5 Σεπτεμβρίου 2009

ΣΥΡΙΑ - ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

Οι κάτοικοι της Συρίας (εβραϊκά Αράμ). Χώρα της ανατολικής Μεσογείου που εκτείνεται από τον ποταμό Ευφράτη μέχρι τα βόρεια όρια της Παλαιστίνης. Η έκταση της ήταν διαφορετική κατά εποχές. Συνήθως με το όνομα Συρία δηλώνεται η ευρύτερη περιοχή με κέντρο τη Δαμασκό. Στην Παλαιά Διαθήκη, η Συρία ήταν η περιοχή που κατοικούνταν από τους Αραμαίους. Στη Καινή Διαθήκη ήταν ρωμαϊκή επαρχία με πρωτεύουσα την Αντιόχεια στον Ορόντη.




Την εποχή του Δαβίδ και του Σολομώντα, η Συρία αποτελείτο από μικρά βασιλεία, της Δαμασκού, της Ρεώβ, της Σωβά, της Μααχά, και της Γεσσούρ (Α' Βασιλέων 10:29, Β' Βασιλέων 7:6, Α' Χρονικών 19:6). Επί εποχής Δαβίδ ήρθαν σε σύγκρουση μαζί του (Β' Σαμουήλ 8:3,5,13). Αργότερα, όταν οι Αμμωνίτες ήρθαν σε πόλεμο με τον Δαβίδ, ζήτησαν την βοήθεία τους και αυτοί έστειλαν 20.000 πεζούς από τη Σεβά και 13.000 από τη Ρεώβ, Ις-τωβ και Μααχά (Β' Σαμουήλ 10:6-8). Η συμμαχία των Αμμωνιτών και των Συρίων νικήθηκε από τον Ιωάβ, αλλά ο βασιλιάς Αδαρέζερ κατάφερε να μεταφέρει τους Σύριους που κατέφυγαν στη Μεσοποταμία, στη πατρίδα τους (Β' Σαμουήλ 10:16). Αργότερα και Τρίτη προσπάθεια του βασιλιά Αδαρέζερ απέτυχε, με αποτέλεσμα την υποταγή της Συρίας μέχρι την εποχή βασιλείας του Σολομώντα (Α' Βασιλέων 4:21). Το μόνο τμήμα της Συρίας που χάθηκε επί Σολομώντα ήταν αυτό της Σωβά που κυβερνιόταν από τον Ρεζών (Α' Βασιλέων 11:23-25). Επί βασιλείας Αχαάβ οι Σύριοι προσπάθησαν να εισβάλουν στον Ισραήλ δύο φορές, απωθήθηκαν όμως, την πρώτη στη Σαμάρεια (Α' Βασιλέων 8:1-21) και τη δεύτερη στην Αφέκ (Α' Βασιλέων 20:26-34). Ακολούθησαν τρία χρόνια ειρήνης με τη Συρία, και μετά ο Αχαάβ, συμμαχώντας με τον Ιωσαφάτ του Ιούδα, δοκίμασε να επανακτήσει τη Ραμώθ-Γαλαάθ, στη μάχη όμως, σκοτώθηκε. Επί βασιλείας Ιηού, ο Αζαήλ κατέλαβε την περιοχή ανατολικά του Ιορδάνη (Β' Βασιλέων 10:32-33), ενώ επί βασιλείας Ιωάζαχ, νίκησε τον Ισραήλ και κατέλαβε πολλές πόλεις, τις οποίες όμως, ανακατέλαβε ο Ιωάς, γιος του Ιωάχαζ (Β' Βασιλέων 13:25). Γύρω στο 735 π.Χ., ο Ρεσίν της Συρίας και ο Φεκά του Ισραήλ για να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο της Ασσυρίας, συμμάχησαν και επιτέθηκαν εναντίον της Ιερουσαλήμ (Β' Βασιλέων 16:5, Ησαΐας 7:1). Δεν μπόρεσαν όμως να νικήσουν.



Οι Πέρσες αργότερα κυρίευσαν τη Συρία για να έρθει τελικά κάτω από την κυριαρχία του Μέγα Αλέξανδρου, το 331 π.Χ.. Την εποχή αυτή η Συρία σημείωσε μεγάλη πρόοδο. Το 64 π.Χ. επί Καίσαρα Αυγούστου, υποτάχθηκε στους Ρωμαίους και μαζί με την Κιλικία αποτέλεσε ρωμαϊκή επαρχία (Λουκάς 2:2). Το 634 μ.Χ. καταλήφθηκε από τους μωαμεθανούς, και στη συνέχεια έγινε στόχος πολλών βαρβάρων. Το 1517 μ.Χ. έγινε τμήμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η Συρία έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1941 μ.Χ.



Κάποιες από τις σημαντικότερες πόλεις της αρχαίας Συρίας ήταν η Αντιόχεια, η Δαμασκός, η Απάμεια, η Σελεύκεια, η Πάλμυρα, η Λαοδίκεια,ταρσος-χαλεπι κ.α.



Οι αναφορές που υπάρχουν στην Αγία Γραφή για τη Συρία, είναι αρκετές. Μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία: Η χώρα ήταν γύρω από τη Δαμασκό (Β' Σαμουήλ 8:6), η οποία ήταν πρωτεύουσά της (Ησαΐας 7:8). Οι Αβάνα και Φαρφάρ ήταν ποταμοί της (Β' Βασιλέων 5:12). Κυβερνιόταν από βασιλείς (Α' Βασιλέων 22:31, Β’ Βασιλέων 5:1). Οι κάτοικοί της αναφέρονται Σύριοι (Β' Σαμουήλ 10:11), και Σύριοι της Δαμασκού (Β' Σαμουήλ 8:5). Μιλούσαν τη αραμαική γλώσσα (Β' Βασιλέων 18:26). Ήταν ειδωλολάτρες (Κριτές 10:6, Β' Βασιλέων 5:18) και πολεμοχαρείς (Α' Βασιλέων 20:23,25). Επίσης ήταν εμπορικός λαός (Ιεζεκιήλ 27:18).



Αρκετές προφητείες γράφηκαν για τη Συρία: το κράτος της θα παρακμάσει και θα παύσει να είναι βασίλειο (Ησαΐας 17:1-3), οι κάτοικοί της θα αιχμαλωτιστούν (Αμώς 1:5) και θα αφανιστούν (Ιερεμίας 48:26), η Δαμασκός θα καταστραφεί με φωτιά (Ιερεμίας 48:27, Αμώς 1:4), η αμαρτία και η αποστασία της θα φέρουν τιμωρία και συμφορά (Αμώς 1:3).



Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ότι επί Καίσαρα Αυγούστου, όπου η Συρία ήταν ρωμαϊκή επαρχία, έπαρχος της ήταν ο Κυρηναίος (Λουκάς 2:2). Αναφέρεται επίσης πως κηρύχθηκε το ευαγγέλιο και ιδρύθηκαν εκκλησίες στη Συρία (Πράξεις 15:23,41). Αυτό έγινε από χριστιανούς που διέφυγαν στην Αντιόχεια και σε άλλες περιοχές, εξ αιτίας του διωγμού που ακολούθησε μετά το λιθοβολισμό του Στέφανου (Πράξεις 11:9), αλλά και από τον απ. Παύλο (Γαλάτας 1:21). Συμπεραίνεται δε από τα γραφόμενα, ότι η εκκλησία της Αντιόχειας είχε μεγάλη πνευματική πρόοδο (Πράξεις 13:1, 15:23,35).