RIGEL, συλλαμβάνοντας αιχμάλωτο τον καπετάνιο και τέσσερα μέλη του πληρώματος.
Η βύθιση του ΚΑΤΣΩΝΗΣ
Στις 20:45 της 5ης Σεπτεμβρίου 1943, το ΚΑΤΣΩΝΗΣ απέπλευσε από την βάση υποβρυχίων της Βηρυτού αφενός για να αποβιβάσει τον συνταγματάρχη Φραδέλο για μυστική αποστολή στην Εύβοια, αφετέρου για να εγκαταστήσει στην συνέχεια επιθετική πολεμική περιπολία στο βορειοδυτικό Αιγαίο.Αφού εκτέλεσε το πρώτο μέρος της αποστολής του το υποβρύχιο κατευθύνθηκε στο κεντρικό Αιγαίο.
Όλη την ημέρα της 14ης Σεπτεμβρίου το ΚΑΤΣΩΝΗΣ παρέμεινε σε περισκοπικό βάθος περιπολώντας κοντά στις ανατολικές ακτές του Πηλίου και περιμένοντας την διέλευση του SINFRA ενός επιταγμένου γαλλικού πλοίου από τον γερμανικό Στρατό το οποίο σύμφωνα με πληροφορίες θα απέπλεε από την Θεσσαλονίκη.
Την ίδια ημέρα, το υποβρύχιο εντοπίζει ένα στόχο και ο κυβερνήτης Λάσκος θεωρώντας ότι επρόκειτο για το SINFRA, διέταξε την άμεση κατάδυση του υποβρυχίου και την κατεύθυνση του προς το σημείο όπου είχε εμφανιστεί ο εχθρικός στόχος. Κατά την κατάδυση παρουσιάστηκε βλάβη και στον δεξιό ηλεκτρικό κινητήρα του πλοίου η οποία επισκευάστηκε πρόχειρα.
Φοβούμενους ο κυβερνήτης περαιτέρω βλάβη του δεξιού κινητήρα, η οποία και θα άφηνε το υποβρύχιο ακυβέρνητο, έδωσε την διαταγή να χρησιμοποιηθεί, χωρίς κανέναν περιορισμό, και ο αριστερός ηλεκτρικός κινητήρας του σκάφους, ο οποίος είχε τεθεί εκτός λειτουργίας λόγω κακής μόνωσης.
Στην συνέχεια ετοιμάσθηκαν οι πρωραίοι και πρυμναίοι τορπιλοσωλήνες, δόθηκαν οι τελευταίες οδηγίες και το υποβρύχιο τέθηκε σε θέση «πολεμικής έγερσης». Στις 20:00 διατάχθηκε ανάδυση.
Η ομοχειρία του πυροβόλου πήρε θέση και έπλευσε εν επιφανεία, και με τις δύο του μηχανές, εναντίον του εχθρικού στόχου. Βρισκόμενο το υποβρύχιο σε απόσταση 2.000 μέτρων από τον εχθρικό στόχο, διέκρινε ότι αυτός αιφνίδια εξέπεμψε σήμα αναγνώρισης.
Κατανοώντας ο Λάσκος ότι επρόκειτο περί εχθρικού πολεμικού πλοίου, έδωσε αμέσως διαταγή ταχείας κατάδυσης η οποία εξετελέσθη φέρνοντας τον ΚΑΤΣΩΝΗ σε περισκοπικό βάθος και έτοιμο να επιτεθεί «δια τορπιλικής προσβολής».
Φοβούμενος ο Λάσκος ότι υπήρχε κίνδυνος να εισέλθει ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ στο παραπλήσιο ναρκοπέδιο ζήτησε εσπευσμένα πληροφορίες για την αποτύπωση του στον χάρτη. Παραμένοντας σε περισκοπικό βάθος ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ διαπίστωσε ότι το εχθρικό πλοίο εξέπεμπε με ηχοεντοπιστική συσκευή.
Το γερμανικό ανθυποβρυχιακό σκάφος και ο εμβολισμός
Το εχθρικό πλοίο – το οποίο ήταν το γερμανικό ανθυποβρυχιακό UJ-2101 (πρώην ελληνικό Β.Π. ναρκαλιευτικό-ναρκοθετικό ΣΤΡΥΜΩΝ) με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Friedrich Vollheim – φθάνοντας πάνω από τον ΚΑΤΣΩΝΗ, εξαπέλυσε τρεις δέσμες βομβών βάθους, με μικρά χρονικά διαστήματα ρίψης αναμεταξύ τους.
Οι δέσμες βομβών βάθους εξερράγησαν πλησίον του ΚΑΤΣΩΝΗ προκαλώντας σοβαρές βλάβες και ανωμαλίες. Η αντίδραση του Λάσκου ήταν να διατάξει «γενική δίωξη», διαταγή η οποία όμως δεν επαναλήφθηκε από το κέντρο με αποτέλεσμα να μην την λάβει ο υπεύθυνος αξιωματικός. Ο Β΄ μηχανικός αντελήφθη την διαταγή απ΄ ευθείας από τον πυργίσκο και άνοιξε το επιστόμιο του γενικού εξαερισμού.
Ο ύπαρχος του υποβρυχίου, Ηλίας Τσουκαλάς, θεωρώντας ότι το άνοιγμα του επιστομίου προήλθε από πρωτοβουλία του Β΄ μηχανικού το ξαναέκλεισε.
Πριν όμως τελειώσει τον χειρισμό του άκουσε από τον πυργίσκο την διαταγή του κυβερνήτη «επιφάνεια – γενική εκδίωξης». Το επιστόμιο ανοίχτηκε και πάλι και το υποβρύχιο ανήλθε στην επιφάνεια. Η κάθοδος του πυργίσκου όμως, λόγω εμπλοκής της, παρουσίασε δυσκολία στο να ανοιχτεί και ανοίχτηκε μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα με την χρήση σιδερένιου μοχλού.
Μετά το άνοιγμα της καθόδου του πυργίσκου βγήκαν στην γέφυρα ο κυβερνήτης, Βασίλης Λάσκος, και μέλη του πληρώματος καθώς και η ομοχειρία του πυροβόλου,αμέσως δε άρχισε η τροφοδότηση του πυροβόλου με πυρομαχικά από την πυριτιδαποθήκη του πλοίου προς την γέφυρα.
Μετά την απασφάλιση του πυροδοτικού μηχανισμού, το πυροβόλο του ΚΑΤΣΩΝΗ άρχισε να βάλλει εναντίον του γερμανικού ανθυποβρυχιακού το οποίο άρχισε να ανταποδίδει τα πυρά με τα δυο του πυροβόλα και όλα τα βαριά και ελαφρά πολυβόλα του.
Τελικά το ΚΑΤΣΩΝΗΣ Εμβολίζεται από το γερμανικό σκάφος και βυθίζεται πρώτα με την πρύμνη ενώ η πλώρη για αρκετό διάστημα παραμένει πάνω από την επιφάνειας της θάλασσας για 10 με 15 λεπτά.
Συγκεκριμένα μετά την ρίψη βομβών βάθους το ΚΑΤΣΩΝΗΣ εξαναγκάσθηκε σε ανάδυση και εξόρμηση δια πυροβόλου αλλά εμβολίστηκε. Φονεύθηκαν ο κυβερνήτης του Βασίλης Λάσκος και 31 μέλη του πληρώματος, οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία 17, ενώ τρεις κατάφεραν να διαφύγουν κολυμπώντας.
Φονεύθηκαν ο κυβερνήτης του Βασίλης Λάσκος και 31 μέλη του πληρώματος, οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία 17, ενώ τρεις κατάφεραν να διαφύγουν κολυμπώντας
Πηγήhttp://tro-ma-ktiko.blogspot.gr/2017/02/73.html