Νομισματικό τυφώνα βλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) με τις αντίρροπες δυνάμεις που προκαλούνται στις αγορές από τις αποκλίνουσες νομισματικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και της Τράπεζας της Ιαπωνίας σε σχέση με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed). Από το Βερολίνο, η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, προειδοποίησε χθες για ακόμη μεγαλύτερη μεταβλητότητα των εθνικών νομισμάτων με σοβαρές επιπτώσεις στις χώρες και τις επιχειρήσεις που έχουν εκδώσει ομόλογα σε δολάρια. Eπιφυλακτικός ήταν, επίσης, ο Ολλανδός κεντρικός τραπεζίτης, Κλαάς Νοτ, προειδοποιώντας για τις επιπτώσεις της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ στην «πειθαρχία των αγορών». Aυτόν τον προβληματισμό, πάντως, δεν συμμερίζεται ο Εβαλντ Νοβότνι, κεντρικός τραπεζίτης της Αυστρίας. «Θα ήταν λάθος να υποθέσει κανείς πως αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ένας νομισματικός πόλεμος» δήλωσε ο αξιωματούχος της ΕΚΤ, αντανακλώντας την άποψη οικονομολόγων ότι είναι φυσιολογικές οι διακυμάνσεις των ισοτιμιών.
Η επικείμενη αύξηση των επιτοκίων από τη Fed –για πρώτη φορά από το 2009- από τα σχεδόν μηδενικά επίπεδα που επικρατούν σήμερα θα οδηγήσει σε αύξηση το κόστος εξυπηρέτησης του κρατικού και εταιρικού χρέους σε δολάρια που σήμερα εκτιμάται στα 9 τρισ. δολάρια σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών. Τη στιγμή δε που η Fed ετοιμάζεται για μια αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ, πιθανότατα, προς τα μέσα του τρέχοντος έτους, η ΕΚΤ εφαρμόζει μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης της τάξεως του 1,1 τρισ. ευρώ για πρώτη φορά στην ιστορία της. Από τον Μάρτιο που τέθηκαν σε ισχύ τα μέτρα της ΕΚΤ, το ευρώ προσεγγίζει όρους απόλυτης ισοτιμίας με το δολάριο και το ελβετικό φράγκο, φθάνοντας στο χαμηλό 12ετίας ως προς το αμερικανικό νόμισμα. Κατ’ επέκταση, οι αποδόσεις στα 2ετή γερμανικά και γαλλικά ομόλογα έχουν οδηγηθεί σε αρνητικά πρόσημα, αντανακλώντας μεγάλη συσσώρευση κεφαλαίων στις αγορές κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης. Οι αποκλίνουσες νομισματικές πολιτικές από τις ισχυρότερες κεντρικές τράπεζες έχουν, επίσης, ωθήσει σε αρνητικό έδαφος τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της Σουηδίας, της Δανίας και της Ελβετίας με τις κεντρικές τράπεζες να καταβάλουν προσπάθειες για να αποτρέψουν την απότομη άνοδο των ισοτιμιών τους. Από τις αρχές του 2015, οι κεντρικές τράπεζες 14 χωρών έχουν αλλάξει τη νομισματική πολιτική τους. Εν τούτοις, ορισμένοι οικονομολόγοι θεωρούν πως η επικείμενη αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ ήταν απαραίτητη μετά από μια εξαετία ιστορικά χαμηλού κόστους δανεισμού στην ισχυρότερη οικονομία του κόσμου.
Αρνητικά επιτόκια
Τα αρνητικά επιτόκια που έχουν υιοθετήσει πρόσφατα οι κεντρικές τράπεζες σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, όπως η Ελβετία, η Δανία και η Σουηδία, σε συνδυασμό με την άφθονη ρευστότητα που διοχετεύεται στις αγορές της Ευρωζώνης από τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) μπορεί να έχουν θετικές και αρνητικές επιπλοκές στην προοπτική κερδοφορίας των τραπεζών τα επόμενα χρόνια. Αυτόν τον προβληματισμό διατυπώνει η υπηρεσία πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor’s στην έκθεση με τίτλο «Μπορούν οι τράπεζες της Ευρώπης να υπομείνουν επιτόκια υπό το μηδέν;». Η Λουίζ Λίντμπεργκ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «πιέσεις στην κερδοφορία των τραπεζών θα ενταθούν μόνον εάν τα επιτόκια παραμείνουν αρνητικά για μια παρατεταμένη περίοδο», αναφερομένη στη συρρίκνωση των αποδόσεων στις καταθέσεις και των εσόδων από τα δάνεια. Προς το παρόν, όμως, οι τράπεζες επωφελούνται από την μείωση του κόστους χρηματοδότησης σε ό,τι αφορά την έκδοση δικών τους ομολόγων. Ιδιαίτερα ωφελημένες είναι οι τράπεζες στην περιφέρεια της Ευρωζώνης που συναντούσαν αρκετές δυσκολίες χρηματοδότησης τα τελευταία χρόνια.
kathimerinh